Γράφει ο Παντελής Σαββίδης, anixneuseis.gr
1.-Επειδή συνειδητοποιήσαμε ότι έχουμε ένα αδύναμο κράτος και μια κυβέρνηση χαμηλών προσδοκιών αυτά που επισημαίνουμε εδώ δεν έχουν να κάνουν με καμιά αντιπολιτευτική διάθεση. Μια τέτοια διάθεση προϋποθέτει ότι υπάρχει εναλλακτική λύση. Τέτοια λύση δεν διαφαίνεται.
Ο Συριζα έχει περιέλθει σε μια εσωστρέφεια από τη οποία δεν φαίνεται να βγαίνει.
Το ΠΑΣΟΚ, τώρα, άρχισε να μπουσουλάει. Χρειάζεται χρόνο για να πείσει ότι μπορεί να αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας.
Η Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη (η διευκρίνηση κρίνεται απαραίτητη διότι υπάρχουν και άλλες, βουβές προς το παρόν, ΝΔ οι οποίες θα αναθαρρήσουν μετά την 20η Ιανουαρίου) δείχνει κουρασμένη και χωρίς πολιτική. Μιλάμε, απλώς, για πολιτική διαχείριση, όχι για πολιτικό όραμα.
Χρειάζεται μια αλλαγή η οποία, μάλλον, θα προέλθει απο το εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος και η αλλαγή αυτή θα ενθαρρυνθεί απο τη νέα αμερικανική κυβέρνηση. Εκτός και αν ο κ. Μητσοτάκης βρει επαφή και υποστήριξη στο περιβάλλον του νέου αμερικανού προέδρου. Για όσους απορούν, ας γνωρίζουν ότι στην Ελλάδα τίποτε δεν γίνεται χωρίς την έγκριση της Πρεσβείας. Σε θέματα δε κυριαρχικών δικαιωμάτων τίποτε δεν γίνεται, πλέον, και χωρίς την έγκριση της Τουρκίας.
Επειδή εδώ θέλουμε να αναπτύξουμε έναν διάλογο σε βάθος και ένας τέτοιος διάλογος χρειάζεται απόλυτη γνώση της πραγματικότητας για να γίνουν και οι αναγκαίες προτάσεις, η αλήθεια δεν πρέπει να προκαλεί τα αρνητικά κομματικά αντανακλαστικά. Δεν μας ενδιαφέρει ο κομματικός λόγος. Θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε τα δεδομένα της πραγματικότητας και πάνω σε αυτά να δούμε πως θα αντιμετωπίσουμε το υπαρξιακό μας πρόβλημα.
2.-Η κυρίαρχη αντίληψη είναι ότι η οικονομία πάει καλά αλλά, οι άνθρωποι με μεσαία εισοδήματα και κάτω δεν τα βγάζουν πέρα στην καθημερινότητά τους. Για λόγους επικοινωνιακούς, περισσότερο, διότι δεν λύνουν το πρόβλημα, η κυβέρνηση μας έχει βομβαρδίσει με διάφορα επιδόματα αλλά για να τα πάρεις πρέπει να βρίσκεσαι στο όριο της πείνας. Πέραν του ότι τα χρήματα είναι ελάχιστα.
Υπάρχει και η αντίφαση ότι η οικονομία πάει καλά αλλά το χρέος αυξάνεται. Σχόλια για την θετική εικόνα της οικονομίας την αποδίδουν σε τομείς όπως ο τουρισμός και άλλα παρεμφερή που δεν είναι, μόνο, εποχιακά αλλά και δεν διασφαλίζουν την διαχρονική σταθερότητα μιας οικονομίας.
Μετά την έκλειψη του σοσιαλιστικού στρατοπέδου οι δύο προτάσεις που διαμορφώθηκαν έθεταν το ερώτημα η πολιτική ή η οικονομία θα έχει τον κυρίαρχο ρόλο στις δυτικές- και όχι, μόνο- κοινωνίες. Σχεδόν παντού (Κίνα Ρωσία εξαιρούνται) η πολιτική υποχώρησε της οικονομίας.
