Την αναβάθμιση των projects για τις έρευνες υδρογονανθράκων σε έργα εθνικής σημασίας ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, μετα τη σύσκεψη στα γραφεία της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων με τη συμμετοχή και της διοίκησης των ΕΛΠΕ.
Κατά την τοποθέτησή του ο πρωθυπουργός έκανε αναφορά σε «σημαντική αβεβαιότητα στη ζωή όλων μας» λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, σημειώνοντας πως έχουν προστεθεί σημαντικά βάρη και επώδυνες αυξήσεις σε ενέργεια και αγαθά πρώτης ανάγκης τα οποία ροκανίζουν το εισόδημα κάθε νοικοκυριού.
Ο πρωθυπουργός επίσης έθεσε ως στόχο την αποσαφήνιση της εικόνας για την ύπαρξη πιθανών κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ελλάδα έως το τέλος του 2023. «Εάν διαθέτουμε σημαντικά κοιτάσματα, θα αντικαταστήσουμε τις εισαγωγές με τον εθνικό μας πλούτο», υπογράμμισε ο Πρωθυπουργός, μιλώντας σε σύσκεψη με επιτελείς της Ελληνικής Ρυθμιστικής Εταιρείας Υδρογοανανθράκων και στελέχη του ενεργειακού κλάδου.
Δείτε αναλυτικά την παρουσίαση πατώντας εδώ
«Όλοι στην Ευρώπη και στην Ελλάδα συνειδητοποιούν ότι βιώνουμε το τέλος μιας εποχής», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σημειώνοντας πως όλοι συνειδητοποιούν τη σημασία της ενεργειακής αυτονομίας και ασφάλειας, σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία και γίνεται πιο επισφαλής.
Μιλώντας για τις ανάγκες της χώρας μας είπε πως πρέπει να επιτευχθεί μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό αέριο και να προχωρήσει η αναζήτηση εναλλακτικών για ορυκτά καύσιμα όπως το φυσικό αέριο τα οποία αποτελούν σήμερα μονόδρομο και για την πατρίδα μας. «Ο νέος αυτός δρόμος δεν μας απομακρύνει από τους μακροπρόθεσμους στόχους μείωσης των ρύπων του διοξειδίου του άνθρακα, είναι απλά μια εναλλακτική διαδρομή που επιβάλλει ο πολιτικός ρεαλισμός», είπε.
«Πρέπει να αυξήσουμε την προμήθεια αερίου από εναλλακτικές πηγές, όπως το LNG, όπως ο Eastmed, πρέπει να αυξήσουμε τις δυνατότητες αποθήκευσης LNG και πρέπει να αποφασίσουμε αν η Ελλάδα σε αυτό το νέο ενεργειακό τοπίο θα είναι μόνο κόμβος αποθήκευσης αερίου ή και χώρα παραγωγός», σημείωσε ο πρωθυπουργός.
Όπως τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης «ανακοινώνουμε την επιτάχυνση των ερευνών για την εξόρυξη φυσικού αερίου που η χώρα μας είναι πιθανό να διαθέτει σε σημαντικές ποσότητες με βάση τις προκαταρκτικές μελέτες, τόσο στον ηπειρωτικό όσο και στον θαλάσσιο χώρο, σε ζώνες αποκλειστικής εκμετάλλευσης».
Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε κοιτάσματα φυσικού αερίου σε θαλάσσιες περιοχές και όχι σε αποθέματα πετρελαίου ή χερσαία «οικόπεδα», ενώ στόχος είναι να επιταχυνθούν οι διαδικασίες κατά το πρότυπο χωρών της περιοχής όπως η Αίγυπτος, που εφήρμοσε ταχείες διαδικασίες τόσο για τη διερεύνηση όσο και για την έναρξη παραγωγής υδρογονανθράκων.
