Η ουσιαστικότερη παράγραφος της ελληνοτουρκικής διακήρυξης των Αθηνών είναι η τελευταία, η οποία διευκρινίζει, πως αυτή δεν αποτελεί διεθνή συμφωνία, δεσμευτική για τα Μέρη κατά το Διεθνές Δίκαιο. Καμία πρόνοια της Διακήρυξης αυτής δεν πρέπει να ερμηνεύεται ότι παράγει νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις για τα Μέρη… Αντιθέτως, με τη διακήρυξη φιλίας, το “τουρκολυβικό μνημόνιο παράγει νομικά αποτελέσματα. Το ίδιο και η οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. Από την άλλη πλευρά βέβαια, η Ελλάδα δεν είναι μια αναθεωρητική δύναμη στην περιοχή που επιζητεί αναθεώρηση της συνθήκης της Λωζάνης και επαναχαράξεις συνόρων.
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΣΤΟΥΠΑ
ΠΗΓΗ CAPITAL.GR
Υπό την έννοια αυτή μια διακήρυξη φιλίας έστω που προβλέπει αποχή από μονομερείς ενέργειες, διάλογο και χρήση των αρχών του ΟΗΕ για επίλυση των διαφορών που προκύπτουν είναι θετική εξέλιξη, αρκεί να μην “αποκοιμίζει” τη διπλωματία και τις ένοπλες δυνάμεις. Είναι θετική εξέλιξη στον βαθμό που μπορεί να μειώσει τον αριθμό των αναχαιτίσεων πάνω από το Αιγαίο, η πυκνότητα των οποίων αυξάνει τις πιθανότητες κάποιου ατυχήματος ή μιας λάθος κίνησης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε γενικότερη ανάφλεξη. Θετική εξέλιξη είναι επίσης γιατί αν τηρηθεί μπορεί να ξεπαγώσει τις οικονομικές δραστηριότητες μεταξύ των δυο χωρών με αμοιβαία οφέλη.
Πού οφείλεται η στροφή
Δεν έχουν περάσει ούτε 12 μήνες που ο Τούρκος πρόεδρος αναθεμάτιζε τον Έλληνα πρωθυπουργό, κραυγάζοντας στα πλήθη “Μητσοτάκης γιοκ”, επαναλάμβανε μονότονα “θα ‘ρθουμε κάποιο βράδυ ξαφνικά” και απαιτούσε την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Τι συνέβη και άλλαξε τακτική λοιπόν; Κατ’ αρχήν μεσολάβησαν οι εκλογές στην Τουρκία όπου κατά το αποτέλεσμα, πήρε αυτό που ήθελε. Κυρίως, όμως, ο Ερντογάν πιέζεται από την ανάγκη εκσυγχρονισμού των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και ειδικά της πολεμικής αεροπορίας του με αναβάθμιση των F-16. Είναι προφανές πως οι Αμερικανοί σύμμαχοι έχουν ζητήσει από την Τουρκία, μεταξύ άλλων και κάποια κίνηση καλής θελήσεως προς την Ελλάδα, προκειμένου να ξεμπλοκάρουν την πρόσβαση της γείτονος σε ανταλλακτικά και κυρίως την αναβάθμιση των F-16.
Καλές οι προεκλογικές παράτες με το τουρκικό μαχητικό 5ης γενιάς, αλλά μέχρι να πετάξει και να αποδειχτεί αξιόπιστο, θα περάσουν χρόνια και εν τω μεταξύ θα ‘χει χάσει την εναέρια ισχύ πάνω από το Αιγαίο. Η Ελλάδα με την αγορά των Rafale, μια μοίρα των οποίων είναι ήδη σε χρήση, και την αναβάθμιση των F-16 σε Viper αποκτά πλεονέκτημα πάνω από το Αιγαίο και αυτό αλλάζει τα δεδομένα σε βάρος της Τουρκίας. Η Τουρκία, λόγω των κακών χειρισμών του καθεστώτος Ερντογάν, βρίσκεται σε μειονεκτική θέση και αυτό το αποδεικνύει η λύση απελπισίας της επιδίωξης προμήθειας 40 Eurofighter από το Η.Β. Αν δεν θέλουν οι ΗΠΑ όμως κανένας δεν θα επιτρέψει να τα αποκτήσει.
Οι κινήσεις καλής θέλησης προς την Ελλάδα αποσκοπούν στη δημιουργία ευνοϊκού κλίματος στη Δύση υπέρ της Τουρκίας. Το ισχυρό χαρτί της Τουρκίας, ως μέλος του ΝΑΤΟ, είναι η αποδοχή της εισόδου της Σουηδίας στη συμμαχία. Η διακήρυξη φιλίας με την Αθήνα αποτελεί απλώς μια ελάχιστη ένδειξη καλής θέλησης. Αν υπάρξει ανταπόκριση από τις ΗΠΑ η επόμενη κίνηση θα αφορά τη Σουηδία. Η επίθεση φιλίας της Άγκυρας προς την Αθήνα μοιάζει λοιπόν με έναν τακτικό ελιγμό. Η στρατηγική επιλογή της Τουρκίας που στοχεύει στην ανάδειξή της σε περιφερειακή δύναμη παραμένει σε ισχύ.
Προκειμένου να το πετύχει αυτό η Τουρκία θα πρέπει να συνεχίσει να αποστασιοποιείται από τη Δύση και να αναθεωρήσει τη συνθήκη της Λωζάνης που την περιορίζει στα σημερινά της σύνορα. Η παρουσία της στη Συρία, τη Λιβύη, στη σύγκρουση Αζέρων και Αρμενίων, όπως και οι αμφισβητήσεις της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο και τη Ν.Α. Μεσόγειο σε αυτή τη στρατηγική εντάσσονται. Η τουρκική ηγεσία εμφορείται από τον αντιδυτικισμό και τις θολές ιδέες του Ευρασιατισμού, έχει όμως μια οικονομία σε κρίση η οποία εξαρτάται κατά 70-80% από τις εξαγωγές στη Δύση και οι ένοπλες δυνάμεις της είναι εξοπλισμένες με δυτικά όπλα. Θα χρειαστούν δεκαετίες και εκατοντάδες δισ. δολάρια για να απεξαρτηθεί… Θετική εξέλιξη λοιπόν, αλλά όπως συμβαίνει εδώ και δεκαετίες, είναι θέμα χρόνου να επανέλθουμε στην επόμενη περίοδο έντασης.