Του Andreas Kluth
Τις τελευταίες ημέρες, η Ουκρανία πιθανόν να έχει αρχίσει να φέρνει τον πόλεμο για τους Ρώσους μέσα στο έδαφος της ίδιας τους της χώρας – ή μπορεί και όχι. Ας πούμε ότι το έκανε – ή ότι σκοπεύει να το κάνει. Θα ήταν καλή ιδέα;
Την περασμένη εβδομάδα, παραστρατιωτικές δυνάμεις πέρασαν από την Ουκρανία στη Ρωσία και προκάλεσαν μεγάλο σάλο – αν και γρήγορα ο “κουρνιαχτός” κατέκατσε. Οι Ρώσοι, όπως συνηθίζουν, κατηγόρησαν αμέσως για την εισβολή “Ουκρανούς τρομοκράτες” και “φασίστες”. Μπορείτε να αγνοήσετε τις σχετικές κραυγές – κυρίως ό,τι προέρχεται από το Κρεμλίνο, του οποίου η ειδικότητα είναι το ψέμα.
Ρώσοι εθελοντές
Οι ομάδες οι οποίες διεκδικούν τα εύσημα για τις επιθέσεις αποτελούνται από Ρώσους που αυτομόλησαν από τον στρατό του προέδρου τους, Βλαντιμίρ Πούτιν και τώρα πολεμούν εναντίον του και υπέρ της Ουκρανίας. Ένα τέτοιο σχήμα αυτοαποκαλείται “Λεγεώνα της Ελευθερίας” της Ρωσίας. Ένα άλλο είναι το υπερεθνικιστικό “Ρωσικό Εθελοντικό Σώμα”.
Λίγα είναι γνωστά γι’ αυτούς τους Ρώσους παραστρατιωτικούς που αντιμάχονται τον Πούτιν – και συγκεκριμένα, αν λαμβάνουν εντολές από το Κίεβο ή ενεργούν αυτόνομα. Φαίνεται να συνδέονται τουλάχιστον χαλαρά με τη “Διεθνή Λεγεώνα” της Ουκρανίας, μια δύναμη ξένων εθελοντών η οποία συγκρίνεται με τις “Διεθνείς Ταξιαρχίες” που πολέμησαν στον Ισπανικό Εμφύλιο (1936-1939) στο πλευρό των Ισπανών δημοκρατών ενάντια στους εθνικιστές του στρατηγού Φρανσίσκο Φράνκο.
Το Κίεβο, από την πλευρά του, αρνείται ότι εμπλέκεται σε διασυνοριακές επιθέσεις. Ίσως να λέει αλήθεια. Ας το αφήσουμε αυτό στην άκρη, ωστόσο, και ας θέσουμε ένα ευρύτερο ερώτημα: θα είχε στρατηγική λογική η πραγματοποίηση επιθέσεων στη Ρωσία – και εννοώ κάτι περισσότερο από απλές αψιμαχίες;
Το δέλεαρ της στρατηγικής Σκιπίωνα του Αφρικανού
Μερικά από τα μεγαλύτερα στρατιωτικά μυαλά στην ιστορία έχουν κερδίσει αμυντικούς πολέμους με αυτόν ακριβώς τον τρόπο. Η ιδέα είναι να απειλήσει κανείς τη βάση ενός εισβολέα, αναγκάζοντάς τον να αποσυρθεί, εν όλω ή εν μέρει από την αρχική πρώτη γραμμή, προκειμένου να προστατεύσει τα νώτα του.
Σε μεγάλη κλίμακα, αυτό έκανε ο Ρωμαίος διοικητής Σκιπίωνας ο Αφρικανός μεταξύ 210 και 202 π.Χ. Ο Αννίβας, ο πιο τρομερός εχθρός που είχαν συναντήσει ποτέ οι Ρωμαίοι, τρομοκρατούσε την Ιταλία με την καρχηδονιακή δύναμη εισβολής του για οκτώ χρόνια. Έτσι ο Σκιπίωνας οδήγησε ρωμαϊκό στρατό στην Ιβηρία, προκειμένου να καταλάβει τις βάσεις του Αννίβα εκεί. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Σκιπίων πέρασε στη βόρεια Αφρική για να απειλήσει την ίδια την Καρχηδόνα. Μόνο σε εκείνο το σημείο ο Αννίβας άφησε την Ιταλία για να υπερασπιστεί την πατρίδα του. Ο Σκιπίωνας τον νίκησε και η Ρώμη κέρδισε τον πόλεμο.
