Η πρόθεση της Αθήνας για την καλλιέργεια εδάφους που μπορεί να οδηγήσει σε ειλικρινή διάλογο πάνω στη βάση όλων όσα μπορεί να συζητήσει η Ελλάδα και όχι πάνω στη μαξιμαλιστική ατζέντα και τις διεκδικήσεις της Aγκυρας ήταν η βασική διπλωματική αποσκευή την οποία ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Αντονι Μπλίνκεν, μετέφερε στην Ουάσιγκτον, μετά τις επαφές του με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον ομόλογό του Νίκο Δένδια.
Ο κ. Μπλίνκεν μετέφερε στην Αθήνα το σαφές αίσθημα ανακούφισης που υπάρχει στην Ουάσιγκτον, καθώς μετά τον καταστροφικό σεισμό στα νότια της Τουρκίας και την εκ των πραγμάτων υπαναχώρηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο εσωτερικό μέτωπο, ο «βραχνάς» των ελληνοτουρκικών και το ενδεχόμενο κάποιου επεισοδίου κατά τη διάρκεια δύο παράλληλων προεκλογικών περιόδων στις δύο πλευρές του Αιγαίου μπαίνει για την ώρα στο περιθώριο.
Και στις δύο πλευρές υπάρχει η αίσθηση (αν και ο κ. Ερντογάν είναι ο μόνος που πραγματικά γνωρίζει) ότι οι εκλογές στην Τουρκία δεν θα παραταθούν πέρα από τον Ιούνιο, γεγονός το οποίο στην Ουάσιγκτον αντιμετωπίζεται ως «παράθυρο» ευκαιρίας δημιουργίας των προϋποθέσεων για μετεκλογικό διάλογο, όπως άλλωστε και ο κ. Μπλίνκεν υπονόησε κατά τις κοινές δηλώσεις του με τον κ. Δένδια.
Εξέφρασε την ελπίδα ότι «σε κατάλληλο χρόνο» το θετικό μομέντουμ μετά τους σεισμούς «θα δημιουργήσει ένα ακόμη ισχυρότερο θεμέλιο ώστε οι δύο χώρες να προχωρήσουν και να επιλύσουν τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ τους». Και πρόσθεσε ότι «τώρα, δεν είναι ακριβώς μυστικό ότι Ελλάδα και Τουρκία πάνε σε προεκλογική περίοδο και συνήθως πρόκειται για μια αρκετά μπερδεμένη χρονική στιγμή για να ξεκινήσουν συζητήσεις για τέτοια θέματα».
Τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισαν ότι η αλληλεγγύη που δείχνει η Ελλάδα προς την Τουρκία στην παρούσα φάση είναι διακριτή από τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και αποτελεί ανθρωπιστική υποχρέωση, παρά επένδυση προς κάποια κατεύθυνση. Ο κ. Δένδιας υπογράμμισε, μάλιστα, ότι «είναι αυτοτελής υποχρέωσή μας να βοηθήσουμε τους Τούρκους και τους Σύρους συνανθρώπους μας».
«Όχι» στην αποστολή ελληνικών S-300 στην Ουκρανία
Τη σαφή άρνηση της Ελλάδας στο ενδεχόμενο αποστολής των αντιαεροπορικών πυραυλικών συστημάτων ρωσικής κατασκευής τύπου S-300 στην Ουκρανία εξέφρασε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά το δείπνο που παρετέθη προς τιμήν του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν το βράδυ της Δευτέρας. Το θέμα ετέθη από την αμερικανική πλευρά (εκτός από τον κ. Μπλίνκεν παρούσες ήταν οι υφυπουργοί Εξωτερικών Κάρεν Ντόνφριντ και Αμυνας Σελέστ Γουόλαντερ, ενώ παρίστατο και ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τζορτζ Τσούνης) στο πλαίσιο της συζήτησης για την περαιτέρω ενίσχυση της Ουκρανίας με οπλικά συστήματα.
Από την ελληνική πλευρά υπογραμμίστηκε ότι κατ’ αρχάς για την Ελλάδα δεν νοείται να δημιουργηθεί κενό στην αμυντική διάταξη της χώρας, δίχως να υπάρχει άμεση πρόβλεψη για αντικατάσταση. Για την Αθήνα το ζήτημα των S-300, πέρα από τους πολιτικούς συμβολισμούς, θα δημιουργούσε επιπλοκές, όπως η ενεργοποίηση της ρήτρας με την οποία είναι συνδεδεμένα όλα τα οπλικά συστήματα που έχουν συμφωνία άδειας τελικού χρήστη (end user license agreement), ενδεχομένως με πολύ αρνητικές συνέπειες. Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα επιθυμεί τη συνεργασία με τις ΗΠΑ για την απεξάρτηση από τα ρωσικά οπλικά συστήματα. Αλλωστε, οι δύο πλευρές ήδη προσανατολίζονται σε ένα πρόγραμμα ευρείας αντικατάστασης των ρωσικών όπλων με αμερικανικά.
Από την ελληνική πλευρά, τόσο στο τετ α τετ των κ. Μητσοτάκη και Μπλίνκεν, όσο και χθες στη συνάντηση του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου, κατέστη σαφές ότι η Ελλάδα μπορεί να συνεισφέρει με διαφορετικούς τρόπους. Στην παρούσα, προεκλογική φάση δεν τίθεται θέμα Leopard, το οποίο, άλλωστε, έχει ως βασικό παράγοντα τη Γερμανία, που αποτελεί και πιθανό βιομηχανικό εταίρο. Υπάρχει, ωστόσο, η σχετική συζήτηση καθώς η Ελλάδα διαθέτει τον μεγαλύτερο στόλο των παλαιότερων Leopard 1Α5 στην Ευρώπη (πάνω από 500). Πάντως ο κ. Μπλίνκεν και χθες, μετά το 20λεπτο τετ α τετ με τον ομόλογό του Νίκο Δένδια και πριν από τον 4ο Στρατηγικό Διάλογο, ευχαρίστησε την Ελλάδα για τη βοήθειά της στην Ουκρανία και περιέγραψε την Αλεξανδρούπολη ως «στρατηγικό κόμβο μέσω του οποίου, μεταξύ άλλων, μεταφέρονται αμυντικοί οπλισμοί, φορτηγά, πυροβολικό για τις μονάδες του αμερικανικού στρατού και συμμάχων στο ΝΑΤΟ που επιχειρούν στην Ανατολική και τη Βόρεια Ευρώπη». Επί τούτω ο κ. Μπλίνκεν δεν παρέλειψε να αναφερθεί στις επενδύσεις που έχουν γίνει για την αναβάθμιση των υποδομών του λιμένα της Αλεξανδρούπολης, συμπληρώνοντας ότι «έχουμε κάνει παρόμοιες επενδύσεις σε άλλα μέρη της Ελλάδας, περιλαμβανομένων 123 εκατ. δολαρίων σε βελτιώσεις υποδομών στη Σούδα και τη Λάρισα».