Γιατί το βουλγαρικό Κοινοβούλιο αποφάσισε στις 24 Ιουνίου να άρει υπό όρους το βέτο για την ένταξη του κράτους των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Γιατί στα Σκόπια ο σοσιαλδημοκράτης Πρωθυπουργός Ντίμιταρ Κοβάτσεφσκι θεωρεί τη γαλλική πρόταση ως μία αρχική βάση για συζήτηση, ενώ η εθνικιστική αντιπολίτευση του VMRO-DPMNE υπό τον Χρίστιαν Μίτσκοσκι χαρακτηρίζει την πρόταση «προδοτική» και οργανώνει διαδηλώσεις διαμαρτυρίας;
Γράφει ο Κωνσταντίνος Χολέβας (Πολιτικός Επιστήμων)
Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα και μας δείχνουν πώς άλλοι λαοί υπερασπίζονται την ιστορία τους -έστω τη δική τους ερμηνεία της ιστορίας- και την εθνική ταυτότητά τους και διαπραγματεύονται σκληρά, όπως έκανε εν προκειμένω η Βουλγαρία.
Ας πάρουμε τα πράγματα από τη αρχή:
Μέχρι τις 24 Ιουνίου όλοι βλέπαμε μία προσπάθεια της Βουλγαρίας να συνδέσει την ενταξιακή διαπραγμάτευση των Σκοπίων με τα βουλγαρικά αιτήματα, τα οποία ξεκινούν από μία γενικότερη αμφισβήτηση της “μακεδονικής” ιστορίας, γλώσσας και ταυτότητας. Η αμφισβήτηση άρχισε τον Ιανουάριο του 1992, όταν η Βουλγαρία αναγνώρισε μεν το νέο κράτος που προέκυψε από τη διάλυση της Γιουγοσλαβίας με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας», αλλά δεν αναγνώρισε εθνότητα και γλώσσα με το όνομα «μακεδονική».
Οι περισσότεροι πολιτικοί ηγέτες και η επιστημονική κοινότητα στη Σόφια θεωρούν ότι στο κράτος αυτό κατοικεί μεγάλος αριθμός πολιτών βουλγαρικής καταγωγής και ότι οι λεγόμενοι ήρωες του «Μακεδονικού» λαού ήσαν στην πραγματικότητα Βούλγαροι. Η γαλλική Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία έληξε στις 30 Ιουνίου, ανέλαβε να βρει μία συμβιβαστική πρόταση για να αρθεί το βουλγαρικό βέτο.
Η Βουλγαρία διαπραγματεύθηκε με επιμονή και τελικά οι περισσότερες θέσεις της πέρασαν μέσα στη γαλλική πρόταση. Η πρόταση αυτή απεστάλη στα Σκόπια για διαβούλευση και όπως φαίνεται η κοινωνία και η πολιτική ηγεσία έχουν διχασθεί. Ορισμένοι φοβούνται ότι, αν αποδεχθούν τα βουλγαρικά αιτήματα, θα έχουν αποδεχθεί ουσιαστικά την αμφισβήτηση όλου του οικοδομήματος του «μακεδονισμού».
Η Βουλγαρία θα παρακολουθεί λεπτομερώς την ενταξιακή πορεία για να ικανοποιηθούν τρία κυρίως σημεία:
Πρώτον. Να αναγραφεί στο Προοίμιο του Συντάγματος των Σκοπίων η βουλγαρική εθνική κοινότητα ως συστατική και ιδρυτική εθνότητα μαζί με τους «Μακεδόνες», Αλβανούς κ.ά που αναγράφονται ήδη. Αυτό απαιτεί την πλειοψηφία των 2/3 για να εγκριθεί από τη Βουλή, άρα χρειάζεται και η συμφωνία της αντιπολίτευσης.
