Ένας από τους στόχους της νέας πρέσβειρας των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, είναι η επιστροφή του λιμανιού του Πειραιά σε ελληνικά χέρια από τους Κινέζους, γράφει η ρουμανική Digi24.
Η κυβέρνηση Τραμπ έλαβε στο στόχαστρό της στην Ευρώπη την κινεζική κρατική ιδιοκτησία του λιμανιού του Πειραιά στην Ελλάδα.
«Είναι ατυχές, αλλά νομίζω ότι υπάρχουν λύσεις, ότι μπορεί να βρεθεί μια διέξοδος, είτε πρόκειται για την αύξηση της παραγωγής σε άλλες περιοχές, είτε για το αν ο Πειραιάς θα μπορούσε να τεθεί προς πώληση», δήλωσε η πρέσβειρα των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, σε συνέντευξή της στον τοπικό σταθμό Antenna TV, γράφει το Politico.
Η Κίνα επένδυσε μεγάλα ποσά στην υπερχρεωμένη Ελλάδα κατά τη διάρκεια της μακράς οικονομικής της κρίσης, με στόχο να τη μετατρέψει σε κόμβο για τις κινεζικές εξαγωγές.
Η Αθήνα φλερτάρισε ενεργά το Πεκίνο, ενώ εταιρείες από άλλες δυτικές χώρες απέφευγαν την Ελλάδα, φοβισμένες από τα οικονομικά της προβλήματα και την διαβόητη γραφειοκρατία της.
Η Cosco, η κρατική ναυτιλιακή εταιρεία της Κίνας, απέκτησε πλειοψηφικό πακέτο μετοχών στο μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, τον Πειραιά, το 2016, καθιστώντας το βασικό μέρος – το λεγόμενο «κεφάλι του δράκου» – του παγκόσμιου έργου υποδομής της, γνωστού ως Πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος».
Η Γκίλφοϊλ, πρώην παρουσιάστρια του Fox News, υποστήριξε ότι η τρέχουσα επιρροή του Πεκίνου θα μπορούσε να εξισορροπηθεί με την αύξηση των αμερικανικών επενδύσεων σε άλλα έργα υποδομής.
«Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να έχουμε αμερικανικές υποδομές εδώ για να υποστηρίξουμε την περιοχή. Ίσως, μάλιστα, για να αυξήσουμε την παραγωγή από άλλα λιμάνια και περιοχές, για να εξισορροπήσουμε την κινεζική επιρροή στο λιμάνι του Πειραιά», είπε.
Η Ελλάδα πούλησε το λιμάνι του Πειραιά υπό την πίεση των Ευρωπαίων πιστωτών της χώρας και η Cosco ήταν η μόνη εταιρεία που υπέβαλε προσφορά.
Η Γκίλφοϊλ πρόσθεσε ότι η Ουάσινγκτον βλέπει την Ελλάδα ως έναν ανερχόμενο ενεργειακό κόμβο, κρίσιμο για τη διασφάλιση της ενεργειακής ανεξαρτησίας «για την αντιμετώπιση των συμφερόντων της Ρωσίας και της Κίνας».
