Οι εντάσεις μεταξύ Ιράν και Ισραήλ έχουν κλιμακωθεί επικίνδυνα τις τελευταίες εβδομάδες, με κορύφωση φυσικά την πρόσφατη επίθεση της Τεχεράνης κατά του Τελ Αβίβ με 200 βαλλιστικούς πυραύλους.
Σύμφωνα με μια αναλυτική έρευνα του Reuters, ωστόσο, που βασίστηκε σε δικαστικά έγγραφα και δημόσιες δηλώσεις αξιωματούχων, υπάρχουν στοιχεία για δεκάδες απόπειρες δολοφονιών, απαγωγών και τρομοκρατικών χτυπημάτων σε δυτικές χώρες τα τελευταία χρόνια που συνδέονται με το Ιράν.
Όπως αναφέρει το σχετικό δημοσίευμα, από το 2020 έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 33 τέτοιες επιθέσεις σε ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ, για τις οποίες είτε οι τοπικές είτε οι Ισραηλινές Αρχές υποστηρίζουν ότι εμπλέκονται Ιρανοί πράκτορες ή ότι υπάρχει κάποιου άλλου είδους σχέση με την ισλαμική χώρα. Οι στόχοι περιλαμβάνουν Iσραηλινούς πολίτες, εβραϊκούς οργανισμούς, καθώς και Ιρανούς αντιφρονούντες και προσωπικότητες που αντιτίθενται στο καθεστώς της Τεχεράνης.
Μια από αυτές τις υποθέσεις αφορά ένα σχέδιο επίθεσης στην Αθήνα που είχε στο στόχαστρο το κτίριο που στεγάζει το εβραϊκό κέντρο Chabad και ένα kosher εστιατόριο στου Ψυρρή. Σύμφωνα με στοιχεία που ανακαλύφθηκαν από τις ελληνικές αρχές και επικαλείται το Reuters, ο Σαγιέντ Φαχάρ Αμπάς, ένας Πακιστανός που ζει στο Ιράν, είχε στρατολογήσει έναν άλλο Πακιστανό, τον Σαγιέντ Ιρτάζα Χαϊντέρ, ο οποίος διέμενε στην Ελλάδα, για να πραγματοποιήσει την επίθεση στο κτίριο.
Ο Αμπάς είπε στον σύνδεσμό του ότι εργαζόταν για μια οργάνωση που θα πλήρωνε περίπου 15.000 ευρώ ανά δολοφονία.
Σε μια ανταλλαγή μηνυμάτων στο WhatsApp τον Ιανουάριο του 2023, η οποία περιγράφεται λεπτομερώς στα έγγραφα που επικαλείται το πρακτορείο, οι δύο άνδρες συζητούσαν αν θα χρησιμοποιούσαν εκρηκτικά ή εμπρησμό για την επίθεση. Ο Αμπάς υπογράμμιζε την ανάγκη να προσκομιστούν αποδείξεις για τις «απώλειες» μετά το χτύπημα. «Υπάρχουν μυστικές υπηρεσίες» που εμπλέκονται, έλεγε, χωρίς να αναφέρει ονόματα. «Κάνε τη δουλειά με τρόπο που να μην αφήνει περιθώρια για παράπονα».
Τα έγγραφα που αναφέρονται στην έρευνα του Reuters περιλαμβάνουν εκατοντάδες σελίδες στοιχείων που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας των ελληνικών Αρχών, συμπεριλαμβανομένων καταθέσεων μαρτύρων και συνομιλιών στο WhatsApp. Δείχνουν πώς ο Αμπάς προετοίμαζε τον σύνδεσμό του, έναν συμπατριώτη του Πακιστανό ονόματι Σαγιέντ Ιρτάζα Χαϊντέρ, για την επίθεση, ανάμεσα σε γενικού περιεχομένου συζητήσεις για τη ζωή τους πίσω στην πατρίδα τους.