Όπως δήλωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, οι έρευνες αφορούν έξι εκτάσεις. Η μια είναι στην ηπειρωτική Ελλάδα στην περιφέρεια Ηπείρου και οι άλλες πέντε σε θαλάσσιες περιοχές. Στο Ιόνιο, στον Κυπαριασσιακό Κόλπο και στην Κρήτη.
«Εταιρίες που εμπλέκονται, τα ΕΛΠΕ και η Energean», είπε ο κ. Μητσοτάλης. «Αυτές τις δύο εταιρίες έχουμε μαζί μας. Αυτές δεσμεύονται σήμερα να ξεκινήσουν ένα εντατικό πρόγραμμα ερευνών ως το τέλος του 2023. Πρέπει ως τότε να γνωρίζουμε αν έχουμε μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου, ώστε να μπορούμε να γνωρίζουμε αν θα προχωρήσουμε στην εκμετάλλευσή τους».
«Γι’ αυτό και σε κάποιες περιοχές ίσως να μπορούμε να πετύχουμε κάποιες ερευνητικές γεωτρήσεις πριν το τέλος του 2023», αποκάλυψε ο πρωθυπουργός και συνέχισε λέγοντας πως «από τη μεριά μας, θα προσπαθήσουμε να αναβαθμίσουμε αυτά τα έργα σε έργα εθνικής σημασίας, προκειμένου να μην επαναληφθούν αναίτιες καθυστερήσεις και θα αναβαθμίσουμε την ΕΔΕΥ, την ελληνική κρατική εταιρία που συντονίζει αυτή τη διαδικασία, ώστε και αυτή, αν χρειαστεί να συμβάλλει σε προσπάθειες εξερεύνησης».
Από την πλευρά του, ο αρμόδιος υπουργός, Κώστας Σκρέκας, ανακοίνωσε ότι θα συσταθεί μία νέα ομάδα εργασίας, ενώ η ΕΔΕΥ θα απευθύνει επιστολή στους παραχωρησιούχους με την οποία θα τους ενημερώνει για την πρόθεση της κυβέρνησης να επιταχύνει τις έρευνες για τον εντοπισμό και την αξιοποίηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου.
Συγκεκριμένα, ο κ. Σκρέκας δήλωσε ότι το υπουργείο Ενέργειας θα κάνει άμεσα τρία πράγματα:
- Θα συσταθεί μια νέα task force που θα παρακολουθεί την εξέλιξη των ερευνών.
- Θα αναλάβει νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη σύντμηση των χρόνων των ερευνών.
- Θα σταλεί επιστολή στους παραχωρησιούχους από την ΕΔΕΥ που θα τους ενημερώνει για την πρόθεση της κυβέρνησης να επιταχύνει τις έρευνες για τον εντοπισμό και την αξιοποίηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου.
«Για να υπηρετήσουμε τον νέο εθνικό στόχο, έτσι όπως τον περιέγραψε ο Πρωθυπουργός, στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας θα κάνουμε τρία πράγματα: Πρώτον, θα ζητήσουμε μία νέα task force η οποία θα παρακολουθεί από κοντά την εξέλιξη των ερευνών για την ανεύρεση πιθανών εκμεταλλεύσεων κοιτασμάτων αέριων υδρογονανθράκων. Δεύτερον, θα προχωρήσουμε σε απαραίτητες νομοθετικές παρεμβάσεις για να γίνει σύντμηση στους χρόνους και να διευκολύνουμε τις έρευνες. Και τρίτον, θα σταλεί μία επιστολή στους παραχωρησιούχους από τη ΕΔΕΥ, που θα τους ανακοινώνει τις αποφάσεις της κυβέρνησής μας και τη νέα στρατηγική για επιτάχυνση της έρευνας και θα ζητάει να καταθέσουν τις προθέσεις τους άμεσα».
