Αντίστροφα μετρά ο χρόνος για να μπει η Ελλάδα στην τελική ευθεία απόκτησης των stealth μαχητικών 5ης γενιάς, των F-35. Μια ευθεία που ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2022, όταν η Αθήνα έστειλε στην αρμόδια υπηρεσία του αμερικανικού Πενταγώνου το απαραίτητο Letter of Request (LOR) για 20 μαχητικά.
Άλλωστε όπως είχε αναφέρει η αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal στις 13 Ιανουαρίου 2023, είναι θέμα χρόνου η κυβέρνηση Μπάιντεν να ζητήσει από τον Κογκρέσο την έγκριση για πώληση αφ’ ενός F-16 στην Τουρκία και αφ’ ετέρου F-35 στην Ελλάδα.
Αν και ο Άντονι Μπλίνκεν δήλωσε από την Άγκυρα πως δεν υπάρχει ακόμη συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την προμήθεια των F-16 στην Τουρκία, αμερικανοί αναλυτές θεωρούν πως η πρόταση της κυβέρνησης Μπάιντεν προς το Κογκρέσο δεν θα αργήσει.
Ήδη ο ο πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας Μπομπ Μενέντεζ ανακοίνωσε στις 8 Φεβρουαρίου από το Delphi Economic Forum στην Ουάσιγκτον ότι έδωσε το «πράσινο φως» για την πώληση των F-35 στην Ελλάδα.
Τα δεδομένα είναι πως η Ελλάδα επιθυμεί να αποκτήσει τα F-35 και οι ΗΠΑ να μας τα πουλήσουν.
Όμως από εδώ και πέρα αρχίζουν τα «δύσκολα».
Τα ερωτήματα για την Ελλάδα
Ποιό θα είναι το κόστος; Ποιός ο οπλισμός; Ποιά η ενδεχόμενη συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στο όλο εγχείρημα;
Το παράδειγμα της Γερμανίας είναι απολύτως ενδεικτικό. Τον περασμένο Νοέμβριο, που είχε ήδη γίνει γνωστό πως χώρα θα προμηθευτεί F-35 για να αντικαταστήσει τα παλαιότερα Tornado που διέθετε, είχε δημιουργήσει τριγμούς.
Έκθεση που είχε δημοσιευθεί εκείνες τις μέρες από το γερμανικό έντυπο Wirtschaft ανέφερε – όπως είχε αναδημοσιεύσει το OnAlert.gr – ότι η απόφαση να αγοραστεί το αεροσκάφος θα προκαλέσει σοβαρό πλήγμα στη γερμανική βιομηχανία όπλων, αφού δεν προβλέπεται η συμμετοχή της στη συντήρηση ή στην εγχώρια κατασκευή των εξαρτημάτων του αεροσκάφους.
Επιπλέον, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Ένωση της Γερμανικής Αεροδιαστημικής Βιομηχανίας (BDLI), το γερμανικό Υπουργείο Άμυνας «έκανε λάθος» επειδή δεν απαίτησε τη συμμετοχή της εγχώριας βιομηχανίας όπλων στη συντήρηση, επισκευή και υποστήριξη αυτών των ακριβών αεροσκαφών.
Ωστόσο η κατάσταση άλλαξε άρδην. Τέσσερις μήνες μετά γινόταν γνωστό πως η κατασκευάστρια εταιρεία Lockheed Martin υπέγραψε επιστολή προθέσεων (LOI) με την γερμανική εταιρεία Rheinmetall για την παραγωγή του κεντρικού τμήματος της ατράκτου των μαχητικών αεροσκαφών πέμπτης γενιάς F-35 στην Γερμανία. Αυτή η παραγωγή πραγματοποιούνταν μέχρι πρότινος από την Turkish Aerospace Industries (TUSAS), που εξαιρέθηκε από το πρόγραμμα όταν η Τουρκία αποφάσισε να αγοράσει τους S-400 από τη Ρωσία.
Αυτή η πιθανή συνεργασία θα δημιουργήσει μια δεύτερη ολοκληρωμένη γραμμή συναρμολόγησης για τη κεντρική άτρακτο του F-35 (IAL) στη Γερμανία, με επακόλουθα θετικά αποτελέσματα για την γερμανική αμυντική βιομηχανία.
Το F-35 είναι το μόνο μαχητικό αεροσκάφος σε παραγωγή σήμερα που θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας σε όλο τον κόσμο για τα επόμενα 40-50 χρόνια, και ίσως το πιο σύγχρονο αεροσκάφος στον κόσμο χάρις στις stealth και τις δικτυοκεντρικές τους δυνατότητες, καθώς και στα προηγμένα συστήματα ραντάρ και ηλεκτρονικού πολέμου που το αμερικανικό μαχητικό διαθέτει.
Κατά το παράδειγμα της Γερμανίας, αλλά και άλλων χωρών που μπήκαν εκ των υστέρων στο πρόγραμμα των stealth μαχητικών – όπως ο Καναδάς, η Ελβετία και η Φινλανδία – θεωρείται κομβικής σημασίας η συμμετοχή ή μη της εγχώριας βιομηχανίας.
Με τις προαναφερθείσες χώρες οι ΗΠΑ συνυπέγραψαν συμφωνία Ασφάλειας Εφοδιασμού και Πληροφοριών (SSI), που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία 4.500 άμεσων και 1.500 έμμεσων θέσεων εργασίας.
Η συμφωνία SSI που θα μπορούσε να υπογράψει και η Ελλάδα, περιλαμβάνει τις δαπάνες για την κατασκευή και υποστήριξη των υποδομών που απαιτούνται για το τεχνολογικά προηγμένο μαχητικό 5ης γενιάς, όπως για παράδειγμα το κέντρο Κυβερνοασφάλειας (Cybersecurity) που ενισχύει τις Εθνικές δυνατότητες, τα κτίρια υποστήριξης του αεροσκάφους και τις εγκαταστάσεις ασφαλείας, καθώς και τη βιομηχανική συμμετοχή της ΕΑΒΙ στην κατασκευή και υποστήριξη του F-35A για τη διεθνή αγορά.
Η Lockheed Martin (LM) ως κατασκευαστής του αεροσκάφους διερευνά ενεργά τις ευκαιρίες για τη συμμετοχή επιπρόσθετων εταιριών στην εφοδιαστική της αλυσίδα που θα επιτρέψει συνεργασίες με την ελληνική βιομηχανία και θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας στην κατασκευή, διατήρηση, εκπαίδευση, έρευνα και ανάπτυξη σε τεχνολογικούς τομείς, όπως αυτούς που δημιουργεί η ενσωμάτωση του αεροσκάφους 5ης γενιάς στα αμυντικά συστήματα της χώρας.
Υπάρχει άλλωστε και το προηγούμενο της συμφωνία βάσει της οποίας η Lockheed Martin εκτέλεσε τα αντίστοιχα έργα υποδομής του F-16.
Οι απαντήσεις στα ερωτήματα και τα διλήμματα αυτά θα κρίνουν σε σημαντικό βαθμό όχι μόνον αυτή καθαυτήν την συμφωνία, αλλά και την πορεία της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας.