Μετά την πρόσφατη ισραηλινή επίθεση σε ιρανικούς στρατιωτικούς στόχους, το Ιράν αντιμετωπίζει έντονο εσωτερικό διχασμό σχετικά με το αν θα απαντήσει, με σκληροπυρηνικά μέλη του κοινοβουλίου να υποστηρίζουν την άμεση αντίδραση, ενώ άλλοι παράγοντες εντός και εκτός Ιράν προτρέπουν για αυτοσυγκράτηση.
Όπως αναφέρει ο βρετανικός Guardian σε ανάλυσή του, ενώ η κυβέρνηση του Ιράν αρχικά επέλεξε να τονίσει την αποτελεσματικότητα των αντιαεροπορικών της συστημάτων και να υποβαθμίσει την κλίμακα της ζημιάς, στο εσωτερικό αναπτύσσεται συζήτηση για το κατά πόσον η παραβίαση της ιρανικής κυριαρχίας από το Ισραήλ πρέπει να μείνει αναπάντητη.
Σύμφωνα με το Ιρανικό υπουργείο Εξωτερικών, η επίθεση καταδικάζεται αυστηρά, με την κυβέρνηση να δηλώνει πως «το Ιράν έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να υπερασπίζεται τον εαυτό του από πράξεις ξένης επιθετικότητας». Η εκπρόσωπος της κυβέρνησης, Φατεμέ Μοχατζεράνι, ανέφερε πως «η ζημιά είναι περιορισμένη», και ότι οι Ιρανοί διατηρούν την περηφάνια τους, παρά την ισραηλινή επίθεση.
Περιφερειακές αντιδράσεις αλληλεγγύης, ιδίως από τον Κόλπο, όπως από το Ομάν, τη Σαουδική Αραβία και την Τουρκία, ενισχύουν τη θέση του Ιράν, αν και αρκετές από αυτές τις χώρες υπογραμμίζουν την ανάγκη αποφυγής κλιμάκωσης. Ο υπουργός Εξωτερικών του Ομάν, Μπάντρ Αλμπουσαϊντί, εξέφρασε την ανησυχία του για την «κατάφωρη παραβίαση της ιρανικής εθνικής κυριαρχίας», προσθέτοντας ότι η διεθνής κοινότητα οφείλει να επικεντρωθεί στην επίλυση των βαθύτερων αιτίων της κρίσης, με κύριο άξονα την παράνομη κατοχή των παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ.
Ωστόσο, σκληροπυρηνικοί πολιτικοί στο Ιράν ζητούν ταχεία απάντηση. Ο Αμίρ-Χοσεΐν Σαμπετί, βουλευτής της Τεχεράνης, ανέφερε ότι «η σταθερότητα εξαρτάται από την αποφασιστική αντίδραση στο παραμικρό λάθος του εχθρού» και ότι η καλύτερη στιγμή για απάντηση είναι όταν το Ισραήλ είναι ήδη εμπλεκόμενο στη Γάζα και τον Λίβανο. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυκλοφόρησαν εκκλήσεις για μια «Επιχείρηση Promise 3», αναφορά σε προηγούμενες ιρανικές επιθέσεις κατά του Ισραήλ.
Αντιθέτως, ο πρώην καθηγητής του Πανεπιστημίου της Τεχεράνης, Σαντέχ Ζιμπακαλάμ, δήλωσε ότι «η επίθεση του Ισραήλ στην Τεχεράνη είχε διπλωματική επιτυχία για την Ουάσιγκτον, καθώς κατάφερε να περιορίσει τις ισραηλινές επιθέσεις ώστε να μη χρειαστεί ιρανική αντίδραση». Ο Ζιμπακαλάμ τόνισε πως οι ΗΠΑ επανειλημμένα αποδεικνύουν ότι δεν επιθυμούν πόλεμο με το Ιράν.
Η συζήτηση για την απάντηση της Τεχεράνης συνδέεται άρρηκτα και με τη διπλωματική της θέση στην περιοχή, καθώς η επιτυχής απόκτηση μηνυμάτων αλληλεγγύης από γείτονες στον Κόλπο, αλλά και η διατήρηση δεσμών με τη Σαουδική Αραβία, ενδέχεται να επηρεάσουν τη λήψη αποφάσεων. Η Ιορδανία μάλιστα δήλωσε ότι αρνήθηκε τη χρήση του εναέριου χώρου της από το Ισραήλ, ενισχύοντας τη θέση του Ιράν.
Αναφορικά με το στρατιωτικό σκέλος, η πρωινή ανασκόπηση των ζημιών που προκάλεσαν οι ισραηλινές επιθέσεις ανέδειξε τον θάνατο δύο στρατιωτών του ιρανικού στρατού. Παρότι οι ιρανικές αρχές απέτρεψαν τους πολίτες από το να δημοσιεύσουν φωτογραφίες, η πρωτεύουσα επανήλθε γρήγορα σε κανονικούς ρυθμούς, γεγονός που αυξάνει την πίεση σε όσους ζητούν άμεση στρατιωτική αντίδραση.
Η λήψη αποφάσεων της Τεχεράνης για πιθανή απάντηση περιπλέκεται λόγω του κινδύνου κλιμάκωσης, καθώς άλλη μια ιρανική επίθεση στο Ισραήλ θα μπορούσε να προκαλέσει την εμπλοκή πρόσφατα εγκατεστημένων αμερικανικών αμυντικών συστημάτων, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε άμεση σύγκρουση με τις ΗΠΑ.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση του Μασούντ Πεζεσκιάν βρίσκεται αντιμέτωπη με σκεπτικισμό σχετικά με την προοπτική διπλωματικών διαπραγματεύσεων, καθώς παλαιότερη υπόσχεση των ΗΠΑ για επίτευξη εκεχειρίας στη Γάζα απέτυχε να υλοποιηθεί, δημιουργώντας αμφιβολίες για τα δυτικά διπλωματικά μηνύματα.
Στο παρόν πλαίσιο, αναμένεται πως οποιαδήποτε απόφαση για τη λήξη των συγκρούσεων με το Ισραήλ θα μπορούσε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στις ικανότητες της Ουάσινγκτον να συμβάλει σε αποκλιμάκωση. Ωστόσο, με τις εκλογές να πλησιάζουν, μια πιθανή ειρηνική έκβαση φαίνεται απίθανη στο άμεσο μέλλον.