Οι ελληνικές αρχές συνέλαβαν τον Χαϊντέρ και έναν άλλο Πακιστανό πέρυσι, και ανακοίνωσαν ότι η αστυνομία βοήθησε στην εξάρθρωση ενός τρομοκρατικού δικτύου που καθοδηγούνταν από το εξωτερικό και είχε ως στόχο να προκαλέσει «ανθρώπινες απώλειες». Οι δύο άνδρες αντιμετωπίζουν κατηγορίες που σχετίζονται με την τρομοκρατία, ωστόσο αρνούνται ότι έχουν διαπράξει αδικήματα.
Ο Χαϊντέρ, που αφέθηκε ελεύθερος μέχρι τη δίκη του με περιοριστικούς όρους, λέει ότι είναι αθώος. Σε συνέντευξή του, ο 28χρονος δήλωσε στο Reuters ότι έστειλε στον Αμπάς φωτογραφίες εκείνου του κτιρίου, αλλά καθυστέρησε σκόπιμα να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε επίθεση, ελπίζοντας να πληρωθεί χωρίς να βλάψει κανέναν. «Ήταν μόνο λόγια», ανέφερε χαρακτηριστικά. Ο δικηγόρος του, Ζαχαρίας Κεσσές, δήλωσε στο πρακτορείο ότι ο Χαϊντέρ «δεν συμμετείχε ποτέ ουσιαστικά» σε παράνομη δραστηριότητα.
Ο φερόμενος ως «εγκέφαλος» της σχεδιαζόμενης επίθεσης, ο Αμπάς, αντιμετωπίζει επίσης κατηγορίες που σχετίζονται με την τρομοκρατία. Στην πατρίδα του, στο Πακιστάν, καταζητείται ως ύποπτος για φόνο, δήλωσε αξιωματούχος της πακιστανικής αστυνομίας. Μέχρι σήμερα παραμένει ελεύθερος.
Αν και η ελληνική αστυνομία αρνήθηκε να μιλήσει στο Reuters σχετικά με την υπόθεση, η ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών Μοσάντ, η οποία βοήθησε την ελληνική έρευνα, δήλωσε ότι η σχεδιαζόμενη επίθεση ενορχηστρώθηκε από το Ιράν, στο πλαίσιο ενός πολυεθνικού δικτύου που έχει την έδρα του στην Ισλαμική Δημοκρατία. Η ισραηλινή κυβέρνηση αρνήθηκε να σχολιάσει την υπόθεση ή άλλες δραστηριότητες της Μοσάντ.
Το Ιράν αρνείται τον ισχυρισμό της Μοσάντ. Ωστόσο, οι επιχειρησιακές τεχνικές ταιριάζουν με μοτίβα που έχουν παρατηρηθεί σε άλλες υποθέσεις που εμφανίζονται ως συνωμοσίες του Ιράν. Αυτά τα μοτίβα αφορούν το είδος του στόχου – Ισραηλινοί ή Εβραίοι πολίτες – και την επιλογή πληρωμένων δολοφόνων που δεν είναι Ιρανοί. Σε τουλάχιστον δύο άλλες υποθέσεις της έρευνας του Reuters φέρονται να εμπλέκονται Πακιστανοί υπήκοοι. Τουλάχιστον έξι από τις συνωμοσίες που κατέγραψε το Reuters στην Ευρώπη από το 2020 είχαν ισραηλινούς ή εβραϊκούς στόχους.
Το δημοσίευμα του πρακτορείου αναφέρει λεπτομέρειες για το πώς ξεκίνησε η επικοινωνία μεταξύ του Αμπάς, που βρισκόταν στο Ιράν, και του Χαϊντέρ που ζούσε στην Ελλάδα ως μετανάστης χωρίς χαρτιά. Ο Χαϊντέρ δήλωσε στο Reuters ότι οι δύο τους γνωρίζονταν από την πατρίδα τους. Και οι δύο κατάγονται από την ίδια πόλη Αλιπούρ στην επαρχία Παντζάμπ, στο ανατολικό Πακιστάν. Και οι δύο είναι σιίτες μουσουλμάνοι.
