Επί εβδομάδες ολόκληρες τους Τούρκους και δη τους θιασώτες του λαϊκού, κεμαλικού κράτους βασανίζει μία απορία: Θα γίνουν τελικά εορτασμοί επί τη ευκαιρία της συμπλήρωσσης 100 χρόνων από τότε που ο Κεμάλ Ατατούρκ ίδρυσε τη σύγχρονη Τουρκία;
Είναι άραγε κάτι που επιθυμεί να εορτάσει η συντηρητική, ισλαμική κυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν; αναφέρει σε ανταπόκρισή της η Ντόιτσε Βέλε.
Μέχρι πρότινος δεν είχε γνωστοποιηθεί κάποιο επίσημο πρόγραμμα εκδηλώσεων. Λέγεται ότι στην Άγκυρα ακόμη και οι ξένοι διπλωμάτες προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους για να μάθουν τα νεότερα: Μήπως κάποιος έχει ακούσει κάτι; Μήπως έλαβε πρόσκληση; Μόλις την περασμένη Παρασκευή η Διεύθυνση Επικοινωνίας της Προεδρίας ανακοίνωσε μία σειρά εκδηλώσεων, η οποία φαίνεται να τιμά περισσότερο τη διακυβέρνηση Ερντογάν και λιγότερο την κληρονομιά του Ατατούρκ. Οι κεμαλιστές βλέπουν τις ανησυχίες τους να επιβεβαιώνονται. Εκτιμούν ότι ο Ερντογάν επιχειρεί να παραποιήσει την παρακαταθήκη του ιδρυτή του σύγχρονου τουρκικού κράτους, για να αυτοπροβληθεί ως γενάρχης μίας διαφορετικής, ισλαμιστικής Τουρκίας.
Ο Ερντογάν στη θέση του Ατατούρκ;
«Ο αιώνας της Τουρκίας» ήταν το κεντρικό προεκλογικό σύνθημα, με το οποίο ο Ερντογάν κέρδισε τις προεδρικές εκλογές του Μαΐου. Έχει ήδη συμπληρώσει περισσότερα από 20 χρόνια στην εξουσία και επιθυμεί να παραμείνει άλλα πέντε. Η Μπεάτε Άπελτ, επικεφαλής του Πολιτικού Ιδρύματος «Φρίντριχ Νάουμαν» στην Τουρκία, θεωρεί πράγματι ότι ο Ταγίπ Ερντογάν επιδίδεται σε συνεχείς συμβολισμούς, επιδιώκοντας μία αναγνώριση αντίστοιχη με αυτή που η (σσ: τουρκική) ιστορία επιφυλάσσει σήμερα στον Ατατούρκ.
Εκεί αποβλέπει και το σύνθημα «Ο αιώνας της Τουρκίας»: Ο Ατατούρκ είναι αυτός που εμπνεύστηκε το εγχείρημα του σύγχρονου κράτους, αλλά ο Ερντογάν (θεωρεί ότι) είναι εκείνος που ολοκληρώνει την υλοποίησή του, αναφέρει η Μπεάτε Άπελτ, μιλώντας στην DW. Η ίδια κάνει λόγο για μία «εντεινόμενη δυσαρέσκεια» πολλών Τούρκων, καθώς η επέτειος δεν εορτάζεται με τη μεγαλοπρέπεια που θα άρμοζε στο ιστορικό γεγονός, ενώ πολλές εκδηλώσεις προσλαμβάνουν θρησκευτικό χαρακτήρα, κάτι που επίσης δεν συνάδει με την παρακαταθήκη του Κεμάλ Ατατούρκ.
Ο ιδρυτής της σύγχρονης Τουρκίας είχε καθιερώσει αυστηρό διαχωρισμό θρησκείας και κράτους, καταργώντας το Χαλιφάτο και τις θρησκευτικές αδελφότητες. Αντιθέτως ο Ερντογάν, από τότε που ανήλθε στην εξουσία, επιφυλάσσει προνομιακή μεταχείριση στις ομάδες αυτές. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι ο ίδιος ποτέ δεν αναφέρεται στον ιδρυτή του κράτους με την πλήρη ονομασία του («Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ»), παρά μόνο κάνει λόγο για τον «βετεράνο Μουσταφά Κεμάλ». Το «Ατατούρκ», που σημαίνει «πατέρας όλων των Τούρκων», παραλείπεται. Μάλιστα σε κύκλους του κυβερνώντος κόμματος AKP ακούγονται απαξιωτικά σχόλια για ορισμένες συνήθειες του Ατατούρκ, όπως η ελευθεριότητα στην προσωπική του ζωή και η ροπή του προς το αλκοόλ.
