Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκεται ο νέος υπολογισμός του κατώτατου μισθού, καθώς σήμερα αναμένεται να πραγματοποιηθεί ευρεία διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους.
Ειδικότερα, η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως θα συναντηθεί με τη ΓΣΕΕ για τις πρώτες συζητήσεις, ενώ μέσα στις επόμενες ημέρες θα ακολουθήσουν αντίστοιχες συναντήσεις με εκπροσώπους των εργοδοτών (ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ, ΣΒΕ και ΣΕΒ).
Βασική συνισταμένη όλων αυτών των επαφών είναι το πόρισμα της Επιστημονικής Επιτροπής, που προ ημερών παραδόθηκε στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και αναφέρεται στην ενσωμάτωση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς. Η διαδικασία που θα καθορίζεται, από το 2028 και μετά, ο βασικός μισθός στον ιδιωτικό τομέα, με την χρήση μαθηματικού τύπου, όπως προτείνεται στο πόρισμα, αποτελεί τη βάση της διαπραγμάτευσης.
Το νέο μοντέλο για τον κατώτατο μισθό
Ο στόχος που έχει τεθεί από το υπουργείο Εργασίας, είναι να καθοριστεί ένα μοντέλο όπου ο κατώτατος μισθός, θα προκύπτει από έναν πιο αντικειμενικό, προβλέψιμο και διαφανή τρόπο υπολογισμού. Το σύστημα που εφαρμόζεται στη Γαλλία, αποτελεί βάσει αναφοράς. Ουσιαστικά, ο μαθηματικός τύπος που προτείνεται, θα προκύπτει από δύο βασικές παραδοχές της πορείας της ελληνικής Οικονομίας: Τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας. Οι δείκτες που θα καθορίζουν το πεδίο της παραγωγικότητας, είναι κομβικής σημασίας για το τελικό ύψος των αποδοχών που θα προκύπτουν στο μέλλον.
Στο πλαίσιο αυτό, το πόρισμα προτείνει επιπρόσθετα, να δημιουργηθεί μια Επιτροπή Διαβούλευσης, η οποία θα αποτελείται κυρίως από εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων. Η συγκεκριμένη Επιτροπή, θα αναλαμβάνει την υποχρέωση να διατυπώνει γνώμη για το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και την επικαιροποίησή του. Με τον τρόπο αυτό, εκτιμά η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, ότι θα αναβαθμιστεί ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων στη διαδικασία. Πάντως, σε καμία περίπτωση δεν επιστρέφει ο καθορισμός του κατώτατου μισθού, απευθείας στους κοινωνικούς εταίρους, όπως γινόταν έως το 2010 και αποτελεί πάγιο αίτημα αρκετών εξ αυτών (ΓΣΕΕ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ).
Αυτόματα η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού
Στο προτεινόμενο σύστημα της επιτροπής καθορισμός και η αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου γίνεται αυτόματα, με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα
του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ής Ιουνίου του τρέχοντος για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών και
του ημίσεος του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο. Με λίγα λόγια δηλαδή η Επιτροπή προτείνει η αυτόματη αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να λαμβάνει υπόψιν και τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας.
Οι στόχοι
Επιπλέον, στο πόρισμα, που παραδόθηκε στην κυρία Κεραμέως, από την Πρόεδρο της Επιτροπής, καθηγήτρια Πατρίνα Παπαρηγοπούλου στις 8 Οκτωβρίου, προτείνεται η κατάρτιση οδικού χάρτη «σχεδίου δράσης» για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Στόχος είναι να υπάρξει αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές διαπραγματεύσεις, με την ενεργή συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.
Άλλωστε αποτελεί δέσμευση σε σχέση με την ΕΕ, η κάλυψη από συλλογικές συμβάσεις να ανέλθει έως το 70% του συνόλου των εργαζομένων έως το 2030. Σήμερα, το ποσοστό που καλύπτεται από κάποιας μορφής κλαδική σύμβαση, περιορίζεται στο 24% μόλις και μετά βίας. Επίσης, οι κοινωνικοί εταίροι διαπιστώνουν μεγάλη καθυστέρηση στην επεκτασιμότητας μιας συλλογικής σύμβασης, στο σύνολο των επιχειρήσεων του κλάδου που καλύπτει. Έτσι, στην πράξη προκύπτει η εφαρμογή μιας τέτοιας σύμβασης, να καθυστερεί δραματικά να καταλήξει (υπό μορφή αυξήσεων) στις τσέπες των εργαζομένων.