Η απότομη άνοδος της θερμοκρασίας αλλάζει τα δεδομένα στην εγχώρια αγορά ηλεκτρικού ρεύματος, με δυσμενείς συνέπειες για τους καταναλωτές, αλλά θετικές για το δίκτυο.
Πρόκειται για μια τάση που είχαν προαναγγείλει οι ειδικοί του κλάδου: Η κλιματική αλλαγή επεκτείνει τις περιόδους καύσωνα τα καλοκαίρια και ταυτόχρονα ανεβάζει τη μέση θερμοκρασία εποχιακά σε σχέση με ότι είχαμε συνηθίσει. Ως αποτέλεσμα, η ζήτηση για ηλεκτρικό ρεύμα αυξάνεται ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες για κλιματισμό.
Η πρώιμη έλευση της ζέστης έχει διπλό αποτέλεσμα για το εγχώριο σύστημα: Από τη μια εξαλείφει την υπερπροσφορά ισχύος που παρατηρήθηκε την άνοιξη και είχε ως αποτέλεσμα μηδενικές ωριαίες τιμές και περικοπές της παραγωγής ΑΠΕ για να μην υπάρξει υπερφόρτωση.
Από την άλλη, δημιουργείται ανάγκη για περισσότερη λειτουργία των ακριβότερων συμβατικών μονάδων (φυσικό αέριο – λιγνίτης), γεγονός που ανεβάζει την τιμή χονδρικής, άρα και τα τιμολόγια που πληρώνουν οι καταναλωτές κάθε κατηγορίας.
Ενδεικτικό είναι ότι ήδη χθες Δευτέρα (3.6.2024) η χονδρική σκαρφάλωσε στα 119 ευρώ/MWh που είναι και η υψηλότερη ημερήσια τιμή φέτος στο Χρηματιστήριο Ενέργειας. Για σήμερα η τιμή στην προ ημερήσια αγορά βρίσκεται σε αντίστοιχα επίπεδα με 117 ευρώ.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η μέση χονδρική τιμή των τελευταίων δύο μηνών είναι που καθορίζει τα τιμολόγια λιανικής τον αμέσως επόμενο μήνα. Κατ’ επέκταση, δημιουργούνται οι συνθήκες για νέα αύξηση τον Ιούλιο μετά από αυτή των τιμολογίων Ιουνίου.
Την κατάσταση δεν βοηθάει ούτε η τιμή του φυσικού αερίου, που αποτελεί το καύσιμο αρκετών συμβατικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στη χώρα μας. Τις τελευταίες ημέρες το ευρωπαϊκό συμβόλαιο αναφοράς TTF σκαρφάλωσε ως τα 38,5 ευρώ/MWh, επίπεδο στο οποίο είχε να βρεθεί από το Δεκέμβριο του 2023. Αιτία αποτελεί η έκτακτη διακοπή λειτουργίας σε παραγωγική μονάδα της Νορβηγίας, χώρα η οποία αποτελεί το μεγαλύτερο προμηθευτή της Ευρώπης πλέον.
Ως εκ τούτου, διαμορφώνεται μια εικόνα ανόδου για τους αμέσως επόμενους μήνες στο ηλεκτρικό ρεύμα. Ήδη τον Ιούνιο οι περισσότεροι προμηθευτές επέλεξαν να ανεβάσουν σημαντικά τα τιμολόγιά τους με εξαίρεση τη ΔΕΗ, η οποία απορρόφησε το μεγαλύτερο μέρος της ανόδου μέσω της έκπτωσης 38% που παρείχε.