Σ αυτήν την σχολή βρίσκεται και ο κ. Μητσοτάκης. Γι αυτό το διεθνές σύστημα τον έβλεπε θετικά ως σήμερα.
Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος θα επιδιώξει μεγαλύτερη παρέμβαση της πολιτικής στην κυριαρχία της οικονομίας.
Το διεθνές κεφάλαιο που κυριαρχούσε ως σήμερα, κυρίως, αυτό που ασπαζόταν την ψευδεπίγραφη λογική της ανοικτής κοινωνίας, με τους διεθνείς θεσμούς του διαμόρφωσε την δικαιωματική ατζέντα που δεν έχει να κάνει με την ευαισθησία του στα δικαιώματα των κοινωνικών μειονοτήτων. Το γιατί την προωθεί είναι ζητούμενο αλλά περισσότερο λογική εμφανίζεται η υπόθεση ότι αυτό το κεφάλαιο και όσοι περιστρέφονται γύρω του, εκείνο που επιδιώκουν είναι η έκλειψη από την ανθρώπινη συνείδηση κάθε είδους ταυτότητας. Από φύλου μέχρι εθνικής.
Η μη ταυτότητα φύλου βοηθά στην αποδόμηση και της εθνικής ταυτότητας.
Η τελική κατάληξη είναι μια παγκόσμια διακυβέρνηση, χωρίς εθνικές ή άλλες ιδιαιτερότητες, με τον άνθρωπο, ή το ανθρωποειδές που θα διαμορφωθεί ως τότε, ως εργαζόμενο και καταναλωτή.
Ο κ. Μητσοτάκης ανήκει ιδεολογικά σε αυτό το διεθνές ρεύμα το οποίο προώθησαν οι Δημοκρατικοί στις ΗΠΑ και εν πολλοίς το επέβαλαν στην Δύση. Υπάρχουν κατά τόπους αντιστάσεις αλλά παρουσιάζονται ως προβληματικής προσαρμοστικότητας στα νέα δεδομένα.
Αυτά τα νέα δεδομένα τα διαμορφώνουν οικονομικοί παράγοντες που στις εκλογές των ΗΠΑ συντάχθηκαν με τον Τράμπ, την πολιτική άποψη, δηλαδή, που αμφισβητεί όλον τον προσανατολισμό που έδωσαν οι Δημοκρατικοί ως νέο ιδεολογικό, πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο. Και εδώ υπάρχει ένας προβληματισμός για την σχέση κεφαλαίου και πολιτικής εξουσίας στις ΗΠΑ.
Οι πετρελαιαάδες του Τέξας και το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα που συνεργάζεται μαζί τους για τον εντοπισμό, την εξαγωγή και την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων βρήκαν υποστήριξη στην κυβέρνηση των Δημοκρατικών που άνοιξε τα διεθνή μέτωπα για λόγους γεωπολιτικούς (πάντοτε το επιθετικό κεφάλαιο των ΗΠΑ είχε ανάγκη το γεωπολιτικό άλλοθι) ενώ οι νέες τεχνολογίες συμπαρατάχθηκαν στο πλευρό του Τράμπ.
Το παράδοξο αυτής της συμπαράταξης είναι ότι το κεφάλαιο των νέων τεχνολογιών χρειάζεται ανοικτά σύνορα ή, μάλλον είναι αυτό που τα αποδομεί. Όχι τον προστατευτισμό και τα αυστηρά σύνορα της νέας αμερικανικής κυβέρνησης. Ή η συμπαράταξη θα είναι προσωρινή, ή κάτι αφανές συντρέχει το οποιο ξεφεύγει απο τις αναλύσεις.
