«Στο σκοτάδι» απειλεί να αφήσει σημαντικά έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, σε παγκόσμιο επίπεδο, η έλλειψη χωρητικότητας στα δίκτυα ηλεκτρισμού.
Αγορά ρεύματος: Ανατροπή στα μερίδια των παρόχων με τη συμφωνία ΗΡΩΝ – Viohalco
Όπως αναφέρουν οι Financial Times, οι εταιρείες που επενδύσουν σε έργα ΑΠΕ ενημερώνονται ότι πρέπει να περιμένουν από μερικά χρόνια, σε ορισμένες περιοχές των ΗΠΑ, έως και μια 15ετία στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, προτούν μπορέσουν να συνδέσουν τους σταθμούς τους στα δίκτυα, τα οποία δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στις αλλαγές που συντελούνται στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Αν και το πρόβλημα είναι σημαντικό και παγκοσμίων διαστάσεων, μόλις εσχάτως αρχίζει να γίνεται αντιληπτή η έκτασή του και οι ολέθριες επιπτώσεις τους στις διεθνείς προσπάθειες για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Η μεγάλη αλλαγή
Εν ολίγοις, η αλλαγή που έχει συντελεστεί είναι η εξής: Πριν 20 χρόνια, το δίκτυο ηλεκτρισμού αποτελούσε απλώς έναν από τους διαθέσιμους τρόπους να προμηθευτεί κανείς ενέργεια. Πια, αποτελεί τον βασικό τρόπο.
Σε μεγάλο μέρος του δυτικού κόσμου τα δίκτυα αναπτύχθηκαν μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο για την εξυπηρέτηση μεγάλων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής που έκαιγαν ορυκτά καύσιμα όπως ο άνθρακας ή το φυσικό αέριο. Η ηλεκτρική ενέργεια που παρήγαγε ο σταθμός ηλεκτροπαραγωγής στέλνονταν στη συνέχεια μέσω ενός δικτύου ηλεκτρικών γραμμών και καλωδίων στα σπίτια μας.
Η πράσινη μετάβαση απαιτεί την αναθεώρηση της σημερινής διάταξης. Συχνά απαιτούνται πολλά αιολικά και ηλιακά πάρκα για την αντικατάσταση ενός μεγάλου σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, εν μέρει λόγω της διαλείπουσας φύσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας: ο άνεμος δεν φυσά πάντα. Όλα αυτά τα πάρκα χρειάζονται συνδέσεις με το δίκτυο, αλλά συνήθως βρίσκονται σε απομακρυσμένες περιοχές ή και στη θάλασσα, μετατρέποντας σε πρόκληση τη σύνδεσή τους με το δίκτυο.
Καθυστερήσεις σε Ευρώπη, ΗΠΑ, Αυστραλία
Όπως σημειώνει ο Ματίας Ταφτ, CEO της BayWa RE – εταιρείας που δραστηριοποιείται σε πάνω από 30 χώρες, οι καθυστερήσεις σύνδεσης στο δίκτυο αποτελούν πλέον το σημαντικότερο εμπόδιο στην ανάπτυξη έργων ΑΠΕ σε Ευρώπη, ΗΠΑ και Αυστραλία.
«Αντιμετωπίζουμε μια πολύ πραγματική κατάσταση όπου πρέπει να περιμένουμε 5, 10 χρόνια [για τη σύνδεση με το δίκτυο]. Έχουμε άδεια [για την κατασκευή έργων], αλλά η φυσική σύνδεση με το δίκτυο δεν είναι διαθέσιμη», σημειώνει, τονίζοντας ότι πρόκειται για μια «πραγματική απειλή» για την ενεργειακή μετάβαση.
Όπως μάλιστα αναφέρουν οι Financial Times, το πρόβλημα είναι τόσο εκτεταμένο ώστε ακόμη και ο Βρετανός πρωθυπουργός χρειάστηκε να πληρώσει για την αναβάθμιση του τοπικού δικτύου ηλεκτρισμού, ώστε να θερμάνει μια πισίνα στο σπίτι του. Ακτιβιστές της Greenpeace πραγματοποίησαν διαμαρτυρία έξω από το εν λόγω ακίνητο στο Γιορκσάιρ τον Μάρτιο, όπου, ντυμένοι με μαγιό και κρατώντας πανό, κάλεσαν τον Ρίσι Σούνακ να αναβαθμίσει το δίκτυο της χώρας για να παρέχει πράσινη ενέργεια για όλους.