«Είμαι πολύ χαρούμενος γιατί τα κομμάτια ενός δύσκολου παζλ αρχίζουν να ενώνονται. Από όταν αναλάβαμε τη διοίκηση της ΕΔΕΥ, το καλοκαίρι του 2020, εργαστήκαμε σιωπηλά και συστηματικά με την πεποίθηση ότι αυτά τα οποία συζητάμε σήμερα μπορεί να είναι χρήσιμα, αλλά και μπορούμε να επιτύχουμε. Η επίσκεψη του Πρωθυπουργού σήμερα μας γεμίζει με ευθύνη και την υποχρέωση να εντατικοποιήσουμε την προσπάθειά μας για να μπορέσουμε να παραδώσουμε αποτελέσματα», δήλωσε από την πλευρά του ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΔΕΥ, Αριστοφάνης Στεφάτος.
«Η βούληση η οποία δηλώνεται σήμερα και η στρατηγική να εκμεταλλευτούμε τους υδρογονάνθρακες και ιδιαίτερα το φυσικό αέριο το οποίο πιθανόν να υπάρχει στην Ελλάδα, μόνο σωστή μπορεί να είναι και δεν αλλάζει σε καμία περίπτωση τη στρατηγική όσον αφορά το θέμα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής μετάβασης, ανέφερε Διευθύνων Σύμβουλος των ΕΛΠΕ, Ανδρέας Σιάμισιης.
«Θα ήθελα να τονίσω ότι πρόσφατα ολοκληρώσαμε τις σεισμικές δισδιάστατες έρευνες σε δύο περιοχές στο Ιόνιο -στο Ιόνιο και στον Κυπαρισσιακό- με απόλυτη επιτυχία και με το υψηλότερο επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας που θα μπορούσε να έχει μια τέτοια διαδικασία», προσέθεσε ο κ. Σιάμισιης.
«Είμαστε στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσουμε ότι προχωράμε στην πρώτη γεώτρηση η οποία θα γίνει στην Ελλάδα μετά από 22 χρόνια. Στη γεώτρηση στην περιοχή της Ηπείρου, σε μια περιοχή η οποία -όπως είπε και ο κ. Πρωθυπουργός- είναι μακριά από τις ιδιαίτερα περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές», είπε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Energean, Μαθιός Ρήγας.
«Και θα ήθελα να στείλω ένα μήνυμα σε όλες τις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες μπορεί να ανησυχούν, οι οποίες μπορεί να φοβούνται, να δουν το παράδειγμα του Πρίνου, όπου 41 χρόνια τώρα παράγεται πετρέλαιο και φυσικό αέριο χωρίς την παραμικρή επιβάρυνση της περιοχής, με απόλυτη αρμονία με την τοπική τουριστική βιομηχανία, την αλιεία αλλά και τις τοπικές κοινωνίες», συμπλήρωσε.
Ολόκληρη η τοποθέτηση του Πρωθυπουργού
Είχαμε μία πολύ παραγωγική συζήτηση και θα ήθελα να κάνω μία εισαγωγική τοποθέτηση επ΄ αυτών τα οποία συμφωνήσαμε.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η επακόλουθη διεθνής ενεργειακή κρίση έχουν προσθέσει ένα πολύ σοβαρό παράγοντα αβεβαιότητας στη ζωή όλων μας. Σημαντικά πρόσθετα βάρη και επώδυνες αυξήσεις τιμών σε τιμολόγια ενέργειας και αγαθά πρώτης ανάγκης ροκανίζουν το εισόδημα κάθε νοικοκυριού, κάθε επιχείρησης και απειλούν ευθέως τη δυναμική αλλά και αναγκαία ανάκαμψη όλων των οικονομιών της Ευρώπης.
Και όλοι στην Ευρώπη και στην Ελλάδα συνειδητοποιούμε με δραματικό τρόπο ότι βιώνουμε το τέλος μιας εποχής και την αρχή μιας νέας. Συνειδητοποιούμε πια με τον πιο σκληρό τρόπο τη σημασία της ενεργειακής αυτονομίας, της ενεργειακής ασφάλειας και τα ακόμα πιο γρήγορα βήματα τα οποία πρέπει να κάνουμε και σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο σ’ ένα κόσμο που αλλάζει ραγδαία και γίνεται ολοένα και πιο επισφαλής.