Σ αυτό το διεθνές πλαίσιο η πολιτική Μητσοτάκη θα εισπράττει τα εύσημα των διεθνών οίκων αλλά με τα εύσημα δεν τρέφεται η κοινωνία.
3.-Η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει το συγκεντρωτικό της μοντέλο όχι, μόνο, για διοικητικούς αλλά και οικονομικούς λόγους.
Ο συγκεντρωτισμός ήταν αποτέλεσμα της επιθυμίας μιας αθηναϊκής ελίτ να εγκαταλείψει η πόλη τα κλασικά μεγαλοπρεπή ιστορικά της χαρακτηριστικά και να προσομοιάσει στις διεθνείς πόλεις που διαμορφώνονται παγκοσμίως. Αυτό προϋπέθετε το μεγάλωμά της και πληθυσμιακά και απο πλευράς έκτασης. Η επιχείρηση έγινε με τον ελληνικό τρόπο και τα αποτελέσματα είναι τα σημερινά. Χρειάζεται αλλαγή παιδείας και κουλτούρας για να σωθεί η πρωτεύουσα. Στον βαθμό και την ποιότητα που απαιτούνται δεν τα διαθέτει το πολιτικο-οικονομικό σύστημα. Και δεν ενδιαφέρεται κιόλας. Το μοναδικό ενδιαφέρον είναι η κατοχή και η νομή της εξουσίας. Εκεί τελειώνουν τα πάντα στην Ελλάδα. Γι αυτό δεν θα υπάρξει όραμα, απαραίτητη προϋπόθεση για οποιαδήποτε αλλαγή.
Εάν η νέα αμερικανική κυβέρνηση εκτιμήσει πως για να προωθήσει την πολιτική της πρέπει να ελέγξει τις δυτικές κυβερνήσεις, ο κ. Μητσοτάκης δεν θα περάσει καλά. Η αλλαγή θα γίνει εσωκομματικά. Το μειωμένο ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την Ελλάδα φαίνεται και από το γεγονός ότι δεν έχουν φροντίσει ως σήμερα να αναζητήσουν εναλλακτική κυβερνητική πρόταση. Ο διαφαινόμενος λόγος δεν μας κολακεύει.
4.-Υπάρχει και το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Εκεί η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει μια αναθεωρητική Τουρκία η οποία, πλέον, παίζει σε διεθνές επίπεδο. Έχει καταφέρει η Άγκυρα να συνδυάζει την διπλωματική πίεση με την στρατιωτική επιβολή. Καταθέτει τις αναθεωρητικές της προτάσεις και αν ο απέναντι δεν συμφωνεί αρχίζει η διακριτική, στην αρχή, και πιο συγκεκριμένη και πιεστική στη συνέχεια, ενεργοποίηση της σκληρής ισχύος. Αυτό το σύστημα η Τουρκία το έχει δομήσει εδώ και χρόνια. Σήμερα έχει έρθει η ώρα να το αξιοποιήσει.
Στη Συρία ο Ερντογάν ζήτησε από τον Άσαντ να συναντηθούν και να διευθετήσουν «πολιτικά» την συριακή κρίση. Ο Άσαντ, λογικά, αρνήθηκε αν οι Τούρκοι δεν αποχωρούσαν από τις περιοχές που έχουν καταλάβει στη βόρειο Συρία. Και ο Ερντογάν ενεργοποίησε τους τζιχαντιστές που ελέγχει. Ο Άσαντ σήμερα κινδυνεύει με πλήρη απώλεια της εξουσίας.
Ο Ερντογάν έχει γίνει ένας απαραίτητος παίκτης στην περιοχή και για την Ρωσία και για τις ΗΠΑ.
Επιδίωξη του τούρκου προέδρου είναι να του αναγνωρισθεί διαμεσολαβητικός ρόλος και στην Συρία και στην ουκρανία τον οποίο γνωρίζει πως θα αξιοποιήσει.
