«Κρατάμε μία μικρή επιφύλαξη η οποία στηρίζεται στο γεγονός ότι το 1867 είχαμε έναν πολύνεκρο σεισμό στην ίδια περιοχή».
Ανησυχία επικρατεί μετά τον σεισμό των 4,8 της κλίμακας Ρίχτερ στη Λέσβο, ενώ σεισμολόγοι αναφέρουν πως δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο μιας ισχυρότερης δόνησης.
«Χθες είχαμε έναν σεισμό της τάξεως των 4,8 βαθμών, ουσιαστικά ήταν ένας σεισμός που εκδηλώθηκε στην ίδια σεισμογόνο περιοχή που εκδηλώθηκε ο σεισμός των 4,9 Ρίχτερ το Σάββατο το πρωί. Έχουμε να κάνουμε με μία ακολουθία που είναι σε αποδρομή – δηλαδή μειώνεται σταδιακά και εκτονώνονται οι τεκτονικές δυνάμεις που συσσωρεύονται στο υπέδαφος», δήλωσε στο Mega καθηγητής Γεωλογίας και Διαχείρισης κρίσεων, Ευθύμης Λέκκας.
«Βεβαίως κρατάμε μία μικρή επιφύλαξη η οποία στηρίζεται στο γεγονός ότι το 1867 είχαμε έναν πολύνεκρο σεισμό στην ίδια περιοχή. Αυτή η επιφύλαξη δημιουργεί και επιχειρησιακές δράσεις στη Λέσβο. Είναι 150 χρόνια πριν και είναι μία φυσιολογική περίοδος επανάληψης γιατί τα ρήγματα δεν συγκεντρώνουν δυνάμεις κάθε 20-40 χρόνια. Ο χρόνος επαναπλήρωσης των ρηγμάτων είναι της τάξεως των εκατοντάδων χιλιάδων χρόνων», συμπλήρωσε ο κ. Λέκκας.
Διάσπαρτη σεισμικότητα
Για τα ρήγματα και για το ενδεχόμενο ενός μεγάλου σεισμού τόνισε πως, «το ρήμα της Αταλάντης έχει 120 χρόνια που έχει ενεργοποιηθεί, θα ενεργοποιηθεί μετά περίπου 700 χρόνια. Το ρήγμα του 1867 υπολογίζεται στα 6,5 Ρίχτερ ωστόσο δεν υπήρχαν σεισμογράφοι, και δεν είμαστε σίγουροι για το εάν προέρχεται από τον ίδιο σεισμογόνο χώρο που έχουμε αυτούς τους σεισμούς. Το επίκεντρο για τότε προσδιορίζεται κατ’ εκτίμηση. Ενδεχομένως να γίνει ένας τέτοιος σεισμός αλλά οφείλουμε να σχεδιάζουμε με βάση αυτό το ενδεχόμενο, ενδεχόμενο το οποίο είναι πολύ μικρό σε πιθανότητα».
«Το φαινόμενο της διάσπαρτης σεισμικότητας σε όλη τη χώρα, έχει επαναληφθεί χωρίς να προϊδεάζει κάποιον μεγάλο σεισμό. Δεν στοιχειοθετείται έξαρση σεισμικής δραστηριότητας, καθώς θα έπρεπε να είναι σεισμοί πάνω από 5 και 6 Ρίχτερ», κατέληξε ο κ. Λέκκας.
O καθηγητής σεισμολογίας, Γεράσιμος Παπαδόπουλος, τόνισε σε δηλώσεις του στον ΣΚΑΪ, πως υπάρχει επιφύλαξη και για αυτό οι ειδικοί δεν μπορούν να είναι καθησυχαστικοί αφού δεν υπάρχουν εκείνα τα απαραίτητα δεδομένα ώστε ξεκάθαρα να λεχθεί πως ο σεισμός των 4,9 βαθμών της κλίμακας ρίχτερ που σημειώθηκε προχθές στη Λέσβο ήταν ο κύριος και τώρα είμαστε καθαρά στη φάση των μετασεισμών.
Όπως εξήγησε αναλυτικότερα, το ενδεχόμενο ενός μεγαλύτερου σεισμού δεν είναι μεγάλο μεν δεν είναι απίθανο δε.
Ήταν ο κύριος;
«Δεν ξέρουμε ο 4,9 αν είναι ο κύριος ή αυτός, μαζί με όλους τους άλλους, είναι προσεισμοί ενός ισχυρότερου», είπε συγκεκριμένα τονίζοντας πως αυτά είναι τα ενδεχόμενα.
Σε κάθε περίπτωση ο καθηγητής επιβεβαίωσε πως τόσο στην ελληνική επικράτεια όσο και διεθνώς, είναι σύνηθες μετά από έναν ισχυρό σεισμό να ακολουθούν κι άλλοι, σχεδόν εξίσου, ισχυροί.
«Το έχουμε παρατηρήσει», είπε υπογραμμίζοντας πως οπωσδήποτε αυτό παραμένει όμως ένα από τα στοιχεία εκείνα που προκαλούν αβεβαιότητα στους επιστήμονες ως προς τις αξιολογήσεις και για αυτόν τον λόγο δεν καθίσταται δυνατόν να καταλήξουν στο ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας.
«Νομίζω ότι αύριο, μεθαύριο το πολύ, θα έχουμε περισσότερα δεδομένα», συνόψισε.
«Ελπίζουμε να έχουμε περισσότερα δεδομένα», πρόσθεσε συστήνοντας υπομονή και ψυχραιμία.