«Δεν γνωρίζω καμία χώρα όπου το δίκτυο δεν αποτελεί σήμερα κάποιο επίπεδο εμποδίου για την ενεργειακή μετάβαση», λέει ο Mark Hutchinson, διευθυντής για την Ασία στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Αιολικής Ενέργειας. Ένα από τα μεγάλα ζητήματα, προσθέτει, είναι ότι δεν υπάρχει «αρκετή υποδομή δικτύου» για να καλύψει τις ανάγκες του μεταβαλλόμενου ενεργειακού συστήματος. Το BloombergNEF εκτιμά ότι απαιτούνται 80 εκατομμύρια χιλιόμετρα νέου δικτύου μέχρι το 2050, αριθμός μεγαλύτερος από το σύνολο του έως σήμερα εγκατεστημένου παγκόσμιου δικτύου.
Μπλακ άουτ
Την κατάσταση περιπλέκει ακόμα περισσότερο η εξάπλωση των μικρής έκτασης φωτοβολταϊκών σε στέγες και επιχειρήσεις, που επίσης τροφοδοτούν το δίκτυο με ρεύμα. Πια, οι διαχειριστές των δικτύων, σε παγκόσμιο επίπεδο, βρίσκονται σε οριακή κατάσταση, αδυνατώντας να διαχειριστούν τον τεράστιο όγκο των έργων που ζητούν σύνδεση στο δίκτυο.
«Βλέπουμε τεράστια βραχυπρόθεσμα σημεία συμφόρησης που οφείλονται στο ότι οι διαχειριστές δικτύου δεν έχουν αρκετούς ανθρώπους για να κάνουν τις απαραίτητες επεξεργασίες, λόγω της χρόνιας έλλειψης επενδύσεων», λέει ο Harald Overholm, διευθύνων σύμβουλος της σουηδικής εταιρείας ηλιακής ενέργειας Alight. «Είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, σε βαθμό που πιστεύω ότι θα μπορούσαμε να διπλασιάσουμε τον ρυθμό της παγκόσμιας εξάπλωσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αν δεν υπήρχαν αυτές οι εμπλοκές».
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία και την Ιταλία περισσότερα από 150GW αιολικών και ηλιακών εγκαταστάσεων, σε κάθε χώρα, έχουν κολλήσει στην ουρά σύνδεσης με το δίκτυο, σύμφωνα με στοιχεία του BloombergNEF.
Στις ΗΠΑ, τα αιτήματα σύνδεσης στο δίκτυο αυξήθηκαν κατά DF40% το 2022. Σχεδόν 2.000GW ηλιακών, αιολικών και αποθηκευτικών έργων βρίσκονται σε αναμονή για να συνδεθούν με τα δίκτυα μεταφοράς – το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής τάσης μεγάλων αποστάσεων – πολύ περισσότερο από την εγκατεστημένη ισχύ του συνόλου των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής των ΗΠΑ.
Βεβαίως, πολλά από αυτά τα έργα δεν θα κατασκευαστούν ποτέ: Οι εταιρείες συχνά υποβάλλουν κερδοσκοπικές αιτήσεις οι οποίες εν τέλει δεν εγκρίνονται. Υπολογίζεται ότι άδεια λαμβάνουν εν τέλει μόλις ένα στα πέντε έργα για τα οποία κατατίθενται αιτήσεις.
Έπειτα, πολλοί επενδυτές απομακρύνονται από τα έργα όταν ανακαλύπτουν ότι η ανάπτυξή τους επιφέρει έναν υψηλό λογαριασμό για αναβάθμιση ή ενίσχυση του δικτύου ηλεκτρισμού. Ο Nick Pincott, εταίρος της δικηγορικής εταιρείας TLT, αναφέρει ότι ένα έργο στο Ηνωμένο Βασίλειο απορρίφθηκε όταν ο κατασκευαστής ενημερώθηκε ότι θα αντιμετώπιζε «χρέωση ενίσχυσης» του δικτύου ύψους 19 εκατ. λιρών, ποσό υψηλότερο από όσο άξιζε το έργο.
Τι μπορεί να γίνει;
Τα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας δείχνουν ότι αντί να αυξηθούν οι επενδύσεις κεφαλαίου σε δίκτυα παγκοσμίως μετά τη συμφωνία του Παρισιού, μειώθηκαν μεταξύ 2017 και 2020 και ανέκαμψαν στα επίπεδα του 2016 μόλις το 2022, στα 330 δισ. δολάρια. Οι επενδύσεις σε δίκτυα στην Ευρώπη παρέμειναν στάσιμες μεταξύ 2015 και 2020 σε περίπου 50 δισ. δολάρια ετησίως και αυξήθηκαν ελαφρά μόνο τα τελευταία δύο χρόνια. Στην Κίνα, μετά την πτώση μεταξύ 2019 και 2021, οι επενδύσεις στα δίκτυα της χώρας αυξήθηκαν κατά 16% σε σχεδόν 83 δισ. δολάρια πέρυσι.