Ο Χαϊντέρ σπούδασε μηχανικός στο Πακιστάν και έφτασε στην Ελλάδα το 2019, δήλωσε στο Reuters. Εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο όπου ζούσε σε μια πολυκατοικία με άλλους Πακιστανούς υπηκόους και δούλευε περιστασιακά σε ελαιώνες ή όπου αλλού έβρισκε μεροκάματο.
Ο Αμπάς εγκατέλειψε επίσης την πατρίδα του όπου καταζητείται για την οργάνωση μιας απαγωγής και δολοφονίας τον Οκτώβριο του 2021, σύμφωνα με αξιωματούχο της τοπικής αστυνομίας που εργάζεται στην επαρχία Παντζάμπ.
Ο Αμπάς, που είναι πατέρας δύο παιδιών, πέρασε οδικώς στο Ιράν τον Φεβρουάριο του 2022 και έκτοτε δεν έχει επιστρέψει. Η στρατολόγηση του Χαϊντέρ ξεκίνησε μετά την άφιξη του Αμπάς στο Ιράν. Μέχρι τον Απρίλιο του 2022, οι δύο τους επικοινωνούσαν μέσω WhatsApp, σύμφωνα με την κατάθεση του Χαϊντέρ στον ανακριτή και τα μηνύματα που περιγράφονται λεπτομερώς στα νομικά έγγραφα.
Σε μια ανταλλαγή μηνυμάτων στο WhatsApp τον Νοέμβριο του 2022, οι δύο άνδρες συζήτησαν στόχους και μεθόδους θανατηφόρων επιθέσεων. Ο Αμπάς είπε στον Χαϊντέρ να τονίσει σε οποιονδήποτε άλλον κατάφερνε να στρατολογήσει τι ήταν διατεθειμένη να πληρώσει η ομάδα: «Η αμοιβή ανά κεφάλι είναι πέντε εκατομμύρια ρουπίες» – περίπου 16.000 ευρώ εκείνη την εποχή.
Οι άνδρες συζητούσαν συχνά για τα χρήματα. Ο Χαϊντέρ πίεζε τον Αμπάς να στείλει χρήματα, σύμφωνα με τις συνομιλίες στο WhatsApp. Ο Αμπάς παραπονέθηκε τον Δεκέμβριο του 2022 ότι δεν μπορούσε να πληρώσει το νοίκι του και έπρεπε να δανειστεί μετρητά. «Όταν τελειώσει η δουλειά, δεν θα ξαναχρειαστούμε χρήματα για το υπόλοιπο της ζωής μας» έγραψε ο Αμπάς στον Χαϊντέρ τον ίδιο μήνα.
Μια σκηνοθετημένη δολοφονία
Καθώς το 2022 πλησίαζε στο τέλος του, ο Αμπάς πίεζε τον Χαϊντέρ να στείλει φωτογραφίες Chabad στην Αθήνα, ένα διώροφο κτίριο όπου στεγάζεται το εβραϊκό κέντρο, και το οποίο διαθέτει χώρο προσευχής και εστιατόριο Kosher.
Ο Χαϊντέρ ζήτησε τη βοήθεια του τρίτου υπόπτου για να του παράσχει φωτογραφίες και βίντεο του κτιρίου τον Δεκέμβριο του 2022, όπως κατέθεσε ο άνδρας στον ανακριτή. Ο τρίτος ύποπτος είπε επίσης στις αρχές ότι δεν γνώριζε ότι το κτίριο ήταν εβραϊκό κέντρο. Ο τρίτος άνδρας είπε ότι μόνο αργότερα ο Χαϊντέρ μετέφερε την πρόταση του Αμπάς να πληρώσει για τις δολοφονίες, οπότε εκείνος αρνήθηκε αμέσως.