Και σε αυτό το νέο ενεργειακό περιβάλλον, η μείωση της εξάρτησής μας από το ρωσικό φυσικό αέριο και η αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων για ορυκτά καύσιμα μετάβασης, όπως το φυσικό αέριο, που θα εγγυηθούν από τη μία επάρκεια ενεργειακής ισχύος κι από την άλλη σταθερές και καλύτερες τιμές ενέργειας για όλους, αποτελούν σήμερα μονόδρομο. Μονόδρομο και για την πατρίδα μας.
Θέλω να τονίσω ότι ο νέος αυτός δρόμος σε καμία περίπτωση δεν μας απομακρύνει από τους μακροπρόθεσμους στόχους μείωσης των ρύπων του διοξειδίου του άνθρακα. Είναι απλά μία εναλλακτική διαδρομή για να καταλήξουμε στον ίδιο στόχο και είναι μια εναλλακτική διαδρομή την οποία επιβάλλει ο πολιτικός ρεαλισμός. Θα μας οδηγήσει με ασφάλεια, με χαμηλότερο κόστος και χωρίς καθυστερήσεις έως το 2030 στο στόχο της επίτευξης της μείωσης των εκπομπών κατά 55%, όπως έχουμε συμφωνήσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εμείς λοιπόν θεωρούμε ότι κάθε κρίση αποτελεί και μία ευκαιρία. Αλλά τι σημαίνει πρακτικά η σταδιακή μας απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο;
Πρώτον, ότι πρέπει να αυξήσουμε την προμήθεια αερίου από εναλλακτικές πηγές μέσω LNG, μέσω αγωγών, όπως ο αγωγός EastMed τον οποίο είχε την ευκαιρία ο Υπουργός να συζητήσει και πάλι στο Ισραήλ με τους ομολόγους του από την Κύπρο και από το Ισραήλ. Πρέπει να αυξήσουμε τις δυνατότητες αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου άμεσα. Είναι κάτι το οποίο ήδη δρομολογούμε. Και τρίτον, πρέπει να αποφασίσουμε -και αυτό ήταν και το αντικείμενο της σημερινής σύσκεψης- αν η Ελλάδα σε αυτό το νέο ενεργειακό τοπίο θα είναι μόνο κόμβος αποθήκευσης και μεταφοράς φυσικού αερίου ή θα είναι και μια χώρα παραγωγός φυσικού αερίου.
Και ακριβώς για αυτό βρισκόμαστε σήμερα εδώ. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Ελλάδα έχει ένα σημαντικό ρόλο να παίξει στο νέο ενεργειακό τοπίο το οποίο διαμορφώνεται. Είμαστε μια περιφερειακή χώρα-κόμβος για τη μεταφορά και αποθήκευση φυσικού αερίου προς τα Βαλκάνια, προς την υπόλοιπη Ευρώπη, μέσω του αγωγού ΤΑΡ, μέσω του αγωγού IGB ο οποίος σε λίγο ολοκληρώνεται και θα τροφοδοτεί με φυσικό αέριο τη Βουλγαρία, μέσω νέων πιθανών διασυνδέσεων -όπως είπαμε- με τις χώρες της Μέσης Ανατολής. Αλλά και με περισσότερες σταθερές και πλωτές μονάδες αποθήκευσης φυσικού αερίου που δρομολογούνται από ιδιώτες επενδυτές.
Και σε αυτές τις δυνατότητες ερχόμαστε σήμερα εδώ, στην Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων, να ανακοινώσουμε και να προσθέσουμε μια ακόμα σημαντική επιλογή στη φαρέτρα μας: Αυτή της χώρας-παραγωγού πια φυσικού αερίου.
