Οι πρώτες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης στο νομοσχέδιο – απάντηση στο σκάνδαλο των υποκλοπών – που τέθηκε από χθες σε δημόσια διαβούλευση, ήταν σε μεγάλο βαθμό αναμενόμενες. Ιδιαίτερα από την πλευρά του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη, ο οποίος, σύμφωνα με τις προτεινόμενες νέες διατάξεις, το νωρίτερο που μπορεί να ενημερωθεί για τους λόγους της παρακολούθησης από την ΕΥΠ είναι σε τρία χρόνια, κι αυτό υπό προϋποθέσεις.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο υποδέχθηκαν με αμηχανία τις μέριμνες του νομοσχεδίου, καθώς, αφενός πρέπει να περάσουν από τη «βάσανο» της επιτροπής PEGA του Ευρωκοινοβουλίου και αφετέρου και σημαντικότερο, γιατί δεν δημιουργούν το έδαφος για να επιβεβαιωθεί ή να διαψευσθεί αν όντως παρακολουθούνταν, ποιοι και γιατί από την ΕΥΠ και το παράνομο λογισμικό Pretador.
Όπως λένε γαλάζια στελέχη με νομικές γνώσεις, αν και περιέχει κάποιες καινοτομίες προς θετική κατεύθυνση, η ψήφισή του στην παρούσα εκδοχή αφήνει όλα τα ερωτήματα να πλανώνται αναπάντητα στον αέρα.
Είναι ενδεικτικό ότι ναι μεν η άρση απορρήτου, υπό αυστηρές προϋποθέσεις θα επιτρέπεται (τη διαδικασία επισπεύδει μόνο η ΕΥΠ, β) θα πρέπει να δώσει άδεια ο Πρόεδρος της Βουλής πριν την διπλή εισαγγελική κρίση και γ) το αίτημα για την άρση οφείλει να στηρίζεται σε συγκεκριμένα στοιχεία που καθιστούν άμεση και εξαιρετικά πιθανή τη διακινδύνευση της εθνικής ασφάλειας ), πλην όμως, το πρόσωπο το οποίο υπέστη την άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας, θα ενημερώνεται τρία χρόνια μετά την παύση της παρακολούθησης. Και αυτό, αν ο αρμόδιος εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δεν προβάλει ένσταση, οπότε θα απαιτείται ένας ακόμα χρόνος αναμονής.
Εκλογές χωρίς ενημέρωση
Αυτό σημαίνει, πρώτα απ όλα, ότι ο κ. Ανδρουλάκης, θα κατέλθει στις εκλογές χωρίς να έχει ενημερωθεί – ούτε ο ίδιος, ούτε οι ψηφοφόροι του – για τους λόγους της παρακολούθησής του. Το ίδιο θα ισχύσει και για όσα πολιτικά στελέχη έχουν βρεθεί στις λίστες των παρακολουθήσεων.
Δεύτερον και σημαντικότερο, είναι ότι με τέτοια καθυστέρηση, και με δεδομένο ότι, σύμφωνα με το προωθούμενο νομοσχέδιο, τα στοιχεία θα καταστρέφονται στο εξάμηνο, αντί στη διετία, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα, σημαίνει ότι πιθανότατα θα έχουν θα έχουν προηγηθεί δύο Κοινοβουλευτικοί Σύνοδοι, οπότε και θα παραγραφούν τυχόν ποινικές ευθύνες υπουργών.
Και το τρίτο, για το οποίο αναμένεται να γίνει ζωηρή συζήτηση, είναι η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανοίγει παράθυρο για νόμιμη προμήθεια παράνομων λογισμικών σαν το Predator, με το άρθρο 13 «Προμήθεια λογισμικών και συσκευών παρακολούθησης από το Δημόσιο» στο οποίο αναφέρεται ότι «με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, μετά από πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι επιτρεπτή η σύναψη συμβάσεων εκ μέρους κρατικών δομών για την προμήθεια λογισμικών ή συσκευών παρακολούθησης του άρθρου 370ΣΤ του Ποινικού Κώδικα για την εκπλήρωση των σκοπών τους».
Από τις πρώτες αντιδράσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης αλλά και από τα όσα ακούγονται στο εσωτερικό της ΝΔ, είναι μάλλον προφανές ότι η επιδίωξη του Μεγάρου Μαξίμου να μετατρέψει το προωθούμενο νομοσχέδιο σε «πολιορκητικό κριό» αντίκρουσης των συντονισμένων πιέσεων με θεσμική φυγή προς τα μπροστά, μάλλον δεν αρκεί για να βγάλει την κυβερνητική πλειοψηφία από τον κλοιό του σκανδάλου των παρακολουθήσεων.