Στο σημερινό υπουργικό συμβούλιο η εισήγηση του υπ. Εργασίας
Αναβολή ολίγων ημερών φαίνεται να παίρνει η δημοσιοποίηση του νέου κατώτατου μισθού, εξαιτίας των δραματικών εξελίξεων που συμβαίνουν στη χώρα μας, μετά το πρωτοφανές σιδηροδρομικό δυστύχημα και την τραγωδία στα Τέμπη.
Το σημερινό υπουργικό συμβούλιο, το οποίο – υπό κανονικές συνθήκες – θα αποφάσιζε το νέο κατώτατο μισθό, τελικώς θα ασχοληθεί – μόνο – με την κατάσταση που επικρατεί στο σιδηροδρομικό δίκτυο και θα λάβει αποφάσεις, γύρω από το θέμα αυτό.
Ως εκ τούτου η απόφαση για το κατώτατο μισθό μετατίθεται στην επόμενη συνεδρίαση, χωρίς να αλλάζει ο σχεδιασμός για τη ισχύ του νέου μισθού από την 1η Απριλίου.
Η εισήγηση του υπ. Εργασίας
Ωστόσο, ο υπουργός Εργασίας κ. Κ. Χατζηδάκης θα υποβάλει – ως οφείλει – την εισήγησή του για το ποσό του νέου μισθού, χωρίς να υπάρξει τελική απόφαση. Αυτό θα συμβεί επειδή ο υπουργός Εργασίας υποχρεούται να τηρήσει το χρονοδιάγραμμα που προβλέπει ο νόμος το οποίος ρητώς αναφέρει πως «η εισήγηση του υπουργού Εργασίας προς το Υπουργικό Συμβούλιο για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού των υπαλλήλων και του κατώτατου ημερομισθίου των εργατοτεχνιτών θα υποβληθεί το αργότερο έως τις 10 Μαρτίου 2023».
Το ύψος του κατώτατου μισθού
Πάντως ο κυβερνητικός σχεδιασμός για το ύψος του νέου μισθού δεν φαίνεται να έχει αλλάξει. Σύμφωνα με πληροφορίες προβλέπει νέο κατώτατο μισθό, περίπου στα 770 έως 780 ευρώ με την κυβέρνηση να καταλήγει σε αύξηση – κατά τι υψηλότερη – από αυτή που δόθηκε στους συνταξιούχους, δηλαδή πάνω από το 7,75%.
Ελάχιστες πιθανότητες συγκεντρώνει – πλέον – το «αισιόδοξο» σενάριο, σύμφωνα με το οποίο ο νέος μισθός θα φθάσει έως και τα 800 ευρώ.
Ασφαλείς πληροφορίες, προσδιορίζουν το «κατώφλι» της αύξησης, γύρω στο 8% – δηλαδή ο νέος μισθός διαμορφώνεται στα 770 ευρώ -, ενώ η «οροφή» αντιστοιχεί σε αύξηση 9,4% και οδηγεί σε κατώτατο μισθό της τάξεως των 780 ευρώ.
Μείωση εισφορών
Όποια κι αν είναι η τελική απόφαση της κυβέρνησης, αναμένεται να συνδυαστεί με την ταυτόχρονη εξαγγελία μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών. Η κυβέρνηση θεωρεί τα δύο αυτά θέματα ως αλληλένδετα, προκειμένου να αντισταθμιστεί μέρος της επιβάρυνσης των επιχειρήσεων από την αύξηση του εργατικού κόστους. Σημειώνεται ότι η μείωση των εισφορών αποτελεί κεντρικό αίτημα του ΣΕΒ και η υιοθέτησή του αναμένεται να λειτουργήσει εξισορροπιστικά στα χαμηλότερα ποσοστά αύξησης που προτείνει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών.
Η περαιτέρω μείωση των εισφορών την οποία θα ανακοινώσει η κυβέρνηση υπολογίζεται γύρω στις τρείς – τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες – σε βάθος τετραετίας. Συναρτάται άμεσα με την πλήρη εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας, η οποία αναμένεται να βοηθήσει στην πάταξη της εισφοροδιαφυγής και την καταπολέμηση της «μαύρης» εργασίας. Η αρχή του νέου προγράμματος τοποθετείται στο 2024. Στο μεταξύ εντός του 2023, εκκρεμεί η εφαρμογή της επιπλέον μείωσης κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες, ως υπόλοιπο από την προηγούμενη κυβερνητική δέσμευση για μείωση των εισφορών κατά πέντε μονάδες το διάστημα από 2019 έως 2023.