Αγοράζουμε φθηνά το κρέας και τα τσιγάρα και πανάκριβα το ψωμί, τα αυγά και το γάλα.
Τι ψωνίζει φθηνά και τι ακριβά ο Έλληνας συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη . Τι δείχνει η σύγκριση για ρεύμα και καύσιμα
Είμαστε σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με τον μέσο Ευρωπαίο όσον αφορά στις τιμές των τροφίμων. Το αποτυπώνει ξεκάθαρα η έρευνα της Eurostat η οποία δείχνει ότι το ελληνικό καλάθι με τα είδη διατροφής, πωλείται στο 105,5% του κοινοτικού μέσου όρου. Η δε σημερινή εικόνα ενδέχεται να είναι πολύ χειρότερη καθώς τα στοιχεία αποτυπώνουν την πραγματικότητα στο τέλος του 2022 και είναι σαφές ότι το 2023 δεν έχει κυλήσει καλά για την Ελλάδα συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη όσον αφορά στις τιμές των τροφίμων.
O Tσέχος, ο Βούλγαρος, ο Πολωνός, ο Ρουμάνος, ο Σλοβένος, ο Σλοβάκος, βρίσκονται σε πολύ καλύτερη θέση από τον Έλληνα σε όρους κόστους τροφίμων αναλογικά με το εισόδημα. Όσο για τον σαφώς πλουσιότερο Γάλλο και Γερμανό, βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με τον Έλληνα.
Τα αυγά, το γάλα και το τυρί ανέκαθεν πωλούνταν σε τιμές “ειδών πολυτελείας” στην Ελλάδα -προφανώς διότι δεν έχουμε την απαραίτητη παραγωγή και είμαστε εξαρτημένοι από τις εισαγωγές, όμως με την πάροδο των ετών, η κατάσταση επιδεινώνεται. Τα συγκεκριμένα προϊόντα, πωλούνται στην Ελλάδα 38,9% ακριβότερα (με βάση τα στοιχεία της Eurostat για το τέλος του 2022) σε σχέση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, ποσοστό που είναι και το χειρότερο σε όλη την Ευρώπη. Την αμέσως χειρότερη επίδοση, την έχει η Μάλτα και αυτή είναι στο 130,9% του κοινοτικού μέσου όρου.
Ο Γάλλος από την άλλη, διαθέτοντας και τη δική του παραγωγή και έχοντας σαφώς μεγαλύτερο μισθό σε σχέση με τον Έλληνα, είναι στο 90% του μέσου όρου με τον Πολωνό να απολαμβάνει τη χαμηλότερη -αναλογικά με το εισόδημά του- τιμή στο 74% του μέσου όρου.
Πάνω από τον μέσο όρο της Ευρώπης, κινούμαστε και στο ψωμί και στα δημητριακά. Η επίδοση, τουλάχιστον, δεν είναι η χειρότερη όπως συμβαίνει με το γάλα. Είμαστε στο 113,6% του κοινοτικού μέσου όρου και ο Δανός βρίσκεται στο 144,9%. Βέβαια, εκτός από τα χειρότερα, υπάρχουν και τα καλύτερα. Όπως αυτό του Βούλγαρου που κινείται στο 73,9% του μέσου όρου, του Ούγγρου που είναι στο 91,1% ή του Πολωνού, στο 72,2%. Ο Ρουμάνος έχει από τις χαμηλότερες τιμές καθώς το ψωμί και τα δημητριακά πέφτουν στο 63% του μέσου όρου.
Στο κρέας, τα πράγματα είναι καλύτερα σε σχέση με το εξωτερικό. Η τιμή σε όρους αγοραστικής δύναμης διαμορφώνεται στο 91,3% του κοινοτικού μέσου όρου όταν ο Γάλλος είναι στο 125% και ο Γερμανός στο 119,9%. Ο Ελβετός -και αν ρωτήσετε κάποιον που ζει εκεί ή έχει επισκεφτεί τη χώρα- βρίσκεται στη χειρότερη θέση καθώς πληρώνει 233% πάνω από την μέση ευρωπαϊκή τιμή. Ρουμανία και Πολωνία είναι σε πολύ καλύτερα επίπεδα με τα ποσοστά να διαμορφώνονται στο 62,6% και στο 64,1% αντίστοιχα.
Αναμενόμενο, λόγω παραγωγής, το να πληρώνουμε χαμηλότερα τα φρούτα και τα λαχανικά. Η τιμή τους στην Ελλάδα, διαμορφώνεται στο 86,8% του μέσου όρου. Οι βόρειες χώρες, προφανώς λόγω παραγωγικών δυνατοτήτων, ανεβάζουν πολύ τον κοινοτικό μέσο όρο. Ο Νορβηγός είναι στο 153,4%, ο Ελβετός στο 132,1%. Αντίθετα, ο Πολωνός και ο Ρουμάνος, πληρώνουν πολύ καλύτερες τιμές πάντοτε αναλογικά με το εισόδημά τους.
Το ηλεκτρικό ρεύμα
Λόγω χρωματιστών τιμολογίων το ηλεκτρικό ρεύμα και τα καύσιμα είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Έχει ενδιαφέρον λοιπόν η σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Τι δείχνουν οι αριθμοί; Ότι το αίσθημα δυσαρέσκειας είναι δικαιολογημένο καθώς είχαμε απότομη αύξηση. Ενώ το 2019, είμασταν στο 84,5% του μέσου όρου, το 2022… γίναμε Ευρώπη πιάνοντας το 98,7%. Επήλθε δηλαδή σύγκλιση προς τα πάνω κάτι που για να γίνει χρειάζεται το ρεύμα να ανατιμάται πολύ περισσότερο σε σχέση με το εισόδημα. Έχει σημασία να καταγραφούν και τα στοιχεία του 2023 αλλά και του 2024 προκειμένου να φανεί η αναλογία και μετά την κατάργηση των επιδοτήσεων. Ο Βέλγος και ο Δανός είναι σε χειρότερη θέση με ποσοστά που φτάνουν στο 130% και στο 160% του κοινοτικού μέσου όρου.
Και τα τσιγάρα
Το γεγονός ότι η Ελλάδα εμφανίζεται φθηνότερη στα καπνικά προϊόντα (στο 77,2% του μέσου όρου) έχει να κάνει κυρίως με την φορολογική πολιτική. Άλλες χώρες, θέλοντας να περιορίσουν την κατανάλωση καπνικών προϊόντων προχωρούν σε αυστηρά μέτρα. Γι’ αυτό και βλέπουμε την Γαλλία στο 180% του μέσου όρου και την Ιρλανδία στο 260%.