Το «πράσινο φως» που δόθηκε την Τετάρτη από τους Πρέσβεις των 27 της ΕΕ για το κοινό αμυντικό δάνειο SAFE (Security Action for Europe) ύψους 150 δισ. ευρώ, αποτέλεσε το πρώτο βήμα για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας.
To SAFE αποτελεί τμήμα του ευρύτερου προγράμματος για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης ReArm Europe, που παρουσίασε στα τέλη Μαρτίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το οποίο στοχεύει στην κινητοποίηση έως και 800 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Πέρα δηλαδή από τα 650 εκατ. ευρώ που προβλέπονται ότι θα δαπανηθούν από τους προϋπολογισμούς των κρατών μελών το χρηματοδοτικό εργαλείο SAFE θα έρθει να παρέχει επιπλέον χαμηλότοκα πολυετή δάνεια, ύψους έως και 150 δισ. ευρώ, τα οποία θα εγγυάται ο προϋπολογισμός της ΕΕ.
Τα δάνεια αυτά θα προορίζονται για την κοινή χρηματοδότηση αγορών και εξοπλιστικών έργων όπως η παραγωγή πυραύλων, πυρομαχικών, μη επανδρωμένων αεροσκαφών και αντιαεροπορικών αμυντικών συστημάτων κ.ά.
Τα γκρίζα σημεία
Ουσιαστικά το SAFE θα αποτελεί την κοινή χρηματοδότηση αμυντικών έργων προβλέποντας όμως τη συμμετοχή της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας σε ποσοστό 65% στο συνολικό κόστος του τελικού στρατιωτικού εξοπλισμού.
Το υπόλοιπο ποσοστό, έως και 35%, μπορεί να προέρχεται από χώρες εκτός ΕΕ, όπως η Νορβηγία και η Ουκρανία, που έχουν υπογράψει μια εταιρική σχέση άμυνας και ασφάλειας, καθώς και η Μ. Βρετανία, η οποία υπέγραψε με την ΕΕ παρόμοια συμφωνία εταιρικής σχέσης ή και υποψήφιες προς ένταξη χώρες.
Αυτή η πρόβλεψη για τις χώρες εκτός ΕΕ θεωρείται ότι θα βοηθήσει ώστε να ανοίξει η «πόρτα» στην Τουρκία για να εντάξει τις εταιρείες της στην κοινή χρηματοδότηση παρά την αντίθεση της Ελλάδας και της Κύπρου και τις διαπραγματεύσεις που προηγήθηκαν το μόνο που έγινε εφικτό ήταν να υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις.
Να σημειωθεί ότι η Τουρκία έχει ήδη πατήσει πόδι στην ΕΕ μέσω της Ιταλίας με τις ευλογίες της ιταλικής κυβέρνησης που ενέκρινε την εξαγορά της κρατικής Piaggio Aerospace από την γνωστή τουρκική εταιρεία Baykar η οποία απλά έχει πλέον τον πλήρη έλεγχο μιας αμιγώς αμυντικής ευρωπαϊκής εταιρείας.
Μπορεί βέβαια οι τελικές ανακοινώσεις και αποφάσεις να επικυρωθούν από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων που θα συνεδριάσει στις 27 Μαΐου στις Βρυξέλλες αλλά οι μεγάλες χώρες όπως η Γερμανία έχουν διαμηνύσει στην Αθήνα ότι η Τουρκία θα αποτελέσει σημαντικό τμήμα της ευρωπαϊκής άμυνας ως ένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ που διαθέτει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό.

Η ελληνική πραγματικότητα
Η τεράστια κινητικότητα που υπάρχει αυτήν την περίοδο στον κλάδο της αμυντικής βιομηχανίας φάνηκε πρόσφατα και στη διεθνή αμυντική έκθεση Defea 2025 που πραγματοποιήθηκε πριν λίγες ημέρες στην Αθήνα.
Αποτέλεσε γεγονός ότι πολλές μεγάλες ξένες αμυντικές εταιρείες πολλών ευρωπαϊκών και μη χωρών αναζητούσαν και κυνηγούσαν ελληνικές για να εξετάσουν τα περιθώρια συνεργασιών. Δέλεαρ φυσικά εκτός από το ReArm Europe είναι και το ελληνικό εξοπλιστικό πρόγραμμα των 28 δισ. ευρώ για τα επόμενα 10 χρόνια αλλά και η κυβερνητική δέσμευση για 25% εγχώρια συμμετοχή. Έντονη κινητικότητα όμως υπάρχει και από τις ξένες πρεσβείες που πυκνώνουν τις επαφές τους με φορείς της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας ώστε να φέρουν σε συνεργασία τις εταιρείες των χωρών τους.
