Η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα της Ευρώπης για την απεξάρτησή της από την Κίνα που αποτελεί τον σχεδόν μονοπωλιακό προμηθευτή σπάνιων γαιών.
Με την ηλεκτροκίνηση να προελαύνει και να αποτελεί εκ των βασικών πυλώνων της ενεργειακής μετάβασης της Ευρώπης, η τελευταία δείχνει αποφασισμένη να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή επάρκεια όσον αφορά τα «συστατικά» που είναι απαραίτητα προκειμένου να πετύχει τους στόχους της.
Ειδικότερα, για να παραχθούν προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, όπως είναι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, αλλά και «πράσινη» ενέργεια (από ΑΠΕ) η οποία η μεταξύ άλλων είναι απαραίτητη ώστε τα συγκεκριμένα οχήματα να είναι πλήρως φιλικά προς το περιβάλλον, απαιτούνται κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες (ΚΟΠΥ), μία κατηγορία στην οποία ανήκουν και οι σπάνιες γαίες.
Δηλαδή η ομάδα 17 μετάλλων με παρόμοιες φυσικές και χημικές ιδιότητες που βρίσκονται σε αφθονία στον φλοιό της Γης. Αποκαλούνται, ωστόσο, σπάνιες διότι δύσκολα βρίσκονται σε συγκεντρώσεις που είναι επαρκείς για την εξόρυξή τους με οικονομικό όφελος και μειωμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Ηλεκτροκίνηση και σπάνιες γαίες
Όσο τα προϊόντα τεχνολογίας (π.χ. smartphones) αυξάνονται, και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα πολλαπλασιάζονται, τόσο ενισχύεται η ζήτηση για τις σπάνιες γαίες. Επί παραδείγματι οι κινητήρες των μηδενικών ρύπων αυτοκινήτων απαιτούν νεοδύμιο, πρασεοδύμιο, δυσπρόσιο και τέρβιο, την ίδια ώρα που οι οθόνες στο εσωτερικό των σύγχρονων αυτοκινήτων χρειάζονται ευρώπιο, ύττριο και δημήτριο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο χρειάζεται 2 κιλά σπάνιες γαίες.
Η αύξηση της ζήτησης για σπάνιες γαίες, ωστόσο, έχει προκαλέσει ανησυχία στην ΕΕ, μιας και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές και συγκεκριμένα από τον σχεδόν μονοπωλιακό προμηθευτή, την Κίνα. Ο γίγαντας της Ασίας ελέγχει το 62% των σπάνιων γαιών που διατίθενται στην παγκόσμια οικονομία, καταφεύγοντας σε «μηχανισμούς» όπως τα πολύ χαμηλά ημερομίσθια και το σχεδόν ανύπαρκτο κανονιστικό πλαίσιο όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τις εξορύξεις.
Όπως, ωστόσο, κατέδειξαν οι οδυνηρές συνέπειες της μεγάλης εξάρτησης της Ευρώπης από το φυσικό αέριο της Ρωσίας, κάθε σχεδόν μονοπωλιακή σχέση συνιστά απειλή για τη Γηραιά Ήπειρο, δεδομένου ότι μπορεί να υποσκάψει τις προσπάθειες της ΕΕ να επιτύχει τους κλιματικούς και ψηφιακούς στόχους της.
Η τελευταία δείχνει να έλαβε το μάθημά της, με την Κομισιόν να προτείνει ένα ολοκληρωμένο σύνολο δράσεων ώστε να διασφαλιστεί η πρόσβαση της ΕΕ σε ασφαλή, διαφοροποιημένο, προσιτό και βιώσιμο εφοδιασμό με κρίσιμες πρώτες ύλες. Στόχος της Ευρώπης είναι το 10%-40% της εξόρυξης, της ανακύκλωσης και της επεξεργασίας κρίσιμων πρώτων υλών (συμπεριλαμβανομένων των σπάνιων γαιών) που χρησιμοποιεί να παράγονται εντός των συνόρων της, έως το 2030.
Η πράξη για τις κρίσιμες πρώτες ύλες προαναγγέλθηκε από την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κατά την ομιλία της για την κατάσταση της Ένωσης το 2022, κατά την οποία ζήτησε να αντιμετωπιστεί η εξάρτηση της ΕΕ από εισαγόμενες κρίσιμες πρώτες ύλες μέσω της διαφοροποίησης και της διασφάλισης του εγχώριου και βιώσιμου εφοδιασμού με κρίσιμες πρώτες ύλες.
Ο ρόλος της Ελλάδας
Η τεράστια αύξηση της ζήτησης για σπάνιες γαίες τα επόμενα χρόνια, αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη χώρα μας, μιας και μαζί με τις Γροιλανδία (σ.σ. δεν ανήκει στην ΕΕ αλλά μέσω της Δανίας θεωρείται ότι μπορεί να συνεισφέρει), Σουηδία, Φινλανδία και Νορβηγία συγκαταλέγεται στις μόλις 5 χώρες όπου έχουν εντοπιστεί κοιτάσματα σπάνιων γαιών και στις οποίες η ΕΕ έχει στηρίξει τις ελπίδες της για την εξαπόλυση της ενεργειακής της αντεπίθεσης.