Οι ανησυχίες για την μετακύλιση του κόστους των νέων δικτύων στους καταναλωτές, αλλά και οι αντιδράσεις για την κατασκευή εναέριων γραμμών μεταφοράς ενέργειας όταν αυτές διέρχονται μέσα από καλλιεργούμενες εκτάσεις, περιπλέκουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση, με τα δίκτυα να μετατρέπονται στον «ξεχασμένο γίγαντα» της απεξάρτησης από τον άνθρακα.
Ειδικοί εκτιμούν ότι οι χώρες πρέπει να εξετάσουν καινοτόμες λύσεις, όπως η κατασκευή γραμμών μεταφοράς παράλληλα με δρόμους ή αγωγούς φυσικού αερίου, όπου είναι πιο πιθανό να χορηγηθεί άδεια. Ο Frank Jotzo, καθηγητής περιβαλλοντικών οικονομικών στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας, λέει ότι μια άλλη επιλογή είναι να αναπτυχθούν «ζώνες» ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε γεωγραφικά κατάλληλες περιοχές και να δοθεί προτεραιότητα στην ανάπτυξη του δικτύου εκεί. Αυτό λαμβάνει ήδη χώρα σε τμήματα της Αυστραλίας, προσθέτει.
Πέρυσι, η Ομοσπονδιακή Ρυθμιστική Επιτροπή Ενέργειας των ΗΠΑ διατύπωσε προτάσεις για να επιλυθεί το ζήτημα με τις ουρές σύνδεσης στο δίκτυο, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης των έργων με τρόπο που να δίνεται προτεραιότητα στα έργα που είναι πιθανότερο να κατασκευαστούν. Πρότεινε επίσης να έχουν οι προγραμματιστές πρόσβαση σε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη χωρητικότητα του δικτύου – όπως για παράδειγμα σχετικά με το πού οι γραμμές μεταφοράς είναι ήδη υπερφορτωμένες.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Ofgem, η βρετανική ρυθμιστική αρχή ενέργειας, προσπαθεί επίσης να λύσει το πρόβλημα. Τον Μάιο πρότεινε επίσης, μεταξύ άλλων μέτρων, την αναμόρφωση του συστήματος προτεραιότητας της χώρας.
Διασυνοριακά και διηπειρωτικά δίκτυα
Υπάρχει επίσης μια αυξανόμενη εστίαση από τις χώρες στη δημιουργία διασυνοριακών δικτύων, που να μπορούν να βασίζονται στη μεταφορά ενέργειας από διαφορετικά μέρη σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Οι Κάτω Χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, εργάζονται για τη λεγόμενη γραμμή ηλεκτρικής ενέργειας LionLink μεταξύ των δύο χωρών.
Όπως σημειώνουν οι FT, τον Μάρτιο ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε να αναθεωρηθεί και να επεκταθεί το δίκτυο της ΕΕ ώστε να επιτρέπει τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μεταξύ του βορρά και του νότου της ηπείρου, μια πρόταση που έχει μέχρι στιγμής κερδίσει την υποστήριξη περίπου του μισού μπλοκ.
Άλλοι αναλυτές υπογραμμίζουν τη σημασία που έχει η ανάπτυξη τοπικών αλλά και διεθνών, διηπειρωτικών δικτύων στην Αφρική. Υποστηρίζουν ότι η ήπειρος θα μπορούσε να μετατραπεί στη «πιο σημαντική ατμομηχανή για την καθαρή ενέργεια στον κόσμο», λόγω των δυνατοτήτων για την εγκατάσταση μεγάλων ηλιακών πάρκων. Όμως, δεν διαθέτει την υποδομή του δικτύου, από καλώδια έως αποθήκευση μπαταριών, που είναι απαραίτητη.
Έτσι, υπογραμμίζουν ότι οι πολυμερείς αναπτυξιακές τράπεζες πρέπει να επικεντρωθούν στην ανάπτυξη των απαιτούμενων υποδομών που θα υποστηρίξουν το νέο ενεργειακό σύστημα.
ΟΤ