Συνέντευξη στη Λένα Αργύρη για την ”ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”
Η θεωρία ότι «αν η Αγκυρα δεν πάρει τα F-16, θα πάρει ρωσικά αεροσκάφη» νομιμοποιεί τον τουρκικό εκβιασμό, λέει ο εκτελεστικός διευθυντής του HALC, Έντι Ζεμενίδης, τονίζοντας ότι «δεν πρόκειται για πραγματικό δίλημμα». Ο κ. Ζεμενίδης εξηγεί αναλυτικά τους λόγους για τους οποίους οι ΗΠΑ, διαθέτοντας πολύ ισχυρό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα, δεν πρέπει να προχωρήσουν σε μια τέτοιου είδους πώληση, παρά μόνο αν πάρουν σημαντικά ανταλλάγματα και ουσιαστική αλλαγή πολιτικής από την Αγκυρα.
– Υπάρχει η άποψη ότι αν η Αγκυρα δεν πάρει τα F-16 από τις ΗΠΑ, θα στραφεί σε επιπλέον ρωσικά οπλικά συστήματα. Εσείς λέτε ότι αυτό δεν είναι ένα πραγματικό δίλημμα. Μπορείτε να μας εξηγήσετε το σκεπτικό σας;
– Η θεωρία αυτή ουσιαστικά νομιμοποιεί τον εκβιασμό της Τουρκίας: «Δώστε μας τα F-16 ή θα αγοράσουμε ρωσικά αεροπλάνα». Αυτό δεν είναι ένα πραγματικό δίλημμα. Είναι το επιχείρημα που χρησιμοποιούν οι λομπίστες της Τουρκίας –τόσο οι επίσημοι όσο και οι ανεπίσημοι– και οι απολογητές της. Δεν πρέπει να παρουσιάζουμε τα ρωσικά τζετ ως τη μόνη εναλλακτική που έχουν οι Τούρκοι. Δεν είναι έτσι. Να σας θυμίσω ότι μόλις τον Σεπτέμβριο ο εκπρόσωπος του Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν, δήλωσε ότι η Τουρκία εξετάζει το ενδεχόμενο για Eurofighter Typhoons. Αρα, όταν λέμε ότι «η Τουρκία είτε θα πάρει αμερικανικά τζετ είτε ρωσικά», κάνουμε απλώς υποθέσεις. Και διατυπώνουμε την ίδια επιχειρηματολογία που χρησιμοποιούν οι υποστηρικτές της Τουρκίας στην Ουάσιγκτον για να επιτύχουν τη συγκεκριμένη πώληση και αναβάθμιση. Μην ξεχνάτε, άλλωστε, ότι η Τουρκία δεν είναι έτοιμη να δεχθεί, ούτε υπάρχει καμία ένδειξη ότι μια διαφορετική κυβέρνηση στην Αγκυρα θα είναι έτοιμη να δεχθεί, τους όρους που θέλει να επιβάλει το Κογκρέσο.
– Η επικρατούσα άποψη είναι, πάντως, ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας η Τουρκία να μπορεί να ελεγχθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και ένας τέτοιος έλεγχος μπορεί να ενισχυθεί εάν η Αγκυρα χρησιμοποιεί αμερικανικά όπλα. Διαφωνείτε;
Η θέση ότι «αν η Αγκυρα δεν πάρει τα F-16, θα πάρει ρωσικά αεροσκάφη» δεν συνιστά «πραγματικό δίλημμα», λέει ο εκτελεστικός διευθυντής του HALC, Εντι Ζεμενίδης.
– Επαναλαμβάνω, αυτή η εικασία δεν βασίζεται ούτε στην Ιστορία ούτε στην παρούσα πραγματικότητα. Για ποιον ακριβώς αμερικανικό έλεγχο μιλάμε; Να σας θυμίσω ότι η Τουρκία χρησιμοποιεί αμερικανικά όπλα για την κατοχή της Κύπρου και για την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο. Δανείζει τα F-16 της στο Αζερμπαϊτζάν για να πολεμήσουν εναντίον της Αρμενίας και του Αρτσάχ. Το ίδιο συμβαίνει και στη Συρία. Επίσης, σε σχέση με το επιχείρημα ότι η Τουρκία πρέπει να έχει F-16 αντί για ρωσικά, τι θα συμβεί αν πάρουν τα αναβαθμισμένα F-16, τα οποία διαθέτουν κάποια κοινή τεχνολογία με τα F-35, χωρίς να χρειαστεί να εγκαταλείψουν τους ρωσικούς S-400; Δεν θα τους έδινε αυτό την ευκαιρία να δοκιμάσουν τους S-400 τους έναντι της αναβαθμισμένης τεχνολογίας F-16 και έτσι να κάνουν πιο ευάλωτα τόσο τα αναβαθμισμένα F-16 της Ελλάδας όσο και τον πιθανό στόλο των F-35; Αυτή δεν είναι μια καλά μελετημένη θέση, είναι προβληματική.