Ανακοινώνουμε, λοιπόν, την επιτάχυνση των ερευνών για την εξόρυξη φυσικού αερίου που γνωρίζουμε ότι η χώρα μας είναι πιθανό -το τονίζω, δεν είμαστε βέβαιοι- είναι πιθανό να διαθέτει σε σημαντικές ποσότητες με βάση τις προκαταρκτικές μελέτες, τόσο στον ηπειρωτικό όσο και στον θαλάσσιο χώρο, σε ζώνες πάντα αποκλειστικής εκμετάλλευσης.
Και θα έχουμε στη συνέχεια την ευκαιρία να παρουσιάσουμε πιο αναλυτικά τις έξι αυτές εκτάσεις. Η μια βρίσκεται στην ηπειρωτική Ελλάδα, στην Περιφέρεια Ηπείρου, σε σημείο -θα τονίσω- που θα υπάρξει η μέγιστη δυνατή περιβαλλοντική προστασία. Πέντε σε θαλάσσιες περιοχές στο Ιόνιο οι δύο, στον Κυπαρισσιακό, δύο δυτικά-νότια της Κρήτης. Αποτελούν ήδη τμήματα τα οποία έχουν παραχωρηθεί σε ιδιώτες. Σε κάποιες από αυτές τις παραχωρήσεις έχουν προχωρήσει οι προκαταρκτικές έρευνες, σε άλλες όχι, στο βαθμό, όμως, που επιβάλλει πλέον η συγκυρία.
Θέλω να τονίσω ότι ως την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η εμπορική εκμετάλλευση νέων κοιτασμάτων φυσικού αερίου συχνά δεν αποτελούσε μια οικονομικά ελκυστική ευκαιρία για νέες χώρες οι οποίες μπαίνουν σε αυτό το παιχνίδι, όπως η Ελλάδα, λόγω των πολύ χαμηλών τιμών του φυσικού αερίου.
Αυτό, όμως, είναι μία πραγματικότητα η οποία έχει αλλάξει και η πορεία των τιμών φυσικού αερίου διεθνώς, τα σχέδια απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο, αλλά και η σημασία που γνωρίζουμε ότι θα παίζει το φυσικό αέριο για τα επόμενα χρόνια, για τις επόμενες δεκαετίες ως καύσιμο μετάβασης, ουσιαστικά μάς υποχρεώνει να επαναπροσδιορίσουμε τη στρατηγική μας.
Και στην αγορά αυτή, θέλω να τονίσω ότι η χώρα μας διαθέτει δύο εθνικούς πρωταθλητές. Και μαζί τους θα προχωρήσουμε μπροστά αναζητώντας -όπου το κρίνουμε αυτό απαραίτητο και εφόσον είναι απαραίτητο- νέες διεθνείς συνεργασίες για να μπορέσουμε να διαπιστώσουμε σε πρώτη φάση εάν υπάρχουν στον ελληνικό χώρο εμπορικά εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα φυσικού αερίου.
Αναφέρομαι στα ΕΛΠΕ, όπου το Ελληνικό Δημόσιο εξακολουθεί να έχει σημαντικό μετοχικό μερίδιο. Αναφέρομαι και σε μία αμιγώς ιδιωτική ελληνική εταιρεία, όμως, την Energean, η οποία δραστηριοποιείται ήδη σε πολύ σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου διεθνώς, όπως το Ισραήλ. Είναι η πρώτη εταιρεία αυτή τη στιγμή που κάνει σημαντικές εξορύξεις φυσικού αερίου σε μεγάλα βάθη στη Μεσόγειο.
