Αποδίδονται στις υψηλές συγκεντρώσεις λεπτόκοκκων αιωρούμενων σωματιδίων, διοξειδίου του αζώτου και όζοντος. Η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί τον μεγαλύτερο περιβαλλοντικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία στην Ευρώπη. Τι λέει νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση ενοχοποιείται για τον θάνατο 11.620 πολιτών στην Ελλάδα το 2020. Και είναι οι υψηλές συγκεντρώσεις λεπτόκοκκων αιωρούμενων σωματιδίων με διάμετρο κάτω των 2,5 μm (fine particulate matter – PM 2,5), διοξειδίου του αζώτου (ΝΟ2) και όζοντος (O3) που ενοχοποιούνται για όλους αυτούς τους θανάτους, σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν οι επιστήμονες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) στην έκθεσή τους για την «Ποιότητα του αέρα στην Ευρώπη» που δημοσιεύεται σήμερα Πέμπτη.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί τον μεγαλύτερο περιβαλλοντικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία στην Ευρώπη. Και ενώ τα επίπεδα ατμοσφαιρικών ρύπων στην ατμόσφαιρα έχουν περιοριστεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες στις 33 ευρωπαϊκές χώρες που ελέγχει ο ΕΟΠ (ΕΕ-27 και άλλα έξι κράτη της Ευρώπης), η ποιότητα του αέρα παραμένει κακή σε πολλές περιοχές της Γηραιάς Ηπείρου.
Σύμφωνα με τη νέα έκθεση, το 96% του αστικού πληθυσμού στην Ευρώπη έχει εκτεθεί σε συγκεντρώσεις PM2,5, πολύ πάνω από τα ανεκτά επίπεδα των 5 µg/m3 που έχει ορίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) το 2021. Μάλιστα, τα στοιχεία που παρουσιάζει η έκθεση δείχνουν ότι η έκθεση του πληθυσμού στους συγκεκριμένους ρύπους αυτό είχε ως αποτέλεσμα, το 2020 να καταγραφούν 238.000 πρόωροι θάνατοι στην ΕΕ-27. Η ατμοσφαιρική ρύπανση επίσης προκαλεί και νοσηρότητα, γεγονός που συνεπάγεται και σημαντικό κόστος υγειονομικής περίθαλψης.
Σε κάθε περίπτωση, τα νέα δεδομένα καταδεικνύουν ότι έχει φέρει αποτέλεσμα το σχέδιο δράσης της ΕΕ για μηδενική ρύπανση, το οποίο έχει θέσει ως στόχο τη μείωση του αριθμού των πρόωρων θανάτων λόγω έκθεσης σε λεπτόκοκκα σωματίδια κατά 55% έως το 2030, σε σύγκριση με το 2005. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2020, οι πρόωροι θάνατοι που αποδίδονται στη σωματιδιακή ρύπανση μειώθηκε κατά 45% στην ΕΕ-27, σε σχέση με το 2005. Ωστόσο, όπως διαπιστώνουν οι ευρωπαίοι εμπειρογνώμονες θα χρειαστούν περαιτέρω προσπάθειες ώστε η ατμοσφαιρική ρύπανση να μειωθεί σε επίπεδα που δεν θεωρούνται επιβλαβή για τη δημόσια υγεία.
Τα PM2,5 εκπέμπονται κυρίως από τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται για οικιακή θέρμανση, βιομηχανικές δραστηριότητες και οδικές μεταφορές. Αλλά και οι γεωργικές εκπομπές αμμωνίας συμβάλλουν σημαντικά στο σχηματισμό σωματιδίων στην ατμόσφαιρα. Συγκεντρώσεις πάνω από την ετήσια κατευθυντήρια γραμμή του ΠΟΥ των 5 μg/m3 παρατηρήθηκαν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που μελετά η έκθεση, με εξαίρεση την Εσθονία. Επιπλέον και στις 33 χώρες καταγράφηκαν συγκεντρώσεις πάνω από την ημερήσια οδηγία του ΠΟΥ των 15 μg/m3.
