Η Κίνα, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις ότι αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως το πλέον ευάλωτο μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., σχεδιάζει αιφνίδια επίσκεψη στην Αθήνα της αναπληρώτριας πρωθυπουργού Σουν Τσουνλάν, ταυτόχρονα με την παρουσία του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν και τη διεξαγωγή του 4ου γύρου Στρατηγικού Διαλόγου με τις ΗΠΑ.
Από τον Αλέξανδρο Ταρκα*
Η κινεζική πρωτοβουλία γνωστοποιήθηκε στην ελληνική πλευρά (ασφαλώς, όχι συμπτωματικά) αμέσως μετά τον ανεπίσημο προγραμματισμό του ταξιδιού του κ. Μπλίνκεν, που εκκρεμούσε από το φθινόπωρο.
Ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ θα αφιχθεί στην Αθήνα το βράδυ της 20ής Φεβρουαρίου και θα έχει συνομιλίες με τον πρωθυπουργό Κυρ. Μητσοτάκη και τον υπουργό Εξωτερικών Ν. Δένδια το πρωί της 21ης Φεβρουαρίου. Με ενδιαφέρον αναμένεται το περιεχόμενο ομιλίας του (πιθανώς στο Μουσείο της Ακρόπολης) και των συνεντεύξεών του, καθώς ο κ. Μπλίνκεν θα αναφερθεί στη συμπλήρωση ενός έτους από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και σε άλλες διεθνείς προκλήσεις, με έμφαση στις ισορροπίες Δύσης – Κίνας.
Ωστόσο, στο «παρά ένα» των επαφών με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, ο κ. Μητσοτάκης θα έχει υποδεχθεί την Κινέζα αναπληρώτρια πρωθυπουργό για συνομιλίες εφ’ όλης της ύλης στις 19 και 20 Φεβρουαρίου. Η Σουν Τσουνλάν θα αναχωρήσει είτε το βράδυ της 20ής Φεβρουαρίου, οπότε -κατά σπάνια διπλωματική συγκυρία και ειρωνεία- θα συμπέσει στον αερολιμένα «Ελ. Βενιζέλος» με τον κ. Μπλίνκεν, είτε το απόγευμα της 21ης, όταν θα φεύγει από την Αθήνα και ο Αμερικανός αξιωματούχος. Αν τα προγράμματά τους τελικά συμπίπτουν ή έχουν διαφορά λίγων ωρών, η μόνη ικανοποιημένη θα είναι η ΕΛ.ΑΣ., που δεν θα χρειαστεί να λάβει αυξημένα μέτρα ασφαλείας δύο φορές. Η απόφαση του Πεκίνου για την επίσκεψη της Σουν Τσουνλάν ήταν ξαφνική.
Δόθηκε ελάχιστος χρόνος προετοιμασίας στην ελληνική πλευρά, σε αντίθεση αφενός προς την πάγια διπλωματική πρακτική, αφετέρου προς τη συνήθη απαίτηση του ίδιου του Πεκίνου για προηγούμενη λεπτομερή εξέταση όλων των θεμάτων, όπως συνέβη πριν από την επίσκεψη του προέδρου Σι Τζινπίνγκ τον Νοέμβριο του 2019, του υπουργού Αμυνας Γουέι Φενγκέ τον Μάρτιο του 2021 και του υπουργού Εξωτερικών Γουάνγκ Γι τον Οκτώβριο του 2021.
Επίσης, η απόφαση επανάληψης των επαφών υψηλού επιπέδου με την Ελλάδα ελήφθη έπειτα από μια περίοδο αραίωσής τους λόγω της πανδημίας και, κυρίως, λόγω κινεζικών επιφυλάξεων μετά τις κυρώσεις της Ε.Ε. για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μετά την ακύρωση του επενδυτικού σχεδίου της COSCO από το Συμβούλιο της Επικρατείας (Μάρτιος 2022).
*Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη
dimokratianews.gr