Η γαλλική κυβέρνηση ενερηοποίησε μια ειδική συνταγματική διαδικασία και παρέκαμψε την ψηφοφορία για τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση
Ηγαλλική κυβέρνηση αποφάσισε να ενεργοποιήσει μια ειδική συνταγματική διαδικασία και να παρακάμψει την ψηφοφορία για τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση που ήταν προγραμματισμένη για σήμερα το απόγευμα στην Εθνοσυνέλευση, ανακοίνωσε, εν μέσω αποδοκιμασιών, η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν.
Η προσφυγή στο άρθρο 49.3 του Συντάγματος διασφαλίζει ότι το νομοσχέδιο με το οποίο αυξάνεται η ηλικία συνταξιοδότησης στα 64 έτη θα εγκριθεί. Δείχνει όμως ταυτόχρονα ότι ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και η κυβέρνησή του δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν την απαιτούμενη στήριξη στην Εθνοσυνέλευση.
«Η πρωθυπουργός (…) το κάνει αυτό επειδή είναι πεπεισμένη ότι αυτή η μεταρρύθμιση είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί το μέλλον του συνταξιοδοτικού συστήματος», ανέφερε ένας συνεργάτης της.
Όταν έφτασε στην αίθουσα συνεδριάσεων της Εθνοσυνέλευσης η Μπορν και επιχείρησε να διαβάσει μια ανακοίνωση, βουλευτές της αριστεράς άρχισαν να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο, την αποδοκίμασαν και σήκωσαν πλακάτ με το σύνθημα «Όχι στα 64» – δηλαδή την ηλικία συνταξιοδότησης που προβλέπει το νομοσχέδιο.
Η Μπορν επιβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει την ειδική διαδικασία, ενεργοποιώντας το άρθρο 49.3 του Συντάγματος που προβλέπει την υιοθέτηση του νομοσχεδίου με προεδρικό διάταγμα. Δικαιολόγησε αυτήν την απόφαση λέγοντας ότι «δεν μπορούμε να παίζουμε στοιχήματα με το μέλλον των συντάξεών μας και αυτή η μεταρρύθμιση είναι απαραίτητη».
Αμέσως μετά οι βουλευτές της αντιπολίτευσης αποχώρησαν από την αίθουσα και η συνεδρίαση έληξε.
«Η κυβέρνηση αυτή δεν είναι άξια της Πέμπτης Δημοκρατίας, της γαλλικής δημοκρατίας. Μέχρι το τέλος, το κοινοβούλιο γελοιοποιήθηκε, ταπεινώθηκε», είπε ο Φαμπιάν Ρουσέλ, ο επικεφαλής του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Ο ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ολιβιέ Φορ είχε δηλώσει νωρίτερα στο πρακτορείο Reuters ότι η προσφυγή σε αυτό το άρθρο θα μπορούσε να πυροδοτήσει «ανεξέλεγκτο θυμό», έπειτα από πολλές εβδομάδες απεργιών και κινητοποιήσεων εναντίον του νομοσχεδίου.
Ο ακροαριστερός πολιτικός Ζαν-Λυκ Μελανσόν είπε στο BFM ότι ο νόμος «δεν είχε νομιμότητα». Περιέγραψε την απόφαση του Μακρόν να επικαλεστεί τις εξουσίες έκτακτης ανάγκης ως «θεαματική αποτυχία».
Πρόταση μομφής καταθέτει η Λε Πεν – Δεν στηρίζει η δεξιά
Η ηγέτιδα του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού Μαρίν Λεπέν ανακοίνωσε σήμερα ότι θα καταθέσει πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης, μετά την έγκριση, χωρίς ψηφοφορία από την Εθνοσυνέλευση, της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος.
«Πρόκειται για την πλήρως επιβεβαιωμένη αποτυχία» του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, είπε η Λεπέν, εκτιμώντας ότι η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί συνιστά «πολιτική κρίση».
Ο Εθνικός Συναγερμός διαθέτει 88 βουλευτές στην Εθνοσυνέλευση.
Ωστόσο, οι Ρεπουμπλικάνοι, το κόμμα της γαλλικής παραδοσιακής δεξιάς, δεν θα στηρίξουν καμία πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης, σύμφωνα με ανακοίνωση του πρόεδρου του κόμματος, Ερίκ Σιοτί.
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν θα μπορέσει να συνεχίσει τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού.
Πορεία σε ένδειξη διαμαρτυρίας
Περισσότεροι από 2.000 πολίτες πραγματοποιούν πορεία προς τη γαλλική Εθνοσυνέλευση, στο Παρίσι, διαμαρτυρόμενοι για την έγκριση, χωρίς ψηφοφορία αλλά με προεδρικό διάταγμα, της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης.
Φωνάζοντας συνθήματα όπως «Η Εθνοσυνέλευση μπορεί να ψηφίσει, ο δρόμος θα την καταργήσει» (σ.σ. τη μεταρρύθμιση) οι διαδηλωτές ξεκίνησαν από την περιοχή όπου βρίσκεται το Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, όπως ανέφερε μια δημοσιογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου.
Λίγα λεπτά προτού να ξεκινήσει η συνεδρίαση στην Εθνοσυνέλευση, συγκλήθηκε το υπουργικό συμβούλιο το οποίο έδωσε στην κυβέρνηση το πράσινο φως ώστε να προσφύγει στο άρθρο 49.3 του Συντάγματος, με το οποίο μπορεί να εγκριθεί ένα νομοσχέδιο χωρίς ψηφοφορία.
Μέχρι και σήμερα ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν άφηνε να εννοηθεί ότι δεν ήθελε να προσφύγει σε αυτό το άρθρο και προτιμούσε να τεθεί στην κρίση των βουλευτών η μεταρρύθμιση, αν και ο κυβερνητικός συνασπισμός δεν διαθέτει απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση και θα χρειαζόταν να στηριχθεί στις ψήφους των βουλευτών της παραδοσιακής δεξιάς, των Ρεπουμπλικάνων.