Όπως αναφέρθηκε στη διαδικτυακή ημερίδα «Οι ορυκτές πρώτες ύλες της Ευρώπης και της Ελλάδας στην νέα ενεργειακή και ψηφιακή εποχή» που διοργάνωσε το 2021 η Σχολή Γεωλογίας του ΑΠΘ, το συγκεκριμένο έτος υπήρχαν 7 προχωρημένα έργα στην Ευρώπη, τα περισσότερα στις βόρειες χώρες και κυρίως στη Γροιλανδία.
Όσον αφορά τη χώρα μας, αυτή είναι προικισμένη ορυκτό πλούτο, και το γεωλογικό και γεωτεκτονικό περιβάλλον της είναι ιδιαίτερα πρόσφορο για την παρουσία σπανίων γαιών. Όμως οι επενδύσεις για έρευνες που θα δείξουν ποια ακριβώς μέταλλα υπάρχουν στο υπέδαφός της Ελλάδας και αν βρίσκονται σε εκμεταλλεύσιμες ποσότητες (άρα και αν μπορεί να υπάρξει οικονομικό όφελος), δεν είναι επαρκείς.
Το πρώτο μεγάλο βήμα για την Ελλάδα έγινε το 2014, στο πλαίσιο του 1ου ευρωπαϊκού συνεδρίου για κοιτάσματα σπάνιων γαιών που διεξήχθη στη Μήλο. Μία εξαμελής κινεζική αντιπροσωπεία αποτελούμενη από γεωλόγους και μηχανικούς μεταλλείων από τη γεωλογική υπηρεσία της Κίνας και δύο εκπροσώπους της μεταλλουργικής εταιρείας China Minmetals, επισκέφτηκε το νησί και τις εγκαταστάσεις της Αλουμίνιον της Ελλάδος.
Στη συνέχεια ο τότε Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ), Γιάννης Μανιάτης, συναντήθηκε με τον Πρέσβη της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στην Ελλάδα, Zou Xiaoli, ο οποίος συνοδευόταν από την εξαμελή αντιπροσωπεία, και δήλωσε ότι εγκαινιάστηκε μία πολυδιάστατη συνεργασία της ασιατικής χώρας με την Ελλάδα για την αξιοποίηση των σπάνιων γαιών.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ, νυν ΕΑΓΜΕ), υψηλή περιεκτικότητα σπάνιων γαιών ανιχνεύεται σε προσχωσιγενείς αποθέσεις στο παράκτιο και υποθαλάσσιο περιβάλλον μεταξύ Χαλκιδικής και Αλεξανδρούπολης, κυρίως στις εκβολές των ποταμών Στρυμόνα, Νέστου και Έβρου.
Kοιτασματολογικές έρευνες αλλά και αναλύσεις δειγμάτων που πραγματοποίησε το ΙΓΜΕ στο παρελθόν στις περιοχές αυτές ήταν αρκετά ενθαρρυντικές, εκτιμώντας αποθέματα 485 εκατ. tn με μέση περιεκτικότητα σπανίων γαιών 1,17%, κυρίως δημήτριο, λανθάνιο και νεοδύμιο. Το δημήτριο μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις οθόνες των ΙΧ, το λανθάνιο στις μπαταρίες των ηλεκτρικών οχημάτων και το νεοδύμιο στους ηλεκτροκινητήρες τους. Παρ’ όλα αυτά, τα συγκεκριμένα κοιτάσματα είχαν μεγάλη περιεκτικότητα σε θόριο, ένα ραδιενεργό χημικό στοιχείο.
Ιδιαιτέρως σημαντική περιοχή επίσης καταδεικνύεται αυτή μεταξύ Νέας Περάμου (ακρωτήριο Βρασίδας) και Στρυμονικού Κόλπου, ενώ εμπλουτισμοί σπάνιων γαιών έχουν επίσης εντοπιστεί -μεταξύ άλλων- στη Νοτιοδυτική Σαμοθράκη, στην Ανω Βυρσίνη στη Ροδόπη και στους Βωξίτες της Ζώνης Παρνασσού – Γκιώνας.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που προκύπτει από την εξόρυξη και επεξεργασία των σπάνιων γαιών και έχει «δέσει» τα χέρια της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης είναι η ραδιενέργεια, η οποία συνδέεται με την παρουσία υψηλών συγκεντρώσεων ουρανίου και θορίου, το οποίο εντοπίστηκε στο παράκτιο και υποθαλάσσιο περιβάλλον μεταξύ Χαλκιδικής και Αλεξανδρούπολης.
Ως εκ τούτου, προτού γίνει η εξόρυξη σπάνιων γαιών και η χώρα μας αποτελέσει την αιχμή του δόρατος στην αντεπίθεση της ΕΕ για την έστω μερική απεξάρτησή της από την Κίνα, πρέπει να γίνουν περαιτέρω έρευνες ώστε να διαπιστωθεί αν οι ποσότητες είναι αξιοποιήσιμες και να προσδιοριστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι.
Όσο, ωστόσο, η Κομισιόν «φωνάζει» μείωση των υφιστάμενων εξαρτήσεων της ΕΕ από λίγες ή και από μία μόνο χώρα, φωτογραφίζοντας την Κίνα, τόσο προκαλεί απορίες πώς θα μπορούσε επιτευχθεί το στρατηγικό της σχέδιο την ίδια ώρα που αυστηροποιούνται οι περιβαλλοντικοί όροι.