Με τον ίδιο τρόπο, η Ουκρανία θα μπορούσε να ανοίξει νέα μέτωπα στο εσωτερικό της Ρωσίας. Στη συνέχεια, ο Πούτιν θα έπρεπε να αποσύρει τμήματα των δυνάμεων εισβολής του από την Ουκρανία και να τα στείλει πίσω στη Ρωσία. Αυτό θα αποδυνάμωνε τις ρωσικές θέσεις στην Ουκρανία και θα βοηθούσε τους Ουκρανούς να ανακτήσουν τα εδάφη τους. Ο Πούτιν θα άρχιζε επίσης να φαίνεται αδύναμος στη χώρα του και θα γινόταν ευάλωτος -πολιτικά ή και προσωπικά- σε πραξικοπήματα.
Η Ουκρανία, ωστόσο, δεν είναι αρχαία Ρώμη και η Ρωσία δεν είναι η Καρχηδόνα – και ο Πούτιν σίγουρα δεν είναι Αννίβας, μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές ιδιοφυΐες στην ιστορία, παρά την τελική ήττα του. Η στρατηγική κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική.
Πυρηνικά και Παγκόσμιος Νότος
Η πρώτη διαφορά είναι ότι ο Πούτιν, σε αντίθεση με τον Αννίβα, έχει πυρηνικά όπλα και έχει απειλήσει επανειλημμένα ότι θα τα χρησιμοποιήσει αν τον στριμώξουν στη γωνία. Προς το παρόν, ο κόσμος – συμπεριλαμβανομένης της θεωρούμενης ως συμμάχου του Κίνας – τον έχει πείσει ότι μια πυρηνική κλιμάκωση δεν θα γινόταν ανεκτή. Το ρωσικό αμυντικό δόγμα, όμως, όντως προβλέπει τη χρήση ατομικών όπλων όταν το ίδιο το ρωσικό κράτος βρίσκεται σε κίνδυνο. Εφόσον ο Πούτιν εξισώνει αυτό το κράτος με τον εαυτό του, μπορεί να αποφασίσει ότι δεν έχει τίποτα να χάσει και να προχωρήσει σε πλήγμα.
Μια άλλη διαφορά είναι ότι η Ουκρανία, αν και έχει αυτή τη στιγμή τον πιο σκληραγωγημένο στρατό στον κόσμο, βασίζεται στη διαρκή υποστήριξη της Δύσης. Υπερασπίζεται τους ουρανούς της με αμερικανικά αντιπυραυλικά συστήματα, θα εξαπολύσει την αντεπίθεσή της με γερμανικά άρματα μάχης και μπορεί ακόμη και να κυριαρχήσει στον αέρα με μαχητικά αεροσκάφη F-16.
Όλη αυτή η βοήθεια μέχρι στιγμής βασιζόταν στην υπόθεση ότι η Ουκρανία υπερασπίζεται απλώς το δικό της έδαφος. Ο μεγαλύτερος φόβος στη Δύση είναι ότι το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να συρθεί σε έναν πόλεμο με τη Ρωσία, ο οποίος θα μπορούσε να κλιμακωθεί σε έναν Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ορισμένες δυτικές χώρες – πιθανώς ακόμη και οι ΗΠΑ μετά τις εκλογές του 2024 – θα μπορούσαν να σταματήσουν να υποστηρίζουν την Ουκρανία εάν υιοθετούσε επιθετικές τακτικές. Ο λεγόμενος Παγκόσμιος Νότος, ο οποίος βρίσκεται ήδη σε μια θέση γενικής ουδετερότητας στον πόλεμο, πιθανότατα θα στρεφόταν σε μια τέτοια περίπτωση εναντίον του Κιέβου.
