Με καταθέσεις μαρτύρων – αστυνομικών ξεκίνησε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο η δίκη του Μένιου Φουρθιώτη και τριών ακόμη προσώπων, για την υπόθεση με τις «στημένες» επιθέσεις στη μονοκατοικία του τηλεπαρουσιαστή στο Διόνυσο, προκειμένου να πετύχει, σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, την επαναφορά της αστυνομικής φύλαξης που του είχε παραχωρηθεί.
Κληθείς να λάβει θέση επί των κατηγοριών που αντιμετωπίζει ο Μ. Φουρθιώτης είπε στο ακροατήριο: «Είμαι αθώος, θα αποδειχθεί κατά τη διάρκεια της δίκης ότι πρόκειται για σενάριο των αστυνομικών αρχών». Τις κατηγορίες αρνήθηκαν και οι άλλοι τρεις συγκατηγορούμενοι του τηλεπαρουσιαστή.
Πριν την έναρξη των καταθέσεων των μαρτύρων, συνήγοροι έθεσαν εκ νέου αίτημα διακοπής της δίκης, όμως αυτό δεν έγινε δεκτό από το δικαστήριο. Μάλιστα η πρόεδρός ανέφερε ότι υπάρχει ζήτημα με το 18μηνο προφυλάκισης δυο εκ των κατηγορουμένων, το οποίο συμπληρώνεται άμεσα. Στη συνέχεια, οι συνήγοροι έθεσαν διάφορα αιτήματα περί ακυρότητας και για κάποια από αυτά η έδρα επιφυλάχθηκε να αποφασίσει ενώ άλλα τα απέρριψε.
Οι καταθέσεις
Με την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, πρώτος κατέθεσε αστυνομικός, ο οποίος μαζί με συναδέλφους του τα ξημερώματα της 16ης Απριλίου 2021 εντόπισε ύποπτη μοτοσυκλέτα στην περιοχή της Κηφισιάς. Η μοτοσυκλέτα θεωρήθηκε ύποπτη και σε αυτή επέβαιναν δύο εκ των τριών συγκατηγορουμένων του τηλεπαρουσιαστή, οι οποίο φέρονται να πυροβολούσαν κατ’ εντολή του το σπίτι του στο Διόνυσο. Σύμφωνα με τη δικογραφία μόλις οι κατηγορούμενοι είδαν το σήμα των αστυνομικών της ομάδας ΔΙΑΣ να σταματήσουν, εξαπέλυσαν επίθεση με Καλάσνικοφ εναντίον τους. Ευτυχώς από τους πυροβολισμούς δεν υπήρξε τραυματισμός ή θάνατος.
Αναφερόμενος σε αυτό το επίδικο περιστατικό, ο πρώτος μάρτυρας που κατέθεσε σήμερα στο δικαστήριο περιέγραψε: «Στις 16 Απριλίου ήμουν σε υπηρεσία στη Κηφισιά και στη 01:15 τα ξημερώματα εντοπίσαμε μια μοτοσυκλέτα ύποπτη με δυο αναβάτες, η οποία δεν είχε πινακίδες και δεν λειτουργούσε το πίσω φως της. Προσεγγίσαμε την μοτοσυκλέτα και τους κάναμε σήμα να σταματήσουν. Γίναμε αντιληπτοί. Γύρισαν μας είδαν και τους είδαμε. Κοίταξε ο ένας τον άλλον και κατάλαβαν τι συμβαίνει. Εκείνη τη στιγμή ο συνοδηγός είχε ένα σάκο στα πόδια του, είδα μακρύκανο όπλο μέσα σε αυτόν. Είδα τη κάνη του όπλου. Έστριψε το σώμα του αριστερά μας σημάδεψε και προέβη σε πυροβολισμός. Η απόσταση που είχαμε αρχικά από τους δράστες ήταν 10 με 15 μέτρα. Αν δεν είχαμε επιβραδύνει θα μας είχαν πετύχει. Φορούσαν κράνη. Από το σωματότυπό τους μπορούσα να διακρίνω ότι ήταν εύσωμοι. Μετά το συμβάν πέταξαν το σάκο που κρατούσαν».
Από την πλευρά του ο δεύτερος αστυνομικός, ο οποίος βρέθηκε στο σημείο της συμπλοκής, κατά τη διάρκεια της δικής του κατάθεσης στη δίκη, είπε: «Ήμουν σε υπηρεσία στις 15 Απριλίου. Λάβαμε κλήση ότι οι συνάδελφοί μας δέχθηκαν πυροβολισμούς στη Λ. Θησέως. Πήγαμε και οι συνάδελφοι μας έδειξαν ένα σάκο που είχαν πετάξει οι δράστες. Μας περιέγραψαν το περιστατικό και εμείς μετά αναζητήσαμε και βρήκαμε τους κάλυκες. Εξετάσαμε τα πειστήρια και τα μεταφέραμε στο τμήμα».
Τα όσα υποστήριξαν στις καταθέσεις τους οι δυο μάρτυρες – αστυνομικοί αμφισβητήθηκαν από την υπεράσπιση με τον συνήγορο ενός εκ των κατηγορουμένων Κ. Γώγο να ζητεί ο δεύτερος μάρτυρας να κρατηθεί για ψευδορκία.
Η δίκη συνεχίζεται με καταθέσεις μαρτύρων.