Εφιάλτης του Ερντογάν η Τουρκία του Κεμάλ
Ο ιδρυτής του νέου κράτους ονειρευόταν μία Τουρκία σύγχρονη και φιλοδυτική, χωρίς θρησκευτικές εξαρτήσεις. Μέσα σε λίγα χρόνια επέβαλε πολλές και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Θέσπισε το λατινικό αλφάβητο, αντί του αραβικού. Εισήγαγε σύγχρονη νομοθεσία, με βάση τα δυτικά πρότυπα. Καθιέρωσε το δικαίωμα ψήφου για τις γυναίκες. Είχε προβλέψει ακόμη και νομοθεσία για τα καπέλα που επιτρέπονται στο νέο κράτος, αναγκάζοντας τους Τούρκους να αποχωριστούν το φέσι και το τουρμπάνι, για να φορέσουν ημίψηλο ή άλλα ευρωπαϊκά μοντέλα, όπως στο Λονδίνο ή το Παρίσι.
Όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις συνδέονται σήμερα με τον Κεμάλ. Αλλά στην πραγματικότητα, επισημαίνει ο Σαλίμ Τσεβίκ, επιστημονικός συνεργάτης του γερμανικού Ιδρύματος Επιστήμης και Πολιτικής (SWP) στο Βερολίνο, την εποχή εκείνη ο Ατατούρκ και οι συνοδοιπόροι του είχαν κυρίως έναν στόχο: Να αποτρέψουν την ολοκληρωτική ήττα, να διασώσουν ό,τι απέμεινε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, να ιδρύσουν ένα νέο κράτος που θα μπορεί να αντιμετωπίζει επιθέσεις από το εξωτερικό, αλλά και το εσωτερικό της χώρας. «Και αυτός ο στόχος έχει επιτευχθεί σε μεγάλο βαθμό», λέει ο Τσεβίκ.
«Σήμερα κανείς δεν αμφισβητεί την ύπαρξη του τουρκικού κράτους. Μάλιστα η Τουρκία έχει αναβαθμιστεί σε περιφερειακή δύναμη, συμμετέχει στο ΝΑΤΟ και άλλες διεθνείς συμμαχίες. «Ιδιαίτερα στον χώρο μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής η Τουρκία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο», επισημαίνει η Μπεάτε Άπελτ από το πολιτικό Ίδρυμα «Φρίντριχ Νάουμαν. Η ίδια θεωρεί ότι και ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν είναι σε θέση να αναλάβει διαμεσολαβητικές πρωτοβουλίες, για παράδειγμα μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, όπως φάνηκε και στο ζήτημα της εξαγωγής των ουκρανικών σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Ή ακόμη μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς.
Όμως ο Κεμάλ Ατατούρκ είχε διακηρύξει και έναν ακόμη στόχο, εκείνον της «φιλειρηνικής εξωτερικής πολιτικής». Το νέο κράτος θα παρέμενε μακριά από πολεμικές περιπέτειες, ώστε να διαφυλάξει την επικράτειά του. Έχει επιτευχθεί αυτός ο στόχος; Με εξαίρεση την Κύπρο στη δεκαετία του `70 μάλλον ναι, λέει ο αναλυτής Τσαβίκ. Ακόμη και ο ίδιος ο Ερντογάν στα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησής του απέφευγε να εμπλακεί σε πολέμους, υποστηρίζει. Η «Αραβική Άνοιξη» άρχισε να αλλάζει τα σχέδιά του, φέρνοντας τον Ερντογάν σε αντιπαράθεση με ορισμένες αραβικές χώρες. Τα τελευταία χρόνια, επισημαίνει ο Τσαβίκ, παρατηρείται ένας «πιο επιθετικός τόνος» και μία «εντεινόμενη στρατιωτικοποίηση».
Με πληροφορίες από Ντόιτσε Βέλε