Εάν ο Ταγίπ Ερντογάν αναζητά εταίρο και ειρηνική συνεργασία, τότε έρχεται στον σωστό προορισμό. Αυτό που δεν θα βρει στην Αθήνα, είναι ακούσιο συνήγορο και άλλοθι της πολιτικής του στο στρατόπεδο της Δύσης και μια Ελλάδα «ορφανή» από συμμαχίες και έρμαιο ψευδαισθήσεων, ώστε να είναι πιο ευάλωτη στον τουρκικό αναθεωρητισμό.
Αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο αναμένει η ελληνική κυβέρνηση αύριο τον Τούρκο ηγέτη, σε μια επίσκεψη η οποία θα είναι κρίσιμη για το μέλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων, καθώς η προσδοκία είναι ότι οι δύο ηγέτες θα δώσουν ένα θετικό μήνυμα για να συνεχιστεί αυτή η περίοδος μη έντασης στις διμερείς σχέσεις.
Για την Αθήνα βασικός στόχος παραμένει να επιβεβαιωθεί αυτό το θετικό κλίμα σε ανώτατο επίπεδο και να διασφαλισθεί ότι θα έχει την όσο δυνατή μεγαλύτερη διάρκεια αυτή η περίοδος νηνεμίας στις διμερείς σχέσεις. Κανείς δεν τρέφει ψευδαισθήσεις ότι θα μπορέσουν οι δύο χώρες, έστω και με το θετικό μήνυμα που αναμένεται να εκπέμψουν οι Κυριιάκος Μητσοτάκης και Ταγίπ Ερντογάν, να οδηγηθούν σύντομα σε προσέγγιση, ώστε να δρομολογηθεί η λύση του μεγάλου προβλήματος της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, όμως αυτό δεν θα πρέπει να εμποδίζει την ειρηνική συνύπαρξη των δύο χωρών.
Εξάλλου, σύντομα, τον Φεβρουάριο ή τον Μάρτιο, θα πραγματοποιηθεί ο επόμενος γύρος του Πολιτικού Διαλόγου υπό τους υφυπουργούς Εξωτερικών Αλ.Παπαδοπούλου και Μ. Ακτσαπάρ, όπου και θα γινει μια πρώτη ουσιαστική διερεύνηση των προθέσεων της τουρκικής πλευράς.
Η Αθήνα παραμένει επιφυλακτική και θεωρεί ότι όλη αυτή η διαδικασία θα πρέπει να προχωρά με χαμηλούς ρυθμούς, βήμα βήμα και να επιβεβαιώνεται καθημερινά, ενώ είναι προετοιμασμένη και γιατί το ενδεχόμενο αυτός ο «μήνας μέλιτος» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, που διαρκεί ήδη από τον Φεβρουάριο, να ανατραπεί ανά πάσα στιγμή, καθώς από τουρκικής πλευράς ούτε ο αναθεωρητισμός έχει εγκαταλειφθεί ούτε φυσικά το μοναδικό κίνητρο της τουρκικής πλευράς για την επαναπροσέγγιση είναι απλώς η επιθυμία του Ερντογάν για καλές σχέσεις με την Ελλάδα.
Με τη συνέντευξή του στην «Καθημερινή», ο Τούρκος πρόεδρος έδωσε το στίγμα των προθέσεών του και το πλαίσιο στο οποίο βλέπει την επαναπροσέγγιση. Τάχθηκε υπέρ των καλών σχέσεων, θεωρώντας ότι κανένα πρόβλημα δεν είναι άλυτο, επέμεινε όμως στην πάγια θέση της Τουρκίας ότι «υπάρχουν πολλά αλληλένδετα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν εκτος της υφαλοκρηπίδας. Όταν προσφεύγουμε στη διεθνή δικαιοσύνη, δεν πρέπει να αφήνουμε κανένα πρόβλημα πίσω» -μια θέση που παραπέμπει στη συζήτηση όλων των μονομερών διεκδικήσεων και αμφισβητήσεων της ελληνικής κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, δε, ότι, αναφερόμενος στα προβλήματα, πρόβαλε μια δική του ιεράρχηση: Προβλήματα στο Αιγαίο, συνεχιζόμενη παραβίαση δικαιωμάτων της «τουρκικής μειονοτητας» και μεταναστευτικό το οποίο, όπως διευκρίνισε, είναι συνολικό προβλημα.
Με μια προβληματική δήλωση, που συνιστά καλυμμένη προειδοποίηση, ο Τούρκος πρόεδρος τόνισε ότι «δεν σας απειλούμε, αν δεν μας απειλήσετε», θέλοντας ετσι να δικαιολογήσει την πολεμική ρητορική και τις έμπρακτες αμφισβητήσεις έναντι της χώρας μας, καθώς η Τουρκία εκλαμβάνει ως «απειλή» κάθε προσπάθεια της Ελλάδας να ενισχύσει την άμυνά της, να ενισχύσει τις διεθνείς συμμαχίες της, αλλά και την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της. Και ο ίδιος προσπαθησε να πείσει ότι το «θα ‘ρθουμε μια νύχτα ξαφνικά», που επανειλημμένα και ρητά εξαπέλυσε ως απειλή εναντίον της Ελλάδας, αναφερόταν σε… τρομοκράτες, ξεχνώντας προφανώς τις δηλώσεις του για τον «πύραυλο που μπορεί να χτυπήσει την Αθήνα…».
