Στην όλη προβληματική της συζήτησης για την αποστολή όπλων στην Ουκρανία και σε συνέχεια των δηλώσεων κυβερνητικών αξιωματούχων περί “σωστής πλευράς της Ιστορίας”, έρχεται στη δημοσιότητα η στάση των Ισραηλινών στο θέμα. Το Ισραήλ, αν μη τι άλλο, είναι ένα σύγχρονο κράτος που δεν ιδεολογικοποιεί τις προσεγγίσεις του στα θέματα που αντιμετωπίζει, επιλέγοντας να υπολογίσει ψυχρά και κυνικά το εθνικό του συμφέρον.
Σύμφωνα λοιπόν με τις υπάρχουσες πληροφορίες, όπως αυτές μεταδόθηκαν από τον γνωστό αμερικανικό ιστοχώρο “Axios”, το Ισραήλ απαγόρευσε την προώθηση στην Ουκρανία του γνωστού και ιδιαιτέρως αποτελεσματικού αντιαρματικού συστήματος Spik, προϊόν της αμυντικής του βιομηχανίας. Ο γενικός Διευθυντής των ισραηλινού υπουργείου Άμυνας, Αμίρ Έσελ, ταξίδεψε στην Ουάσιγκτον πριν από δυο εβδομάδες και συναντήθηκε με Αμερικανούς αξιωματούχους του χώρου της άμυνας.
Ο αναπληρωτής υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Κόλιν Καχλ, του έθεσε το ζήτημα της χορήγησης άδειας προώθησης στην Ουκρανία του συστήματος, το οποίο κατασκευάζεται με άδεια στη Γερμανία. Η άδεια παραγωγής περιλαμβάνει τον όρο εξασφάλισης άδειας τελικού χρήστη (end user certificate) από το Ισραήλ για την παραχώρηση – πώληση σε τρίτη χώρα.
Η απάντηση των Ισραηλινών ήραν αρνητική. Για όσους δεν το πρόσεξαν, το ισραηλινό ΟΧΙ δόθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη χώρα που παίζει κεφαλαιώδη ρόλο στην ασφάλεια της χώρας, στη χώρα που χρηματοδοτεί πλουσιοπάροχα την έρευνα και ανάπτυξη οπλικών συστημάτων από τις ισραηλινές αμυντικές βιομηχανίες, σε συνεργασία με αμερικανικές.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο Ισραηλινός αξιωματούχος τεκμηρίωσε τη θέση του λέγοντας, ότι από τη χρήση του συστήματος μπορεί να χάσουν τη ζωή τους Ρώσοι στρατιώτες και αυτό να περιπλέξει επικίνδυνα τις διμερείς σχέσεις Μόσχας-Ιερουσαλήμ, προκαλώντας ζημία στα ισραηλινά συμφέροντα ασφαλείας στη Συρία.
Προφανώς οι Ισραηλινοί όχι μόνο θα αποφύγουν την επιδείνωση των σχέσεων με τους Ρώσους, αλλά θα χρησιμοποιήσουν αυτή τους την άρνηση στο διμερές πλαίσιο για να επιχειρήσουν να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη για τη χώρα τους.
Τούτων λεχθέντων, χρειάζεται να υπενθυμίσουμε ξανά, μόνο την κοινότητα των 100.000 Ελλήνων της Μαριούπολης, που ουδείς γνωρίζει πόσοι ελληνικής καταγωγής θα επιστρέψουν μετά τον πόλεμο και πως θα αποκατασταθεί η επικοινωνία για να μπορεί το ελληνικό κράτος να τους συνδράμει…