Παρότι ένα business jet σε συνεχή χρήση από έναν επιχειρηματία που προσπαθούσε ταυτόχρονα να αποφύγει κάθε λογής αντιπάλους αλλά και να επιβλέψει τις δραστηριότητες μια εταιρείας που προσέφερε μισθοφορικές υπηρεσίες σε πλήθος χωρών, ούτως ή άλλως είχε αυξημένες πιθανότητες να εμπλακεί σε ένα σοβαρό ατύχημα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι ο θάνατος του Γιεβγκένι Πριγκοζίν ήταν αποτέλεσμα ενός σχεδίου δολοφονίας του.
Αυτό μάλιστα δείχνουν να θεωρούν δεδομένο και τα περισσότερα δυτικά ΜΜΕ που σχεδόν ευθέως αποδίδουν στον Βλαντίμιρ Πούτιν την εντολή για τη δολοφονία του δημιουργού της μισθοφορικής εταιρείας Wagner.
Και είναι αλήθεια ότι από ορισμένες απόψεις μια τέτοια ερμηνεία φαντάζει λογική. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι πολύ πρόσφατα ο Πριγκοζίν ηγήθηκε μιας ιδιότυπης εξέγερσης εναντίον του Ρωσικού υπουργείου Άμυνας αλλά ουσιαστικά και της ρωσικής κυβέρνηση εν συνόλω, εξέγερσης ένοπλης, με θύματα από την πλευρά των κυβερνητικών δυνάμεων και κορυφαία στιγμή την πορεία μιας φάλαγγας στρατιωτικών οχημάτων της Wagner προς τη Μόσχα. Αυτή ήταν ίσως η πιο μεγάλη αμφισβήτηση που δέχτηκε ο Πούτιν, ένας πολιτικός που, όπως ο ίδιος έχει δηλώσει, δεν ανέχεται την προδοσία.
Εάν σε αυτό προσθέσουμε ότι δυτικές υπηρεσίες και κυβερνήσεις έχουν αποδώσει στον Πούτιν δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων ή και «ενοχλητικών» δημοσιογραφικών, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί προκύπτει το αφήγημα ότι το δυστύχημα ήταν ουσιαστικά μια απόφαση εκτέλεσης του Πριγκοζίν.
Ωστόσο – και αναμονή στοιχείων από την όποια διερεύνηση της πτώσης του τζετ του Πριγκοζίν – υπάρχουν και λόγοι για μεγαλύτερη επιφύλαξη απέναντι σε ένα τέτοιο σενάριο. Καταρχάς υπάρχει το ερώτημα γιατί να το κάνει τώρα η Ρωσία και μάλιστα την ημέρα της διεύρυνσης των BRICS, δηλαδή επισκιάζοντας ένα γεγονός που δείχνει ότι κάθε άλλο παρά απομονωμένη είναι. Έπειτα, υπάρχει το ζήτημα γιατί να δοκιμάσει μαζί με τον Πριγκοζίν να θελήσει να εξοντώσει και όλη την ηγεσία της Wagner παρότι είναι σαφές ότι η μισθοφορική εταιρεία παραμένει χρήσιμη για τους σχεδιασμούς του Κρεμλίνου, ιδίως από τη στιγμή που παίζει σημαντικό ρόλο στο να εξασφαλίζει μια έμμεση ρωσική παρουσία και υποστήριξη σε κυβερνήσεις σε κρίσιμες ζώνες όπως είναι η Αφρική. Και βέβαια υπάρχει και το ερώτημα εάν θα επέλεγε μια τόσο «εντυπωσιακή» μεθοδολογία, ιδίως από τη στιγμή που η Δύση αποδίδει στις ρωσικές υπηρεσίες κυρίως δολοφονίες με νευροτοξίνες.
Από την άλλη, έχει ενδιαφέρον ότι στη σχετική συζήτηση δεν δίνεται τόση βαρύτητα στο ποιες άλλες χώρες είχαν στο στόχαστρο τον Πριγκοζίν. Καταρχάς, υπάρχουν η ίδια η Ουκρανία που προφανώς δεν έχεις συγχωρέσει καθόλου στη Wagner ότι έπαιξε έναν καθοριστικό ρόλο σε κρίσιμες στιγμές της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης». Και παρότι η ρωσική κυβέρνηση ήθελε να ενσωματώσει τους μαχητές της Wagner στην Ουκρανία στις τακτικές ένοπλες δυνάμεις της, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι για τις ουκρανικές αρχές ήταν πάντα μια παράμετρος στο συνολικό συσχετισμό δύναμης. Και βέβαια με τις επιθέσεις με drones και άλλες ενέργειες, οι ουκρανικές υπηρεσίες έχουν δείξει ότι μπορούν να έχουν δράση σε ρωσικό έδαφος.