Και αυτές τις δύο ελληνικές εταιρείες έχουμε σήμερα μαζί μας -θα ακούσουμε σε λίγο τους επικεφαλής τους- οι οποίες δεσμεύονται σήμερα να ξεκινήσουν ένα εντατικό πρόγραμμα ερευνών έως το τέλος του 2023. Πρέπει μέχρι το τέλος του 2023 να γνωρίζουμε εάν έχουμε εκμεταλλεύσιμες ποσότητες φυσικού αερίου, ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στη συνέχεια στην εκμετάλλευσή τους. Και οι εταιρείες αυτές έχουν δεσμευτεί ότι θα επικεντρωθούν στους μεγάλους πιθανούς στόχους φυσικού αερίου. Και γι’ αυτό σε κάποιες περιοχές ενδεχομένως να μπορούμε να πετύχουμε πρώτες διερευνητικές γεωτρήσεις, ενδεχομένως και πριν το τέλος του 2023.
Από πλευράς ελληνικού δημοσίου, από πλευράς Υπουργείου δεσμευόμαστε ότι θα αναβαθμίσουμε όλα τα σχετικά έργα σε έργα εθνικής σημασίας προκειμένου να μην επαναληφθούν αναίτιες καθυστερήσεις. Και θα αναβαθμίσουμε την ΕΔΕΥ, την ελληνική κρατική εταιρεία, η οποία συντονίζει και αδειοδοτεί όλη αυτή την διαδικασία, ώστε -εφόσον χρειαστεί- και αυτή να συνδράμει σε προσπάθειες εξερεύνησης.
Ολοκληρώνοντας θα ήθελα να τονίσω ότι οι ανακοινώσεις που κάνουμε σήμερα εντάσσονται στο πλαίσιο της ενίσχυσης της στρατηγικής και της οικονομικής θέσης της χώρας. Η κλιματική αλλαγή είναι η μεγαλύτερη πολιτική, οικονομική και κοινωνική πρόκληση της εποχής μας και η επιτυχία ή η αποτυχία εξαρτάται από την ικανότητά μας να εφαρμόσουμε ρεαλιστικά, αλλά και υλοποιήσιμα σχέδια για να επιταχύνουμε, αλλά και να χρηματοδοτήσουμε τη μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλών εκπομπών. Αλλά και σε ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό σύστημα. Δεν θα θέσουμε σε κίνδυνο ούτε την ενεργειακή μας ασφάλεια, ούτε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και της βιομηχανίας, αλλά ούτε και τις προτεραιότητες και το αίτημα των νοικοκυριών μας να μπορούν να προμηθεύονται ενέργεια σε λογικές τιμές.
Η εντολή μου, λοιπόν, για την επιτάχυνση των ερευνών για φυσικό αέριο δεν υπονομεύει σε καμία περίπτωση τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης να ηγηθεί της πράσινης μετάβασης. Ο σκοπός μας είναι πολύ απλός: εφόσον έχουμε αξιοποιήσιμες ποσότητες φυσικού αερίου να υποκαταστήσουμε τις εισαγωγές φυσικού αερίου από εθνικό πλούτο.
Η ανάπτυξη όμως των ΑΠΕ, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, παραμένει η ραχοκοκαλιά της προσπάθειάς μας και είναι αυτή η οποία τελικά θα μας επιτρέψει να εξασφαλίσουμε και την οικονομική βιωσιμότητα της πράσινης μετάβασης.
Και με αυτόν τον τρόπο προστατεύουμε τελικά το εθνικό, το οικονομικό, το κοινωνικό, το περιβαλλοντικό συμφέρον και σε μία εποχή πρωτοφανούς αύξησης του ενεργειακού κόστους για τους πολίτες και αυξημένης γεωπολιτικής αστάθειας που έχει αναδείξει, δυστυχώς, δομικές ενεργειακές αδυναμίες της Ευρώπης.
Η επιτάχυνση, λοιπόν, της εκμετάλλευσης των εθνικών ενεργειακών πόρων της χώρας μας θα μας επιτρέψει, εφόσον είμαστε τυχεροί και μπορέσουμε να έχουμε αξιοποιήσιμα κοιτάσματα φυσικού αερίου, θα μας επιτρέψει να ενισχύσουμε την ενεργειακή μας ανεξαρτησία, την ενεργειακή μας ασφάλεια. Αλλά, θα ξεκλειδώσει ένα τομέα με τεράστιες οικονομικές δυνατότητες που μπορεί πραγματικά να συμβάλλει και στην ανάληψη του κόστους της πράσινης μετάβασης.