Το κλειδί είναι η Κριμαία
Μια πιο λεπτή εκδοχή της “σκιπιωνικής” στρατηγικής θα ήταν επομένως η επίθεση στην Κριμαία. Η συγκεκριμένη χερσόνησος είναι ουκρανική επικράτεια σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, παρόλο που ο Πούτιν την “προσάρτησε” ήδη από το 2014 (κατέλαβε παράνομα μέρος άλλων τεσσάρων ουκρανικών επαρχιών μέσα στο 2022). Ψυχολογικά, ο Πούτιν και οι Ρώσοι θεωρούν την Κριμαία μέρος της χώρας τους, ο υπόλοιπος κόσμος όμως όχι. Άρα πρόκειται για δίκαιο “παιχνίδι”.
Η ανακατάληψη της Κριμαίας θα κόστιζε πολύ ουκρανικό αίμα. Το Κίεβο δεν διαθέτει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, αεροπορική ισχύ ή αμφίβιες δυνάμεις για να περικυκλώσει τα ρωσικά στρατεύματα σε δύο άλλες μερικώς κατεχόμενες ουκρανικές περιοχές, τη Χερσώνα και τη Ζαπορίζια. Άρα θα έπρεπε να περάσει από αυτές τις περιοχές, διασχίζοντας τον ποταμό Δνείπερο και επιτιθέμενος μετωπικά στους Ρώσους, οι οποίοι είναι καλά οχυρωμένοι.
Μεταφορά του πολέμου στο εσωτερικό της Ρωσίας – μια λάθος τακτική
Η αποκοπή της “χερσαίας γέφυρας” που ενώνει το κατεχόμενο Λουχάνσκ από την κατεχόμενη Κριμαία θα ήταν η πιο λογική στρατηγική για την Ουκρανία
Μια αποτελεσματικότερη προσέγγιση θα μπορούσε να είναι απλώς η αποκοπή της Κριμαίας από τις ρωσικές γραμμές ανεφοδιασμού. Για να γίνει κάτι τέτοιο, οι Ουκρανοί θα χρησιμοποιούσαν τα νέα δυτικά τανκς και τα άλλα όπλα τους για να “τρυπήσουν” τις ρωσικές γραμμές μέσα από τη Ζαπορίζια έως και την Αζοφική Θάλασσα, κόβοντας τη “χερσαία γέφυρα” που οι Ρώσοι έχτισαν για τους εαυτούς τους μεταξύ Λουχάνσκ και Κριμαίας. Εάν αυτή η επίθεση πετύχει, οι Ουκρανοί θα μπορούσαν να καταστήσουν τις ρωσικές θέσεις στη Χερσώνα και τη χερσόνησο της Κριμαίας μακροοπρόθεμα μη υπερασπίσιμες.
Με λίγη τύχη, ο Πούτιν θα αποφάσιζε σε εκείνο το σημείο το “μέχρις εδώ” και θα έμπαινε, έστω απρόθυμα, σε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, χαρακτηρίζοντας κατά κάποιο τρόπο την “ειδική στρατιωτική του επιχείρηση” ως επιτυχία στο εσωτερικό, έστω με τη μέγιστη καταναγκαστική προπαγάνδα. Αντίθετα, αν ο Πούτιν δεχόταν στρατιωτική πίεση μέσα στη Ρωσία, δεν θα μπορούσε να προσποιηθεί ότι κέρδισε κάτι. Θα έπρεπε να επιμείνει και να ενισχύσει το αφήγημά του ότι υπερασπίζεται τη Ρωσία από εξωτερικούς εχθρούς.
Επομένως, οι Ουκρανοί δεν πρέπει να επιτεθούν στην ίδια τη Ρωσία, ούτε να ενθαρρύνουν συμμάχους τους όπως οι Ρώσοι παραστρατιωτικοί κατά του Πούτιν να το κάνουν για λογαριασμό τους. Καλύτερα να καταστήσουν σαφές στον κόσμο ότι υπερασπίζονται καθαρά και μόνο τη χώρα τους. Η στρατηγική πρέπει να παραμείνει σταθερή ώστε να κερδίζει την παγκόσμια υποστήριξη και στη συνέχεια να οδηγήσει τους Ουκρανούς στην ανάκτηση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρος της κατεχόμενης πατρίδας τους.