Η αναβάθμιση του Ερντογάν είναι μια εξέλιξη αρνητική για την ελληνική οπτική. Ήδη, η Τουρκία έχει περιορίσει πολύ την Αθήνα στην άσκηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων της στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Ουσιαστικά, η Αθήνα έχει παραδοθεί. Δεν έχει τη δυνατότητα να αντιδράσει διότι σε τέτοιες περιπτώσεις η διπλωματία δεν αποδίδει. Χρειάζεται η διπλωματία να υπονοήσει ότι πίσω της διαθέτει σκληρή ισχύ. Δεν ξέρω αν η Ελλάδα διαθέτει την σκληρή ισχύ που χρειάζεται αυτήν την στιγμή η διπλωματία. Σίγουρα, όμως, όπως φαίνεται δεν διαθέτει την βούληση να την αξιοποιήσει.
5.- Επικοινωνιακός ερασιτεχνισμός. Η Τουρκία ενώ τόσα χρόνια διαθέτει άμεση σχέση με τρομοκρατικές οργανώσεις καταφέρνει και διαχειρίζεται την στάση της αυτή σε επίπεδο διεθνούς κοινής γνώμης. Όχι, μόνο, αυτό αλλά ενώ σήμερα είναι αυτή που πυροδότησε την ενεργοποίηση του Εμφυλίου στη Συρία, εμφανίζεται διεθνώς ως ειρηνευτική δύναμη και ως δύναμη που προσφέρεται να μεσολαβήσει.
Στην Αθήνα, αντιθέτως, το ενδιαφέρον τους εξαντλείται στο εσωτερικό επίπεδο διαχείρισης της κοινής γνώμης. Η διεθνής παρουσία της Ελλάδας στην ενημέρωση της κοινής γνώμης είναι ανύπαρκτη.
Στο εσωτερικό έχει επιλεγεί ένας χονδροειδής τρόπος που λειτουργει αρνητικά για την κυβέρνηση.
Παράδειγμα η διαχείριση της αναβληθείσας ή ακυρωθείσας επίσκεψης του πρωθυπουργού στη Βηρυτό.
Το πρώτο λάθος είναι ότι δεν ανακοινώνεις επίσκεψη σε εμπόλεμη περιοχή πριν το επίσημο πρόσωπο βρεθεί επι τόπου.Οι πιθανότητες να μην πραγματοποιηθεί η επίσκεψη λόγω γενικότερης ρευστότητας είναι πολλές.
Το δεύτερο ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος προανήγγειλε την επίσκεψη με διθυράμβους περί σημαντικού συμβολισμού αλλά και μηνύματος σταθερότητας που υποδηλώνει η ελληνική παρουσία στην περιοχή.
Κανείς δεν πιστεύει πως η Ελλάδα μπορεί να επηρεάσει την σταθερότητα της περιοχής αλλά το σημαντικό είναι ότι η απουσία της Ελλάδας όλα αυτό το διάστημα της πολεμικής κρίσης ήταν ηχηρή. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά διότι τα προβλήματα ξεπερνούσαν το γεωπολιτικό εκτόπισμα της Ευρώπης, πολύ περισσότερο της Ελλάδας.
Αλλά να φθάνει ο εκπρόσωπος να μιλά για ελληνική παρουσία είναι σαν να προκαλεί τη λογική της ελληνικής κοινής γνώμης.
Υπάρχει και κάτι χειρότερο. Η κυβέρνηση διέρρευσε τις προηγούμενες, της επίσκεψης, ημέρες σε φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ υλικό και πληροφορίες για τον σκοπό της είσκεψης και σύμφωνα με την “Καθημερινή”, η επίσκεψη απέβλεπε στην ανασυγκρότηση και αναδιαμόρφωση του στρατού του Λιβάνου. Τέτοια πράγματα δεν τα λες την παραμονή μιας επίσκεψης. Και δεν τα λες πριν αποφασισθούν και συμφωνηθούν. Η γελοιοποίηση υπηρξε πλήρης.