Σοκ σε όλο το Αστυνομικό Μέγαρο έχει προκαλέσει ο θάνατος του 40χρονου συναδέλφου τους που εργαζόταν στο Τμήμα Διαχείρισης Υλικού – Χρηματικού της Διεύθυνσης Ασφαλείας Θεσσαλονίκης και το μεσημέρι της Δευτέρας προχώρησε στο απονενοημένο διάβημα.
Ο αστυνομικός που πέθανε ακαριαία όταν έστρεψε το υπηρεσιακό του πιστόλι στο κεφάλι του και έριξε μία βολή στον κρόταφο, ήταν γεννημένος το 1982, είχε τον βαθμό του Υπαστυνόμου Β’ και μαζί με τη σύζυγό του είχαν αποκτήσει δύο παιδιά, ηλικίας έξι ετών. Η είδηση του θανάτου του και, μάλιστα, κατά αυτόν τον τρόπο, σκόρπισε τη θλίψη στους δικούς του ανθρώπους και τους γέμισε με ερωτηματικά που παραμένουν αναπάντητα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο αστυνομικός που είχε υπεύθυνη θέση στο συγκεκριμένο τμήμα της Ασφάλειας που υπηρετούσε, είχε προσέλθει κανονικά τη Δευτέρα στη βάρδια του και όσο βρίσκονταν στο γραφείο του δεν ανέφερε τίποτα ανησυχητικό στους συναδέλφους του. Όταν έφτασε η ώρα για να σχολάσει, βγήκε από το κτήριο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, κατευθύνθηκε στον κοντινό χώρο στάθμευσης επί της οδού Μοναστηρίου, μπήκε μέσα στο αυτοκίνητό του και τράβηξε την σκανδάλη.
Οι συνάδελφοί του 40χρονου που έφτασαν στο σημείο, μόλις αντίκρισαν το άψυχο σώμα του ξεκίνησαν αμέσως έρευνες προκειμένου να καταλήξουν σε ένα συμπέρασμα για τις συνθήκες που συνέβη η τραγωδία. Ένα από τα σημάδια που είδαν πρώτα, ήταν ότι η σφαίρα είχε εισέλθει από την δεξιά μεριά του κροτάφου και υπήρχε τραύμα εξόδου στην αριστερή μεριά, ενώ διαπέρασε και το παράθυρο του οδηγού. Αφού ερεύνησαν τον χώρο και το ασημί αυτοκίνητο που άνηκε στον 40χρονο, απέκλεισαν κάθε ενδεχόμενο εγκληματικής ενέργειας και ο θάνατός του αποδόθηκε σε αυτοκτονία.
Άνθρωποι που γνώριζαν τον Γ.Φ. μιλούν με τα καλύτερα λόγια για εκείνον και αδυνατούν να πιστέψουν πως, από τη μία στιγμή στην άλλη, ένας από τους πιο χαμογελαστούς και ευχάριστους ανθρώπους που υπηρετούσαν στην Ελληνική Αστυνομία, αποφάσισε να βάλει τέλος στη ζωή του. Όπως λένε, ο 40χρονος δεν είχε αναφερθεί ποτέ σε οικογενειακά ή προσωπικά ζητήματα που μπορεί να τον προβλημάτιζαν και δεν είχε δείξει ποτέ κάποιο σημάδι για αυτό που θα αποφάσιζε να πράξει το μεσημέρι της Δευτέρας.
Ο ίδιος λάτρευε τα δύο του παιδιά, είχε μία ήσυχη οικογενειακή ζωή, ενώ ποτέ δεν μίλησε ανοιχτά για σοβαρά επαγγελματικά ζητήματα που ενδεχομένως να τον απασχολούσαν και να του ασκούσαν ψυχολογική πίεση, όπως λένε άνθρωποι που εργάζονταν μαζί του. «Ήταν από τα καλύτερα παιδιά και πάντα με το χαμόγελο στα χείλη», ανέφεραν χαρακτηριστικά συνάδελφοί του, τονίζοντας ότι ούτε οι πιο στενοί του άνθρωποι δεν είχαν αντιληφθεί πως αντιμετώπιζε κάποιο σοβαρό πρόβλημα που θα μπορούσε να τον οδηγήσει στο απονενοημένο διάβημα.