Η μέθοδος DISOT επιφέρει πραγματική επανάσταση στον τομέα των μεταμοσχεύσεων καθώς εξαλείφει την πιθανότητα απόρριψης του μοσχεύματος από τον οργανισμό του λήπτη και καταργεί την ανάγκη για δια βίου αγωγή με ανοσοκατασταλτικά φάρμακα
Μια νέα εποχή στις μεταμοσχεύσεις οργάνων φαίνεται να ανατέλλει χάρη σε νέα μέθοδο που καταργεί την ανάγκη των ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων ώστε να μην απορριφθεί από τον οργανισμό του λήπτη το μόσχευμα. Το επίτευγμα ανήκει σε ομάδα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ και οι τρεις πρώτες επιτυχημένες περιπτώσεις εφαρμογής της μεθόδου αφορούν παιδιά που χρειάστηκαν μεταμόσχευση νεφρού.
Η βασική καινοτομία της νέας τεχνικής είναι η μεταμόσχευση του ανοσοποιητικού συστήματος του δότη στον ασθενή πριν οι χειρουργοί προχωρήσουν στη μεταμόσχευση του οργάνου.
Το μεταμοσχευτικό αυτό πρωτόκολλο έχει λάβει και την έγκριση του Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ, στις 27 Μαΐου, με ένδειξη την αντιμετώπιση διαφόρων παθήσεων που επηρεάζουν τους νεφρούς.
Η ιατρική ομάδα ονόμασε τον συνδυασμό των δύο μεταμοσχεύσεων «διπλή ανοσολογική/ μεταμόσχευση συμπαγών οργάνων» (DISOT) και σε άρθρο που δημοσιεύεται στο New England Journal of Medicine περιγράφει τις τρεις πρώτες εφαρμογές της που έγιναν στο Νοσοκομείο Παίδων του Στάνφορντ. Μάλιστα το έγκριτο επιστημονικό περιοδικό αφιερώνει και ειδικό άρθρο στην ιατρική αυτή καινοτομία.
Οι καινοτομίες του νέου μεταμοσχευτικού πρωτοκόλλου
Η μέθοδος DISOT επιφέρει πραγματική επανάσταση στον τομέα των μεταμοσχεύσεων καθώς εξαλείφει την πιθανότητα απόρριψης του μοσχεύματος από τον οργανισμό του λήπτη. Η απόρριψη του μοσχεύματος είναι η συχνότερη αιτία για να υποβληθεί κανείς σε δεύτερη μεταμόσχευση. Επίσης η νέα τεχνική απαλλάσσει τους λήπτες από τη δια βίου λήψη ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων – με όποιες ανεπιθύμητες ενέργειες συνεπάγονται αυτά, όπως ο αυξημένος κίνδυνος νεοπλασίας, διαβήτη, λοιμώξεων και υπέρτασης.
«Η απαλλαγή των ληπτών από τη δια βίου χρήση ανοσοκατασταλτικών μετά από μια μεταμόσχευση νεφρού είναι πλέον εφικτή και μάλιστα με ασφάλεια», σύμφωνα με την κύρια συγγραφέα της μελέτης Άλις Μπερτάινα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Παιδιατρικής στο αμερικάνικο πανεπιστήμιο.
Αν και όπως προαναφέρθηκε η μέθοδος DISOT εφαρμόστηκε αρχικά σε τρεις παιδιατρικούς ασθενείς με την σπάνια Ανοσο-οστική δυσπλασία Schimke, οι ερευνητές πιστεύουν ότι θα μπορέσει να έχει διευρυμένη εφαρμογή.
Η Δρ Μπερτάινα εκτιμά ότι το πρωτόκολλο θα είναι τελικά διαθέσιμο σε πολλά άτομα που χρειάζονται μεταμοσχεύσεις νεφρού, ξεκινώντας από παιδιά και νεαρούς ενήλικες και αργότερα σε ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας. Οι ερευνητές σχεδιάζουν επίσης να διερευνήσουν τη χρησιμότητα του DISOT για άλλους τύπους μεταμοσχεύσεων συμπαγών οργάνων.
Ένα ακόμη όφελος της νέα τεχνικής είναι ότι επιτρέπει την ασφαλή μεταμόσχευση μεταξύ δωρητή και λήπτη χωρίς τα ανοσοποιητικά τους συστήματα να έχουν πλήρη συμβατότητα.
Ιστορικό ορόσημο
Η ιδέα να μεταμοσχεύεται το ανοσοποιητικό σύστημα του δωρητή μαζί με το όργανο στον λήπτη είναι υπαρκτή εδώ και δεκαετίες. Αλλά η υλοποίηση της είχε αποδειχθεί δύσκολη.
Οι μεταμοσχεύσεις βλαστοκυττάρων από μυελό των οστών προσφέρουν στον ασθενή ένα γενετικά νέο ανοσοποιητικό σύστημα, καθώς ορισμένα από τα βλαστοκύτταρα του μυελού των οστών ωριμάζουν σε κύτταρα του ανοσοποιητικού στο αίμα. Οι μεταμοσχεύσεις βλαστοκυττάρων που αναπτύχθηκαν για πρώτη φορά για άτομα με αιματολογικό καρκίνο ενέχουν τον κίνδυνο τα νέα ανοσοκύτταρα να επιτεθούν στον οργανισμό του λήπτη, μια επιπλοκή που ονομάζεται «νόσος του μοσχεύματος έναντι ξενιστή» (GVHD). Η σοβαρή GVHD μπορεί να είναι θανατηφόρος.
Η επιστημονική ομάδα του Στάνφορντ εισήγαγε βελτιώσεις που αύξησαν σημαντικά την επιτυχία του συνδυασμού δύο μεταμοσχεύσεων με πολύ χαμηλότερο κίνδυνο. Η βασική τους καινοτομία είναι η αλλαγή στον τρόπο επεξεργασίας των βλαστοκυττάρων του δότη.
Αυτό επιτρέπει στους γιατρούς να επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής της DISOT σε περισσότερες κατηγορίες ασθενών, περιλαμβανομένων παιδιών και ενηλίκων που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση νεφρού αλλά έχουν απορρίψει το μόσχευμα και υπάρχει η πιθανότητα αυτό να ξανασυμβεί στο μέλλον και με το δεύτερο μόσχευμα.