Oυσιαστική ανάπτυξη και εμβάθυνση της σχέσης Αθήνας – Νέου Δελχί θα επιδιώξει ο Νίκος Δένδιας στην διήμερη επίσκεψη που πραγματοποιεί στην Ινδία, κατά την διάρκεια της οποίας θα συναντηθεί με τον αντιπρόεδρο της χώρας, Βενκάιαχ Ναϊντού, και με τον ομόλογό του, Σουμπραχμανιάμ Τζαϊσχανκάρ. Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών αναμένεται να υπογράψει δύο σημαντικές συμφωνίες. Η πρώτη αφορά στην γεωργική και η έτερη στην πολιτιστική συνεργασία. Το μείζον της επίσκεψης, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει «Το Βήμα», είναι η οικοδόμηση της βάσης μιας στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Ινδίας.
Το περασμένο διάστημα πραγματοποιήθηκε (και αναμένεται να συνεχιστεί) εκατέρωθεν βολιδοσκόπηση και διερεύνση προθέσεων, προκειμένου να διαπιστωθεί πως και σε ποιους τομείς μπορεί να «χτιστεί» η αναβάθμιση της σχέσης. Η δήλωση προθέσεων για μια στρατηγική συνεργασία θα είναι το πρώτο λιθαράκι. Σε μετέπειτα χρόνο και εφόσον ευοδωθούν οι διαδικασίες, η συμφωνία θα υπογραφεί σε επίπεδο πρωθυπουργών.
Δεδομένα
Ο κ. Δένδιας πιστεύει ιδιαίτερα στο συγκεκριμένο «άνοιγμα» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Τα δεδομένα φαίνεται ότι ενισχύουν την πεποίθησή του, καθώς η Ινδία μπορεί να αποτελέσει στρατηγικό εταίρο σε διάφορους τομείς. Είναι μια αναδυόμενη και συνάμα πυρηνική δύναμη, έχει πληθυσμό σχεδόν 1,4 δις (η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα παγκοσμίως), ενώ αυτό το διάστημα είναι και μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Παράλληλα, είναι προσηλωμένη -όπως και η Ελλάδα- στο Διεθνές Δίκαιο και ιδιαίτερα στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας.
Τουρισμός
«Να φύγουμε από τις στερεοτυπικές αντιλήψεις που έχουμε για την Ινδία και να ανακαλύψουμε τη σημερινή ινδική πραγματικότητα» δηλώνει στο «Βήμα» ο Ιωάννης Ζέπος. Ο πρέσβης ε.τ., ο οποίος υπηρέτησε πέντε έτη στο Νέο Δελχί, υπογραμμίζει την ανάγκη να αποκτήσει η Ελλάδα «προνομιακή σχέση» με την Ινδία «σε όλους τους τομείς (στρατιωτικά, οικονομικά, πολιτιστικά) με έμφαση στον τουρισμό».
Περί τα 200 – 250 εκατομμύρια Ινδών ταξιδεύουν ετησίως ανά τον κόσμο. Από αυτούς, ελάχιστοι επισκέπτονται την Ελλάδα. Σε αυτό συντείνει και η έλλειψη απευθείας αεροπορικής σύνδεσης μεταξύ των δύο χωρών. «Η Ινδία αποτελεί μια ανερχόμενη πηγή τουριστών, ειδικά μέσο της αυξανόμενης μεσαίας της τάξης, ενώ και από πλευράς επενδύσεων δεν είναι λίγες οι φορές όπου ινδικών συμφερόντων πολυεθνικές επενδύουν στην Ευρώπη» εξηγεί στο «Βήμα» ο Σωτήρης Πετρόπουλος, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.
Για μια χώρα με τεράστια επικράτεια και συγκεκριμένα την έβδομη μεγαλύτερη παγκοσμίως, η ύπαρξη ελληνικών Γενικών Προξενείων ή αρμόδιων αρχών που θα διευθετούν τα ζητήματα για τις βίζες και τις θεωρήσεις θα ήταν προς την θετική κατεύθυνση της προσέλκυσης τουριστών.
Η προσπάθεια που δεν καρποφόρησε
Κατά το παρελθόν, οι δύο χώρες επιχείρησαν να συνάψουν στρατηγική σχέση. Ήταν το 2010, όταν ο κ. Ζέπος επισκέφθηκε την Ινδία ως γενικός γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών, στο πλαίσιο των διμερών διαβουλεύσεων. Κατ’ εντολή της τότε κυβέρνησης, ο έμπειρος πρέσβης έθεσε στους Ινδούς το ενδεχόμενο ανάπτυξης στρατηγικής σχέσης, κάτι που όμως δεν προχώρησε.
Στρατιωτική συνεργασία
Η στρατιωτική συνεργασία με την Ινδία είναι ψηλά στη «λίστα» των ελληνικών προτεραιοτήτων. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, η ινδική συμμετοχή σε στρατιωτικές και ναυτικές ασκήσεις των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων δεν πρέπει να θεωρηθεί απίθανη. Πέραν της προστιθέμενης αξίας που δίνει στην Ελλάδα η στρατιωτική συνεργασία με μια χώρα με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, η παρουσία της Ινδίας στην Ανατολική Μεσόγειο κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική για αρκετούς λόγους.
Μεταξύ αυτών, ως εξισορροπητική ενέργεια έναντι της Τουρκίας αλλά και ως μια «απάντηση» στο Πακιστάν, το οποίο συχνά-πυκνά μετέχει σε τουρκικές ασκήσεις, προκαλώντας ιδιαίτερη ενόχληση στην Αθήνα. Για την ιστορία, Νέο Δελχί και Ισλαμαμπάντ είναι μεγάλοι αντίπαλοι στην περιοχή της νοτίου Ασίας.
Σημειώνεται, τέλος, ότι ο κ. Δένδιας θα δώσει διάλεξη στην Έδρα Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Jawaharlal Nehru (JNU). Το συγκεκριμένο είναι το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο στην Ινδία, ενώ η ελληνική έδρα ιδρύθηκε το 2000.