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι η αποδοχή αυτού του αιτήματος θα αποτελεί μία παραδοχή ότι επί δεκαετίες τα Σκόπια έκρυβαν μία (μόνον μία;) εθνότητα και μείωναν σκοπίμως τη δύναμή της στις απογραφές. Γιατί άραγε δεν ανέγραφαν μέχρι σήμερα τους Βουλγάρους στο Σύνταγμα;
Η Βουλγαρία αμφισβητεί την απογραφή των Σκοπίων του 2021, η οποία καταγράφει 3500 Βουλγάρους σε σύνολο 2 εκατομμυρίων κατοίκων. Η Σόφια μιλά για 100.000 Βουλγάρους τουλάχιστον, με τεκμήριο τη βουλγαρική υπηκοότητα που χορήγησε σε πολίτες των Σκοπίων. Θα αποδεχθεί η κυβέρνηση των Σκοπίων ότι οι απογραφές της ήταν ανακριβείς;
Το δεύτερο ευαίσθητο σημείο για τη Βουλγαρία είναι το όνομα της γλώσσας. Η Σόφια ζητεί να ενταχθεί στο πακέτο της διαπραγμάτευσης η δήλωση ότι: «Η Βουλγαρία δεν αναγνωρίζει γλώσσα με το όνομα: μακεδονική». Προφανώς την θεωρούν διάλεκτο της βουλγαρικής γλώσσας. Αν τα Σκόπια αρχίσουν τη διαπραγμάτευση με αυτή την παραδοχή ουσιαστικά αποδέχονται τη διεθνή αμφισβήτηση της γλώσσας τους με το συγκεκριμένο όνομα.
Το τρίτο κρίσιμο σημείο στη γαλλική πρόταση είναι η βουλγαρική απαίτηση να τηρηθεί πλήρως η Συμφωνία Φιλίας, Καλής Γειτονίας και Συνεργασίας που υπεγράφη την 1.8.2017 μεταξύ Σόφιας και Σκοπίων. Η Συμφωνία, μεταξύ άλλων,προβλέπει τη σύσταση μιας Μεικτής Διεπιστημονικής Επιτροπής για θέματα Ιστορίας και Εκπαίδευσης. Η Επιτροπή ασχολείται ήδη με πολύ λεπτά θέματα, στα οποία προκύπτουν διαφωνίες.
Αυτά περιλαμβάνουν την αλλαγή των βιβλίων Ιστορίας των Σκοπίων, τη διαγραφή αρνητικών χαρακτηρισμών για τον βουλγαρικό στρατό, ακόμη και σε αμφιλεγόμενες περιόδους, και τη συμφωνία για τη «μακεδονική» ή βουλγαρική ταυτότητα διαφόρων προσωπικοτήτων. Μεταξύ των προσώπων, για τα οποία διαπραγματεύονται οι δύο χώρες, είναι και οι Έλληνες αδελφοί και ιεραπόστολοι του 9ου αιώνος, οι Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος. Η Συμφωνία των Πρεσπών τούς αφήνει ακάλυπτους, οι δύο γειτονικές μας χώρες τούς διεκδικούν.
Όπως παρατηρούμε η Βουλγαρία, αν και είναι οικονομικά λιγότερο ισχυρή από την Ελλάδα και σήμερα βρίσκεται σε περίοδο ακυβερνησίας, διαπραγματεύθηκε αυτά που θεωρεί ως εθνικά συμφέροντά της πολύ καλύτερα από την ελληνική ομάδα, η οποία ανέλαβε να διαπραγματευθεί (;) τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έδωσε πολλά και πήρε ελάχιστα. Αντιθέτως η Βουλγαρία περιφρουρεί πιο αποτελεσματικά τα ζητήματα ιστορίας και πολιτισμού που την ενδιαφέρουν. Η γειτονική Βουλγαρία παραδίδει μαθήματα διαπραγμάτευσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε με όλες τις ερμηνείες, τις οποίες δίνει στα ιστορικά θέματα. Στην ανοιχτή συζήτηση μεταξύ Σκοπίων και Σόφιας η Ελλάς θα πρέπει να παρακολουθήσει με προσοχή τις διαβουλεύσεις και να προστατεύσει την ιστορία και την πολιτιστική κληρονομιά του Ελληνισμού.
Θα είναι πράγματι κωμικοτραγικό να ενταχθεί στα επίσημα κείμενα του προενταξιακού διαλόγου η βουλγαρική δήλωση ότι δεν υπάρχει «μακεδονική» γλώσσα και από την άλλη πλευρά οι συντάκτες της Συμφωνίας των Πρεσπών να αισθάνονται ευτυχείς που παραχώρησαν στους βόρειους γείτονές μας «μακεδονική» γλώσσα, ταυτότητα και ιστορία!