– Τι ακριβώς προτείνετε, κ. Ζεμενίδη; Είναι η επίσημη θέση του HALC οι Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείψουν την Τουρκία στα χέρια της Ρωσίας;
– Φυσικά και όχι. Αλλά ξαναλέω, αυτή δεν είναι η επιλογή που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Υπάρχει σύγκλιση απόψεων μεταξύ των αναλυτών που ασχολούνται με την Τουρκία ότι οι Ευρασιανιστές της χώρας έχουν επικρατήσει έναντι των Ατλαντιστών. Ετσι, ακόμη κι αν η στροφή της Τουρκίας προς τη Ρωσία δεν είναι ολοκληρωτική, είναι σαφές ότι οι σχέσεις της με τη Δύση είναι συναλλακτικού τύπου και δεν βασίζονται σε κοινές αξίες και συμφέροντα. Η θέση του HALC είναι ότι αν η Τουρκία θέλει να αποκαταστήσει την προνομιακή σχέση της με την αμερικανική βιομηχανία όπλων, πρέπει να γίνει αξιόπιστος σύμμαχος του ΝΑΤΟ, να σεβαστεί τα δημοκρατικά και τα ανθρώπινα δικαιώματα και να χρησιμοποιεί αμερικανικά όπλα για να προωθεί τη δυτική συμμαχία και τις αξίες της, όχι για να στρέφεται εναντίον τους.
– Επειδή όμως αυτές οι προϋποθέσεις που περιγράφετε δεν μπορούν να εκπληρωθούν σε αυτή τη φάση από την Τουρκία, μήπως τελικά οδηγηθεί στην αγορά ρωσικών αεροσκαφών χωρίς τους όρους που θα μπορούσαν να τεθούν στην περίπτωση πώλησης των F-16;
– Μια αγορά περαιτέρω ρωσικών οπλικών συστημάτων θα ήταν αντίθετη με τον νόμο CAATSA και αυτό θα έθετε την Τουρκία υπό την πίεση ακόμη περισσότερων αμερικανικών κυρώσεων. Δεύτερον, ο στόλος της τουρκικής αεροπορίας αποτελείται εξ ολοκλήρου από F-16, επομένως η αντικατάστασή τους με ρωσικά αεροσκάφη θα ήταν μια εξαιρετικά δαπανηρή προσπάθεια και θα απαιτούσε μια δραστική επανεκπαίδευση των πιλότων της. Τέλος, το ΝΑΤΟ δεν θα επέτρεπε ποτέ τα ρωσικά τζετ να ενσωματωθούν στα συστήματα του ΝΑΤΟ. Η στροφή της Τουρκίας στη ρωσική επιλογή θα έκανε το δυνητικό ελληνικό ποιοτικό πλεονέκτημα από πλευράς αεροπορικής ισχύος μεγαλύτερο. Ισως μάλιστα να πρόσθετε και ένα βραχυπρόθεσμο ποσοτικό πλεονέκτημα. Η μετάβαση από τα αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη θα απαιτούσε επίσης τον επανασχεδιασμό της πλατφόρμας για το εγχώριας παραγωγής μαχητικό αεροσκάφος της Τουρκίας – τον πραγματικό μακροπρόθεσμο στόχο. Για άλλη μια φορά, αυτό προσθέτει χρόνο και κόστος στις προσπάθειες της Τουρκίας και επιμηκύνει το περιθώριο οποιουδήποτε ελληνικού πλεονεκτήματος. Ας μην ξεχνάμε ότι την τελευταία φορά που η Τουρκία αντιμετώπισε περιορισμούς σχετικά με τη μεταφορά αμερικανικών όπλων (το πυραυλικό σύστημα Patriot) επέλεξε μια ρωσική εναλλακτική (S-400). Αυτό δεν ήταν τελικά επωφελές για την Αγκυρα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σημαντικό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα και δεν θα πρέπει να συμφωνήσουν σε καμία πώληση F-16 χωρίς σημαντικά ανταλλάγματα και αλλαγή πολιτικής στην Τουρκία.
Πολλά τα προβλήματα
– Υπάρχει σύγχυση για τους όρους που θέτει ο γερουσιαστής Μενέντεζ προκειμένου να δώσει το πράσινο φως για την πώληση F-16 στην Τουρκία.
– Ο γερουσιαστής Μενέντεζ δεν δήλωσε ποτέ ότι θα επέτρεπε την πώληση F-16 μόνο υπό την προϋπόθεση τερματισμού των υπερπτήσεων στο Αιγαίο. Αυτός είναι ένας από τους πολλούς όρους. Και ο γερουσιαστής Μενέντεζ δεν είναι ο μόνος που το πιστεύει αυτό. Δεν αποτελεί μειονότητα στην Ουάσιγκτον και στο Κογκρέσο, όπως υποστηρίζουν οι Τούρκοι. Ο γερουσιαστής Ρις, στη συνέντευξη που πήρατε εσείς για την «Κ», τοποθετήθηκε ξεκάθαρα για τα πολλά προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν προτού δοθεί το πράσινο φως σε μια τέτοια πώληση. Οι πολλές επιστολές από το Κογκρέσο προς την κυβέρνηση περιγράφουν τα πολλά προβλήματα: ζήτημα των S-400, ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, επιθετικότητα της Τουρκίας κατά των Κούρδων, συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου με αμερικανικά όπλα. Ολα αυτά είναι ουσιαστικά προβλήματα, πέρα από το πρόβλημα στο Αιγαίο.