Ο Γιώργος Παγουλάτος γράφει για τις επιλογές που έχουν κάνει Ελλάδα και Τουρκία σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, την στάση που έχουν κρατήσει οι δύο χώρες μέσα στα χρόνια και το παράθυρο ευκαιρίας που διαφαίνεται για πιο ειρηνική συνύπαρξη.
Ευτυχής η σύµπτωση όταν στην εξωτερική πολιτική μιας χώρας το αξιακά ηθικό ταυτίζεται με το εθνικά συμφέρον. Αυτό συνέβη στην επιλογή της Ελλάδας να συνταχθεί ανεπιφύλακτα με τη Δύση και την Ευρώπη στην υπεράσπιση της Ουκρανίας. Αυτό συνέβη επίσης στην ταχύτατη κινητοποίηση της ελληνικής κυβέρνησης, και αυθόρμητα της ελληνικής κοινωνίας, για άμεση ανθρωπιστική βοήθεια στην Τουρκία, την επομένη του καταστροφικού σεισμού.
Μέχρι τον σεισμό, οι αριθμοί και τα δεδομένα της Τουρκίας, και όχι μόνον η ρητορική Ερντογάν, εξέπεμπαν την αλαζονεία μιας ανερχόμενης αναθεωρητικής δύναμης με υπερφίαλη συναίσθηση του μεγέθους της. Μια χώρα πλέον 85 εκατομμυρίων, εκρηκτικού δημογραφικού δυναμισμού, μέλος του G20. Με φαραωνικά εγχειρήματα, όπως το νέο αεροδρόμιο και οι γέφυρες στον Βόσπορο και στα Δαρδανέλια. Με τον δεύτερο μετά τις ΗΠΑ μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ, με εγχώρια βιομηχανία που κατασκευάζει από τεθωρακισμένα μέχρι πολεμικά πλοία και μαχητικά αεροπλάνα. Με τις ηγεμονικές της φιλοδοξίες να ασφυκτιούν στο εκατονταετές κοστούμι της Λωζάννης…
Από την 6η Φεβρουαρίου, τα δεδομένα είναι άλλης τάξεως. Το ηγεμονικό αφήγημα Ερντογάν κονιορτοποιείται μαζί με τους χιλιάδες τόνους οπλισμένου σκυροδέματος που αποδείχθηκε άοπλο στην επέλαση των Ρίχτερ. Οι θαμμένοι στα ερείπια νεκροί είναι ίσως 50.000, αλλά μπορεί και πάνω από 150.000. Κανείς δεν ξέρει, δεν υπάρχουν αριθμοί, μόνον υποθέσεις. Προϋπήρχαν βέβαια 75.000 κτίρια με πολεοδομικές παραβάσεις που έλαβαν αμνηστία από τον Ερντογάν. Ακολουθούν οι επιδημίες, η ανθρωπιστική κρίση, τα εκατομμύρια αστέγων που πρέπει να αποκατασταθούν. Θα απαιτήσουν ένα πραγματικό διεθνές πρόγραμμα, κινητοποίηση οργανισμών, διασκέψεις δωρητών. Με πρωταγωνιστικό ρόλο της Δύσης, της Ευρώπης. Με ανθρωπιά και ευφυΐα η Ελλάδα τοποθετήθηκε ήδη επισπεύδουσα στη γιγαντιαία προσπάθεια ανακούφισης των δυο γειτονικών μας λαών – γιατί η τραγωδία έπληξε επίσης τη μαρτυρική, μετά από υπερδεκαετή εμφύλιο, Συρία.
Τα κυριότερα «θεμελιώδη» της Τουρκίας (γεωπολιτικά, πληθυσμιακά, στρατιωτικά) δεν θα έχουν ανατραπεί την επομένη των σεισμών. Ναι, η οικονομία της υφίσταται βαρύ πλήγμα, θα ανακάμψει όμως από τη μαζική ανοικοδόμηση. Ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας είναι δομικός, με ευρύτερη διάχυση στο τουρκικό πολιτικό σύστημα, και όχι απλώς προεκλογικά συγκυριακός. Η τραγωδία όμως υποχρεώνει τις τουρκικές ηγεσίες να επικεντρωθούν στην εσωτερική ανασυγκρότηση. Η επένδυση στην εθνικιστική ρητορεία για αρκετό καιρό δεν θα βρίσκει ευεπίφορα ακροατήρια.
Την επομένη της καταστροφής, η Δύση, οι ΗΠΑ, θα έχουν πιθανότατα αυξημένη επιρροή στον προσανατολισμό της τουρκικής κυβέρνησης που θα προκύψει μετά τις εκλογές. Η σταθεροποίηση της περιοχής, η ενεργειακή ασφάλεια στη Μεσόγειο αναδεικνύουν λογικές διαλόγου και πολυμερούς συνεργασίας.
Σε ό,τι μας αφορά, έπειτα από τρία χρόνια διαρκούς έντασης και τουρκικής προκλητικότητας, το θερμόμετρο επιτέλους κατεβαίνει. Η «διπλωματία των σεισμών» φέρνει στο προσκήνιο την ανθρώπινη αλληλεγγύη των λαών. Η συγκυρία της αποκλιμάκωσης ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας.
Τα ελληνοτουρκικά (όπως και το Κυπριακό) είναι νεκροταφείο χαμένων ευκαιριών. Οι δεκαετίες ωστόσο περνούν, η Τουρκία δεν πρόκειται να μετακινηθεί γεωγραφικά, και οι δημογραφικοί συσχετισμοί δεν μας ευνοούν. Η ευκαιρία της τουρκικής ευρωπαϊκής πορείας μετά το 1999 σπαταλήθηκε – ο αιώνιος φόβος του πολιτικού κόστους, το δόγμα «άσ’ το για αργότερα». Ομως ο μακρύς χρόνος δεν λειτουργεί υπέρ μας.
Δεν θα αλλάξει η ελληνική στρατηγική εξισορρόπησης της Τουρκίας – με ενισχυμένη αποτρεπτική ικανότητα στο στρατιωτικό πεδίο, διαρκή επένδυση στην Ε.Ε., στενή σχέση με τις ΗΠΑ, ισχυρές συμμαχίες στην περιοχή. Ομως ας είμαστε ειλικρινείς: καμία πλευρά δεν κερδίζει από την κούρσα των εξοπλισμών. Ως χώρα που έχασε ένα τέταρτο του ΑΕΠ την περασμένη δεκαετία, με δημόσιο χρέος διπλάσιο του εισοδήματός μας, το γνωρίζουμε καλά. Ως χώρα υποχρεωμένη να ξαναχτίσει μια περιοχή δέκα μεγάλων πόλεων και 13 εκατομμυρίων κατοίκων που ισοπεδώθηκε από τον σεισμό, η Τουρκία βρίσκεται κοντύτερα στο να το συνειδητοποιήσει.
Η στρατηγική της απλής διαχείρισης των εντάσεων με την Τουρκία είναι αμυντική και ηττοπαθής, αφήνει την πρωτοβουλία στον γείτονα. Η αλλαγή κλίματος ευνοεί έναν ουσιαστικό διάλογο με φιλοδοξία διευθέτησης, στη βάση της δικής μας ατζέντας. Το παράθυρο θα περιμένει για μετά τις εκλογές, αλλά δεν θα μείνει για πάντα ανοιχτό.
Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, γενικός διευθυντής ΕΛΙΑΜΕΠ.