Ένας καβγάς που ξέσπασε χωρίς λόγο φαίνεται να οδήγησε στον φόνο ενός 30χρονου Ρομά από έναν 36χρονο Ρομά, στα Μέγαρα, την ώρα που την κοινή γνώμη απασχολούσε το περιστατικό στη Θεσσαλονίκη με τον 16χρονο που πυροβολήθηκε από αστυνομικό κατά τη διάρκεια καταδίωξης.
Όπως αναφέρεται στη δικογραφία της υπόθεσης των Μεγάρων οι δυο πρωταγωνιστές είχαν καταναλώσει ποσότητα αλκοόλ πριν αρχίζουν να μαλώνουν με τον έναν εξ αυτών στο τέλος να πυροβολεί με καραμπίνα και να σκοτώνει τον άλλο με τον δράστη να υποστηρίζει ότι είχαν προηγηθεί πυροβολισμοί και ξυλοδαρμός σε βάρος του από το θύμα.
Η κατάθεση του δράστη ξεκινά με την περιγραφή ότι «διαμένω μόνιμα στο Βλυχό Μεγάρων με την οικογένειά μου τη γυναίκα μου και τα πέντε παιδιά μου πάνω από δέκα χρόνια. Όλο το διάστημα που μένω εκεί δεν έχω δημιουργήσει κανένα πρόβλημα».
Στη συνέχεια ξεκινά να περιγράφει πώς σημειώθηκε το αιματηρό επεισόδιο το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς του, ξεκίνησε όταν με έναν γνωστό του πήγαν στο σπίτι του θύματος για να πιουν και να διασκεδάσουν.
«Καθίσαμε όλοι στο τραπέζι και πίναμε μια χαρά χωρίς προβλήματα. Σε κάποια στιγμή ο Λ. και ο Ζ. πήγαν να πάρουν και άλλες μπύρες και όλοι δώσαμε από δέκα ευρώ για να τις αγοράσουν. Γύρισαν και μετά συνεχίσαμε να πίνουμε χωρίς προβλήματα. Μετά από λίγο ο Ζ. με φώναξε μέσα να μιλήσουμε. Μπήκαμε μέσα στο σπίτι, εκείνος έκλεισε την πόρτα και χωρίς να έχει προηγηθεί κάτι μου έριξε μπουνιά και έπεσα κάτω. Όταν συνήλθα σηκώθηκα και αφού τον ρώτησα τι έπαθε και με χτύπησε πιαστήκαμε στα χέρια. Μετά ήρθε και ο Λ. μέσα με χτύπησε με ένα ποτήρι στο πρόσωπο και κόπηκα. Είδα ότι έτρεχε πολύ αίμα. Προσπάθησα να φύγω μου έσκισαν την μπλούζα και τελικά κατάφερα να ξεφύγω τρέχοντας προς το σπίτι μου» υποστήριξε στην κατάθεσή του ο Ρομά.
Συνεχίζοντας να περιγράφει τι οδήγησε στη δολοφονία είπε στους αστυνομικούς: «Θύμωσα πολύ και είχα πιει αρκετά. Όταν έφτασα στο σπίτι ήρθε ο Λ. και έριχνε στο αέρα με πιστόλι. Όταν έριχνε ο Λ. η γυναίκα του, Κ., μάζευε τους κάλυκες. Πήρα το αμάξι μου και πήγα να πάρω σφαίρες. Όταν γύρισα στο σπίτι είδα μια τρύπα μεγάλη στον τοίχο από όπλο στο δωμάτιο που κοιμούνται τα παιδιά μου και είμαι σίγουρος ότι φταίει ο Λ. Θύμωσα πιο πολύ γιατί η οικογένειά μου ήταν στο σπίτι εκείνη την ώρα και έτσι πήρα την καραμπίνα και πήγα με τα πόδια στο σπίτι του Ζ.».
Φτάνοντας στη στιγμή που πυροβόλησε και τραυμάτισε θανάσιμα τον 30χρονο ομόφυλό του, ο 36χρονος Ρομά είπε: «Την ώρα που έφτασα και βρισκόμουν έξω από το σπίτι είδα ότι ο Λ. έριχνε πάλι στον αέρα με πιστόλι και ο Ζ. είχε ένα δίκαννο και με σημάδευε. Στη συνέχεια με πλησιάσε η γυναίκα του Λ. και μου έπιασε την καραμπίνα που την είχα οπλισμένη στο χέρι. Εγώ τους είπα να φύγουν και τους φοβέριζα ότι θα ρίξω. Τότε ο Ζ. πήρε στα χέρια του ένα τσιμεντόλιθο και απειλούσε να με χτυπήσει. Εκείνη την ώρα ήταν και ο Τ.Π. και έλεγε στον Ζ. και στον Λ. να σταματήσουν. Επίσης μου έλεγαν ότι αν είμαι άνδρας και φοράω παντελόνια να ρίξω. Τότε ο Λ. με σημάδεψε με το πιστόλι και αφού κατάλαβα ότι θα μου ρίξει έσκυψα πίσω από την μάνδρα. Κατάλαβα ότι θέλουν να με σκοτώσουν σήκωσα την καραμπίνα και έριξα μια φορά προς το μέρος του. Είδα ότι ο Ζ. έπεσε κάτω και είχε αίμα στο στήθος και δεν κουνιόταν. Μετά έφυγα από το σπίτι πήρα το αμάξι μου και ξεκίνησα να οδηγώ προς την Κόρινθο. Πρίν φύγω έσπασα την καραμπίνα και την πέταξα».
Ο δράστης στη συνέχεια αναφέρει ότι είδε αστυνομικούς που του έκαναν σήμα να σταματήσει στους οποίους και είπε τι έγινε παραδεχόμενος τον φόνο: «Αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω δεν θα έριχνα γιατί πέθανε ένας άνθρωπος».
Από την πλευρά του ο συνήγορος της οικογένειας του δολοφονηθέντος, Δημήτρης Ζορμπάς είπε στο protothema.gr: «Κλήθηκα από την οικογένεια του δολοφονηθέντος να δηλώσω παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας κατά του κατηγορούμενου, ο οποίος ανήκει στην φυλή των Ρομά. Ο κατηγορούμενος μετά την απολογία του προφυλακίστηκε όπως ήταν αναμενόμενο διότι κρίθηκε επικίνδυνος να τελέσει νέες αξιόποινες συναφείς πράξεις. Ο κατηγορούμενος αναίτια σήκωσε την καραμπίνα και πυροβόλησε δύο φορές από πολύ μικρή απόσταση το θύμα με συνέπεια τον θάνατό του. Ο δολοφονημένος ήταν ένας φιλήσυχος οικογενειάρχης με τρία παιδιά».