Οσο για τις συγκεντρώσεις διοξειδίου του αζώτου (NO2) το 2020, μειώθηκαν προσωρινά ως άμεσο αποτέλεσμα των μειώσεων στις οδικές μεταφορές κατά τη διάρκεια των περιορισμών, λόγω COVID-19, κυρίως στις μεγάλες πόλεις της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας. Ωστόσο, στην Κεντροανατολική Ευρώπη και στην Ιταλία αναφέρονται οι υψηλότερες συγκεντρώσεις σωματιδίων και βενζο[α]πυρενίου (καρκινογόνο), κυρίως λόγω της καύσης στερεών καυσίμων για οικιακή θέρμανση και της χρήσης του στη βιομηχανία. Τα επίπεδα του όζοντος ήταν χαμηλότερα από τα προηγούμενα χρόνια, αλλά εξακολουθούν να είναι υψηλά στην Κεντρική Ευρώπη και σε ορισμένες χώρες της Μεσογείου, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Επιπτώσεις στην υγεία
Το 2020, η ατμοσφαιρική ρύπανση οδήγησε σε σημαντικό αριθμό πρόωρων θανάτων στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ. Η έκθεση σε συγκεντρώσεις λεπτόκοκκων σωματιδίων πάνω από το κατευθυντήριο όριο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας είχε ως αποτέλεσμα 238.000 πρόωρους θανάτους. Η έκθεση στο διοξείδιο του αζώτου πάνω από το αντίστοιχο κατευθυντήριο επίπεδο οδήγησε σε 49.000 πρόωρους θανάτους ενώ η αντίστοιχη έκθεση στο όζον προκάλεσε 24.000 πρόωρους θανάτους.
Εκτός όμως από τους πρόωρους θανάτους, η ατμοσφαιρική ρύπανση προκαλεί και νοσηρότητα. Το 2019, η έκθεση των ανθρώπων σε PM2,5 οδήγησε σε 175.702 χρόνια ζωής με αναπηρία (years lived with disability – YLDs) λόγω χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας σε 30 ευρωπαϊκές χώρες (η Ελλάδα βρίσκεται στην 15η θέση με 35,5 χρόνια ζωής με αναπηρία ανά 100.000 κατοίκους). Ταυτόχρονα, η έκθεση στο NO2 οδήγησε σε 175.070 YLDs λόγω σακχαρώδους διαβήτη (γνωστός και ως διαβήτης τύπου 2) σε 31 ευρωπαϊκές χώρες. Την ίδια χρονιά, 12.253 άτομα σε 23 ευρωπαϊκές χώρες εισήχθησαν στο νοσοκομείο με λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού που οφείλονταν σε οξεία έκθεση στο όζον.
Η υψηλότερη απόλυτη επιβάρυνση από σακχαρώδη διαβήτη παρατηρήθηκε στην Τουρκία, με 54.186 YLDs. Το χαμηλότερο ήταν στην Ισλανδία με 18 YLD. Σε σχέση με τον πληθυσμό, τα υψηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στην Τουρκία (146 YLD ανά 100.000 κατοίκους), την Κύπρο (76 YLD ανά 100.000 κατοίκους) και την Ελλάδα (61 YLD ανά 100.000 κατοίκους). Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στην Εσθονία, τη Σουηδία και τη Δανία.
Όσον αφορά στα οικοσυστήματα, το σχέδιο δράσης της ΕΕ θέτει ως στόχο τον περιορισμό κατά 25% έως το 2030 του ποσοστού τους που επηρεάζεται από την ατμοσφαιρική ρύπανση, σε σύγκριση με το 2005. Το 2020, τα επιζήμια επίπεδα εναπόθεσης αζώτου στα οικοσυστήματα ξεπέρασαν τα όρια στο 75% της συνολικής έκτασης των οικοσυστημάτων στην ΕΕ-27. Αυτό αντιπροσωπεύει μια πτώση κατά 12% από το 2005.