Στις αρχές Ιανουαρίου του 2023, ο Χαϊντέρ ταξίδεψε στην Αθήνα και κατέγραψε βίντεο από το Chabad της Αθήνας και τη γύρω περιοχή, όπως κατέθεσε. Προωθώντας το υλικό στον Αμπάς, περιέγραψε την περιοχή ως γεμάτη καταστήματα και τουρίστες. Ο Αμπάς απάντησε λέγοντας «καλή δουλειά».
Οι μέθοδοί τους ήταν κατά καιρούς ερασιτεχνικές. Ο Χαϊντέρ σκηνοθέτησε μια ψεύτικη δολοφονία στην προσπάθειά του να ξεγελάσει τον Αμπάς και τα αφεντικά του. Ενώ βρισκόταν στην Αθήνα, ο Χαϊντέρ έπεισε έναν άνδρα με καταγωγή από το Νεπάλ να παίξει το ρόλο του θύματος σε μια εικονική εκτέλεση, υποσχόμενος να τον πληρώσει 2.500 ευρώ, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Νεπαλέζου που περιλαμβάνεται στα έγγραφα. Ο Χαϊντέρ τον έντυσε με ρούχα λερωμένα με αίμα από σφαγμένη κατσίκα, και στη συνέχεια του είπε να ξαπλώσει στο πάτωμα και να κάνει τον νεκρό, ώστε να τον βιντεοσκοπήσει. Ο Χαϊντέρ είπε στον ανακριτή ότι σκηνοθέτησε το τέχνασμα επειδή ο Αμπάς τον πίεζε να σκοτώσει ανθρώπους.
Μέχρι τη δεύτερη εβδομάδα του Ιανουαρίου 2023, ο Αμπάς και ο Χαϊντέρ είχαν επικεντρωθεί στο εστιατόριο Chabad of Athens, υποστηρίζουν οι ερευνητές στα έγγραφα. Ο Αμπάς πρότεινε εμπρησμό. «Ό,τι μπορείτε, κάντε το γρήγορα, δεν θα μου δοθεί πολύς χρόνος», έγραψε ο Αμπάς στις 9 Ιανουαρίου. «Θα γίνει, το υπόσχομαι», απάντησε ο Χάιντερ.
Οι ελληνικές Αρχές έβαλαν τέλος στα σχέδιά τους μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Ενεργώντας βάσει μιας πληροφορίας που έφτασε σε αυτούς ανώνυμα, αστυνομικοί ερεύνησαν το διαμέρισμα του Χαϊντέρ και τον συνέλαβαν για κατοχή πλαστών εγγράφων ταυτότητας. Οι εισαγγελείς απήγγειλαν κατόπιν κατηγορίες για τρομοκρατία. Στην κατάθεσή του μετά τη σύλληψή του, ο Χαϊντέρ περιέγραψε την ομάδα στην οποία τον στρατολόγησε ο Αμπάς ως μια μεγάλη οργάνωση με έδρα το Ιράν.
Καθώς περιμένει τη δίκη του, ο Χαϊντέρ λέει ότι εργάζεται σε δύο δουλειές στη Ζάκυνθο – ως υπάλληλος εστιατορίου και ως φύλακας ασφαλείας. Δυσκολεύεται να κοιμηθεί. Αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης στην Ελλάδα, ωστόσο αναφέρει ότι ακόμα κι αν αθωωθεί τελικά, δεν μπορεί να επιστρέψει ποτέ στην πατρίδα του επειδή φοβάται την τιμωρία από τον Αμπάς ή τον κύκλο του. «Φοβάμαι γιατί δεν ξέρω τι θα συμβεί εδώ, και δεν μπορώ να επιστρέψω στο Πακιστάν» λέει χαρακτηριστικά.