Ούτε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Wagner ήταν στο στόχαστρο και των Ηνωμένων Πολιτείων. Αυτό έχει να κάνει κυρίως με τον ρόλο που έχει η μισθοφορική εταιρεία στην Αφρική όπου εκπροσωπεί ουσιαστικά τη ρωσική πολιτική και όπου έχει καλύψει ένα μέρος του κενού που έχει αφήσει η μερική αποχώρηση δυτικών δυνάμεων, ιδίως των γαλλικών, από ορισμένες χώρες του Σαχέλ. Με δεδομένο ότι είτε ανοιχτά φιλοδυτικές είτε όχι οι χώρες της περιοχής χρειάζονται στρατιωτική υποστήριξη απέναντι στη συνεχιζόμενη δράση ισλαμιστικών ένοπλων κινημάτων, οι ΗΠΑ θα ευελπιστούσαν σε μια αποχώρηση της Wagner ώστε να καλύψουν ένα κρίσιμο κενό και άρα να διατηρήσουν μια επιρροή. Αντιθέτως, η δυνατότητα καταφυγής στις υπηρεσίες της Wagner είναι που λειτουργεί ενισχυτικά προς ενδεχόμενες επιλογής ρήξης με τη Δύση. Δεν είναι τυχαίο ότι π.χ. απέναντι στο πραξικόπημα στον Νίγηρα οι ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει σχετικά χαμηλούς τόνους, ακριβώς επειδή θέλουν να διατηρήσουν στρατιωτική παρουσία αλλά και να αποφύγουν να ενισχυθεί η παρουσία της Wagner.
Όλα αυτά διαμορφώνουν μια εικόνα όπου ήταν αρκετοί αυτοί που θα μπορούσε κανείς εύλογα να υποθέσει ότι θα ήθελαν μια Wagner αποδυναμωμένη και έναν Πριγκοζίν χωρίς την εξουσία και παρουσία που ακόμη διατηρούσε, ιδίως εάν αναλογιστούμε πέραν των διεθνών ρηγμάτων και τα διάφορα ενεργά ρήγματα εντός ακόμη και των ρωσικών ελίτ. Προφανώς, η διαπίστωση ότι μια μισθοφορική εταιρεία είναι ενοχλητική για περισσότερες της μίας κυβερνήσεις δεν μεταφράζεται αυτόματα και σε εντολή δολοφονίας του επικεφαλής της, όμως το ενδεχόμενο για «πράγματα που γίνονται αλλά δεν λέγονται» είναι πάντα υπαρκτό και τα ιστορικά παραδείγματα είναι αρκετά.
Σε κάθε περίπτωση, το σίγουρο είναι ο Γιεβγκένι Πριγκοζίν είχε φτάσει σε ένα όριο. Οικοδόμησε μια μεγάλη μισθοφορική εταιρεία διαχειριζόμενος μεγάλα κεφάλαια και υπό την προϋπόθεση ότι θα αποδεχόταν το πλαίσιο που όριζε το Κρεμλίνο. Υπερεκτίμησε, όμως, σε κάποια στιγμή τη δυνατότητά του να αμφισβητεί πολιτικές του Κρεμλίνου –ακόμη χειρότερα θεώρησε ότι μπορούσε να υπαγορεύει πολιτικές ή και να εκβιάζει για να περάσουν αυτές – και όλα αυτά την ώρα που η Wagner εμπλεκόταν όχι μόνο στον πόλεμο της Ουκρανίας αλλά και σε ευρύτερες γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις.
Το εάν όλα αυτά όντως μεταφράστηκαν σε αποφάσεις για «λήψεις μέτρων σε βάρος του ή όντως επρόκειτο για δυστύχημα, μπορεί και να μην το μάθουμε ποτέ και απλώς να κυκλοφορούν διαφορετικά αφηγήματα. Σε τελική ανάλυση, ακόμη και το τυχαίο γεγονός μπορεί τελικά να είναι το τελευταίο κομμάτι σε ένα παζλ ήδη συμπληρωμένο.