Είμαι, λοιπόν, πολύ χαρούμενος που μας δίνεται η δυνατότητα σήμερα να μπορέσουμε να κάνουμε μία νέα αρχή σε αυτή τη διαδικασία. Και θέλω να επαναλάβω ακόμα μία φορά ότι όταν μιλάμε για έρευνες στον τομέα του φυσικού αερίου, των υδρογονανθράκων κανείς δεν μπορεί ποτέ να είναι βέβαιος για το αποτέλεσμα. Έχουμε ενδείξεις -θα το ξαναπώ- ενδείξεις που μας κάνουν συγκρατημένα αισιόδοξους.
Οφείλουμε όμως ως χώρα να γνωρίζουμε με βεβαιότητα εάν υπάρχουν αποθέματα φυσικού αερίου, τα οποία είναι οικονομικά εκμεταλλεύσιμα. Αυτό θα το γνωρίζουμε πια μετά βεβαιότητας στο τέλος του ’23 και από εκεί και πέρα θα προχωρήσουμε στη λήψη των αποφάσεων για το τι θα κάνουμε τη μεθεπόμενη μέρα.
Τροπολογία ΥΠΕΝ για αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα
Η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) αναλαμβάνει τη χορήγηση αδειών εξερεύνησης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CO2) καθώς και τη συνολική διαχείριση των δικαιωμάτων του Δημοσίου για την αποθήκευση CO2 ή άλλων αερίων και υγρών στοιχείων, η οποία συμβάλλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Αυτό προβλέπει τροπολογία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που κατατέθηκε χθες σε νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών.
Όπως επισημαίνεται από το ΥΠΕΝ, ο ορισμός φορέα που θα αναλάβει τη χορήγηση αδειών για έργα εξερεύνησης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα είναι επιβεβλημένη, δεδομένου ότι στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας έχει ενταχθεί έργο για την ανάπτυξη μιας μονάδας αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα στη Ν. Καβάλα. Ως ορόσημο έχει τεθεί η πλήρης αδειοδότηση του σταθμού ως το τέλος του Α εξαμήνου του 2024.
Με άλλες διατάξεις της τροπολογίας, οι Διαχειριστές Δικτύων Διανομής Φυσικού Αερίου (ΔΕΔΑ, ΕΔΑ Αττικής, ΕΔΑ ΘΕΣΣ) υποχρεούνται να καταβάλουν στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, ειδικό τέλος 14% των καθαρών κερδών τους, του έτους 2021, προκειμένου να αποδοθεί στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α’ βαθμού, οι οποίοι βρίσκονται στα γεωγραφικά όρια δραστηριότητας των διαχειριστών του έργου. Η διαδικασία απόδοσης του ειδικού τέλους στους δικαιούχους Ο.Τ.Α. θα καθοριστεί με υπουργική απόφαση ενώ η κατανομή του γίνεται ανάλογα με τη συμμετοχή κάθε Ο.Τ.Α. στην κατανάλωση φυσικού αερίου για το έτος 2021.
Επίσης η τροπολογία προβλέπει τη συγκρότηση του νέου λογαριασμού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ο οποίος μετονομάζεται σε «Ειδικός Λογαριασμός ΑΠΕ και Αποθήκευσης» και αποκτά δύο νέους υπολογαριασμούς: ο πρώτος αφορά τις νέες μονάδες ΑΠΕ που τίθενται σε λειτουργία από 1.1.2021 και μετά (είναι οι μονάδες με τις χαμηλότερες τιμές αποζημίωσης οι οποίες απομειώνουν το κόστος ηλεκτροδότησης) και ο δεύτερος τις μονάδες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας που εντάσσονται σε καθεστώς λειτουργικής στήριξης.