Παρά το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα γίνεται και ολοένα και μεγαλύτερη αναφορά στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, άρα λογικά και στη μείωση και της αντίληψής της για επίλυση των προβλημάτων με τη βία, εντούτοις αποδεικνύεται ότι αυτή η θέση είναι περισσότερο ευχή, παρά ρεαλιστική εκτίμηση.
Είναι στην Ελλάδα μία συνεχώς φλύαρη και εν τέλει κουραστική αναπαραγόμενη θέση, παρά μία αλήθεια. Η πραγματικότητα είναι ότι η τουρκική επιθετικότητα υφίσταται και μάλιστα είναι ποιοτικά αναβαθμισμένη, ιδιαίτερα σε χώρους όπου θα περίμενε κάποιος να αποτελέσει την προμετωπίδα της ευρωπαϊκής της στάσης.
Ένας τέτοιος χώρος είναι η Θράκη, όπου η Τουρκία θα έπρεπε να δώσει εξετάσεις καλής συμπεριφοράς προς ένα γειτονικό κράτος, την Ελλάδα, εφαρμόζοντας τις αξίες της ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας, αξίες πάνω στις οποίες οικοδομήθηκαν τα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη και η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αμέσως μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης, παρά το γεγονός ότι η ελβετική πόλη και οι διαπραγματευτές που είχαν βρεθεί εκεί, είχαν δώσει πολύ ιδιαίτερης αξίας μηνύματα, αναφέρω τρία από αυτά, «μουσουλμανικές μειονότητες», «προστασία των μειονοτήτων» και «εκπαίδευση στη μητρική γλώσσα», εντούτοις ο χρόνος έδειξε ότι αυτά όχι μόνο δε θα μπορούσαν να υλοποιηθούν, αλλά θα αλλοιωνόταν ανάμεσα στην εθνικιστική- επεκτατική πολιτική (Τουρκία) και αδιαφορίας (Ελλάδα).
Οι μουσουλμανικές μειονότητες των Πομάκων, Τσιγγάνων, τουρκόφωνων (αποτέλεσμα βίας και εποικισμού), Τσερκέζων, Κούρδων, Αιγύπτιων και άλλων, έγιναν μία μειονότητα, «τουρκική», η προστασία αφέθηκε στις επιλογές του τουρκικού προξενείου της Κομοτηνής και στις κατά καιρούς αλλοπρόσαλλες πολιτικές της Ελλάδας και η εκπαίδευση στη μητρική γλώσσα, παιδεία στην τουρκική γλώσσα.
Η Πομακική και η τσιγγάνικη συνιστώσα στραγγαλίστηκε μέσα στην τουρκόφωνη κοινωνία και κάθε κίνηση έκφρασης διαφορετικότητας συνάντησε τον ακραίο ρατσισμό ομοιογενούς παρουσίας που εκφράζεται από τις διπλωματικές και άλλες εκπροσωπήσεις της Τουρκίας στην περιοχή.
Εάν διαβάσει για παράδειγμα κάποιος τον μειονοτικό τύπο της Θράκης επικεντρώνοντας την ανάγνωσή του στις κινήσεις που έχουν σαν στόχο την ανάδειξη της πομακικής και τσιγγάνικης διαφορετικότητας, θα νομίσει ότι διαβάζει τουρκικές εφημερίδες που αναλύουν το κουρδικό ζήτημα.
Όπως τους Κούρδους έτσι και τους Πομάκους τους ονομάζουν «ορεσίβιους Τούρκους», όπως και τους Κούρδους, έτσι και τους Πομάκους και τους Τσιγγάνους τους απειλούν.
Επίσης έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι σύσσωμη η μειονοτική ηγεσία πλήρως ταυτισμένη με τις τουρκικές θέσεις, ζητούσε το 1999, με ανοιχτή της επιστολή, την παράδοση του Οτζαλάν στην Τουρκία! Όπως άλλωστε ταυτίστηκε και με άλλες προτεραιότητες της τουρκικής πολιτικής….