Παρά το γεγονός όμως ότι οι ελληνικές αμυντικές και άλλες εταιρείες είδαν με αισιοδοξία ότι δημιουργούνται όλες οι προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί ο κλάδος της αμυντικής βιομηχανίας στη χώρα μας μετά από πολλά χρόνια στασιμότητας διαβλέπουν μια πολιτική επιβράδυνση από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Ταυτόχρονα, είδαν ως ιδιαίτερα θετική ενέργεια του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να συγκαλέσει την ιστορική σύσκεψη στο Μαξίμου με όλους τους φορείς και τις μεγάλες εταιρείες του αμυντικού κλάδου και δείγμα ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός θέλει να χαράξει αμυντική πολιτική. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η ίδρυση Γενικής Γραμματείας Εθνικής Ασφάλειας απευθείας στην Προεδρία της Κυβέρνησης, με επικεφαλής τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας Θάνο Ντόκο, που θα δρα υπό τον πρωθυπουργό.
Αυτό που επισημαίνεται όμως με έμφαση από παράγοντες του κλάδου είναι ότι πλέον πρέπει να υπάρξουν πιο αποφασιστικές και γρήγορες ενέργειες και κυρίως θα πρέπει να υπάρξει συγκεκριμένος σχεδιασμός και έλεγχος.
Άλλωστε όπως ανέφεραν στρατιωτικές πηγές στο newmoney.gr μετά την προτεραιοποίηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων έχουν κατατεθεί οι άμεσες ανάγκες των Ένοπλων Δυνάμεων και πλέον είναι ζήτημα πολιτικής έγκρισης και απόφασης. Όπως σημειώνουν, λοιπόν, παράγοντες, παρά το γεγονός ότι ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας στην παραμονή του στην Defea προέβαλε με έντονο τόνο τα ζητήματα διαφθοράς στα εξοπλιστικά, δεν θα πρέπει να αποτελούν λόγο για μεγάλες καθυστερήσεις ή και στασιμότητα.
Εξαιτίας αυτού άλλωστε ο Σύνδεσμος Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού (ΣΕΚΠΥ) ζητάει τη σύσταση γενικής γραμματείας ή υφυπουργείου αμυντικής βιομηχανίας που θα έχει την ευθύνη του σχεδιασμού, ελέγχου και της υλοποίησης των έργων στο τομέα των εξοπλιστικών.

Τα πρώτα εξοπλιστικά που έρχονται
Πάντως σύμφωνα με πληροφορίες τα προγράμματα που αναμένεται σχετικά γρήγορα να προχωρήσουν είναι η απόκτηση της 4ης φρεγάτας belharra καθώς θα πατήσει πάνω στην προηγούμενη σύμβαση με τις διαπραγματεύσεις με τους Γάλλους της Naval να έχουν προχωρήσει και το κόστος να διαμορφώνεται περίπου στο 1 δισ. ευρώ χωρίς τον φόρτο των πυρομαχικών.
Σχετικά γρήγορα θα προχωρήσει και η προμήθεια πολλαπλών εκτοξευτών MLRS του Πυροβολικού με τις δύο προτάσεις για το σύστημα Puls της ισραηλινής ELBIT και της αμερικανικής Lockheed Martin με το κόστος να έχει έχει προϋπολογιστεί περίπου στα 700 εκατ. ευρώ.
Σύντομα αποφάσεις αναμένονται και για την αντιπυραυλική και αντι-drone ασπίδα που θα καλύψει το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής επικράτειας. Για τον Ελληνικό Θόλο έχουν καταθέσει προτάσεις οι δύο ισραηλινές εταιρείες IAI και Rafael αλλά και εταιρείες από Γερμανία και Γαλλία.
Σύμφωνα με πληροφορίες πάντως πλεονέκτημα φαίνεται να έχει η IAI με το BARAK MX που αναμένεται να αποτελεί την ραχοκοκαλιά του Θόλου καλύπτοντας όλη την ηπειρωτική Ελλάδα.
Τέλος, αναμένεται επιτέλους να προχωρήσει η περιβόητη αναβάθμιση των φρεγατών ΜΕΚΟ αν και περιορισμένη. Μετά την ακύρωση της συμφωνίας με την κοινοπραξία TKMS – THALES το ΠΝ θα προχωρήσει μόνο με την εγκατάσταση κυρίως νέων ηλεκτρονικών συστημάτων και τις μηχανολογικές εργασίες στο ναύσταθμο Σαλαμίνας ή σε ναυπηγείο με κόστος περίπου 300 ευρώ από το αρχικό των 600 ευρώ.