Και η τουρκική πλευρά πάντως δείχνει να συμφωνεί ότι από το Μέγαρο Μαξίμου οι δύο ηγέτες πρέπει να δώσουν ώθηση στο θετικό κλίμα στις διμερείς σχέσεις. Και αυτό θα επιβεβαιωθεί και με την υπογραφή μιας σειράς συμφωνιών (των οποίων ο κατάλογος άλλαζε μέχρι την τελευταία στιγμή), που μπορεί να μην αφορούν μείζονα ζητήματα, όμως στήνουν ένα πλαίσιο συνεργασίας και αποκατάστασης επαφής μεταξύ επιστημόνων, επιχειρηματιών, ακαδημαϊκών, φορέων, αλλά και κρατικών αξιωματούχων των δύο χωρών. Και συγχρόνως καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα τομέων από την εκπαίδευση, την κλιματική αλλαγή, τις φυσικές καταστροφές, το εμπόριο, τον τουρισμό, την εκπαίδευση, τις μεταφορές, την ενέργεια.
Οι δύο υπουργοί Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης και Χακάν Φιντάν, θα συνεχίσουν να έχουν την υψηλή εποπτεία της διαδικασίας και την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων του οδικού χάρτη για τις επόμενες συναντήσεις υπουργών, αλλά και υλοποίησης των συμφωνιών.
Ιδιαίτερης σημασίας είναι η Συμφωνία για αποκατάσταση και διεύρυνση της συνεργασίας μεταξύ του Ελληνικού Λιμενικού και της Τουρκικής Ακτοφυλακής, που θα περιλαμβάνει και την εγκατάσταση Ελληνα και Τούρκου αξιωματικού, αντίστοιχα, σε Σμύρνη και Λέσβο (που προβλεπεται ήδη από τη Δήλωση του 2016), αν και όλα αυτά βρίσκονται υπό την ομπρέλα του πλαισίου που έχει θέσει η Κοινή Δήλωση Ε.Ε.-Τουρκίας του 2016 και σε αυτό το επίπεδο λαμβάνονται αποφάσεις για το θέμα της μετανάστευσης.
Όμως, η επίδειξη καλής διάθεσης εκ μέρους της Τουρκίας τόσο στη συγκράτηση των ροών όσο και στην αποφυγή εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού είναι θετική για την Ελλάδα, εφόσον πάρει και πιο μόνιμη μορφή. Με την Ελλάδα να ανταποδίδει, σε συνεννόηση με την Κομισιόν, με τη διευκόλυνση χορήγησης θεωρήσεων για επισκέψεις τούρκων πολιτών σε επτά ελληνικά νησιά.
Ο Ταγίπ Ερντογάν θα ακούσει από τον Έλληνα πρωθυπουργό την σταθερή θέση της Ελλάδας για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, με τους όρους και προϋποθέσεις που προβλέπονται, γνωρίζει όμως ότι ο δρόμος αυτός περνάει όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά και την Κύπρο.
Παρά το γεγονός ότι και η ελληνική κυβέρνηση έχει προσχωρήσει στη θέση ότι το Κυπριακό δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως διμερές ζήτημα, αλλά ως διεθνές ζήτημα παράνομης εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής, το Κυπριακό είναι διαρκώς παρόν, καθώς ένα από τα μείζονα ζητήματα που διεκδικεί η Τουρκία από την ΕΕ, η αναθεώρηση της Τελωνειακής Ενωσης, περνά υποχρεωτικά από την Κύπρο, ενώ και στο ζήτημα των θαλασσίων ζωνών και της εκμετάλλευσης των πόρων της Ανατολικής Μεσογείου, το Κυπριακό δεν μπορεί να παρακαμφθεί.
Ιδιαίτερα λεπτό θέμα είναι αυτό της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη, το οποίο θεωρείται δεδομένο ότι θα θιγεί από τον Τούρκο ηγέτη, ενώ τις τελευταίες ημέρες, μέσω και του τουρκικού πρακτορείου Anadolu έχει προβληθεί όλη η ατζέντα που εγείρουν οι ακραίοι της μειονότητας: Εθνική ταυτότητα και λειτουργία συλλόγων με το όνομα «τουρκικός», αναγνώριση ψευδομουφτήδων, εκπαιδευτικά θέματα και διαχείριση βακουφικών περιουσιών. Οι απαντήσεις θα δοθούν με βασικό γνώμονα ότι ολοι οι Έλληνες πολίτες, όπως είναι και τα μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας, είναι και Ευρωπαίοι πολίτες και έχουν τα ίδια δικαιώματα.
Στην Αθήνα καταγράφεται με ιδιαίτερη προσοχή η συνεχής αναφορά Ερντογάν ότι πρέπει να αποκλεισθούν οι «τρίτοι» από τη διαδικασία της επαναπροσέγγισης, με τον Τούρκο ηγέτη ουσιαστικά να απαιτεί από την Ελλάδα να αποποιηθεί των πλεονεκτημάτων που της προσφέρει η ιδιότητα μέλους στην ΕΕ και η στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ. Κατι τέτοιο βεβαίως δεν γίνεται αποδεκτό.
Προϋποθέσεις για μια διαφορετική περίοδο χωρίς εντάσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις υπάρχουν. Το αν θα ανοίξει και μια «νέα σελίδα» βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια και στις επιλογές του Τούρκου ηγέτη.
Νίκος Μελέτης-protothema.gr