Σ΄ αυτό το πλαίσιο, της μη ανάδειξης κάθε διαφορετικής ταυτότητας στους μουσουλμάνους της Θράκης, βρίσκεται και η δραστηριότητα που αναπτύχθηκε από Πομάκους όταν συσπειρώθηκαν σε συλλόγους, όταν εξέδωσαν εφημερίδες και περιοδικά, ή όταν κυκλοφόρησαν ψηφιακούς δίσκους μουσικής που αποδιάρθρωσαν το τουρκικό αφήγημα .
Παράλληλα ενώ οι υπαρκτές μέχρι πρόσφατα ομάδες των Πομάκων και Τσιγγάνων έχουν εξαφανισθεί ή ενσωματωθεί στην τουρκόφωνη κοινωνία, η θρησκεία, χρησιμοποιήθηκε στη Θράκη ως μέσο για να συντηρηθεί ο εθνικισμός και η σχέση με την «μητέρα πατρίδα».
Παράνομες συλλογικές εκφράσεις, χρησιμοποιήθηκαν για να συσπειρωθεί ο πληθυσμός και να αναδειχθούν οι μορφές αγώνα έναντι στην «ελληνική διοίκηση». Μάλιστα αυτές οι συλλογικές εκφράσεις ακολούθησαν την προτροπή της Τουρκίας να διεκδικούν σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, τα δικαιώματά τους, τα οποία όπως αναφέρουν συνεχώς «καταπατούνται από την Ελλάδα».
Έτσι είχαμε παλαιότερα την προσφυγή διαφόρων ενώσεων στο ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διεκδικώντας τον επιθετικό προσδιορισμό «τουρκικός- τουρκική». Επίσης φαίνεται ότι το τελευταίο διάστημα αυτή η πολιτική, έχει βρει συμμάχους (και προεκλογικούς….) και στα Σκόπια και στην Αλβανία, αφού οι «μειονότητες» που σύμφωνα με τις δύο γειτονικές χώρες που υπάρχουν στη περιοχή και γενικότερα στην Ελλάδα, θα συνεργαστούν με τους «Τούρκους» της Θράκης σε ένα φόρουμ με σκοπό την καταδίκη της Ελλάδας.
Είναι γεγονός ότι η Θράκη έχει στρατηγική αξία για την Τουρκία, μόνο που ο αναβαθμισμένος ρόλος της Θράκης στην περιοχή των Βαλκανίων και του Εύξεινου Πόντου, δεν συμπίπτει με τα συμφέροντα της Τουρκίας. Έτσι η γειτονική χώρα θέλει να ελέγχει μέσω των μηχανισμών της, αλλά και προφανώς και τις εξελίξεις στο χώρο της Θράκης με οποιοδήποτε τρόπο.
Και όλα τα παραπάνω και ενώ οι εξελίξεις στο εσωτερικό μέτωπο γεμίζουν με ανασφάλεια την Τουρκία, η οποία αναζητά άλλα πεδία εκτόνωσης του εθνικισμού και της συνεχούς πίεσης προς την Ελλάδα. Η Θράκη είναι ένα από αυτά τα πεδία και μένει να φανεί εάν η Τουρκία θέλει να παρέμβει πιο αποφασιστικά για να επιβεβαιώσει την παρουσία της στην περιοχή και με άλλους τρόπους.
Y.Γ. Η παρουσία της Τουρκίας στις εκλογές στην Ελλάδα και ειδικότερα στη Θράκη είναι συνεχής και διακριτή από το 1920, χρονιά απελευθέρωσης της ιδιαίτερης μου πατρίδας. Έχοντας γνώση, βίωμα και εμπειρία και για αυτήν την πτυχή της τουρκικής πολιτικής, ας είμαστε λοιπόν προσεκτικοί και σ΄αυτές τις εκλογές για το πως η Τουρκία θα θελήσει (για ακόμη μία φορά) να επέμβει στη Θράκη και στα εσωτερικά της Ελλάδας…
- Ο Θεοφάνης Μαλκίδης είναι διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου και συγγραφέας του βιβλίου «Κεμαλισμός και Ναζισμός». Αθήνα: Εύξεινος Λόγος 2022.