Ε, ναι, λοιπόν. Υπάρχουν και κάποιοι (καλλιτέχνες) που δεν σπεύδουν, επιπόλαια, να μοιραστούν μόνον τα σκοτάδια τους. Υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, που ακόμη κι ύστερα από δύο χρόνια κλεισούρας (ξέρετε, η πανδημία), ανοίγουν πόρτες και παράθυρα, όταν «θεωρούν ότι έχουν κάτι φωτεινό να μοιραστούν».
Όπως η Ελένη Ράντου. Που έχει κάτι πολύ φωτεινό, όσο κι αν κάποτε έχει την πικρή επίγευση της βιωμένης… ζωής, με τα σκαμπανεβάσματά της, να μοιραστεί μαζί μας. Και αυτό είναι «Το πάρτυ της ζωής μου», που έγραψε η ίδια και σκηνοθετεί ο Ανέστης Αζάς, στο Θέατρο Διάνα (προγραμματισμένη πρεμιέρα: 4 Νοεμβρίου 2022). Με τη μουσική και όχι μόνον συμμετοχή των δραστήριων παιδιών δύο εμβληματικών μορφών της ελληνικής κιθάρας: του Βαγγέλη Μπουντούνη και της Μάρως Ραζή.
Μιλάμε για τους ξεσηκωτικούς και πρωτότυπους String Demons, ή αλλιώς τη βιολονίστα Λυδία Μπουντούνη και τον αδελφό της, βιολοντσελίστα Κωνσταντίνο Μπουντούνη. Που όχι μόνον θα γράψουν και θα ερμηνεύσουν μουσική στο «Πάρτυ» της Ελένης Ράντου, αλλά θα παίζουν κιόλας. Αυτά τα δύο χρόνια σιωπής της Ελένης Ράντου είναι σαν να γίνονται σήμερα χείμαρρος. Μια κουβέντα μου και πλημμυρίζει το… πεδίο με σκέψεις της, ιστορίες, στοιχήματα κι οράματα, φαντασία, χιούμορ και γλύκα. Κυρίως το τελευταίο. Και ήταν σαν να πιάνει το νήμα μας από την αρχή, ύστερα από αυτά τα δύο χρόνια. Βάλσαμο.
Ξέρεις, είδα πριν από καιρό μια έκθεση τελειοφοίτων στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και το 90% των έργων τόσο νέων παιδιών αφορούσε στη Μνήμη. Είναι πολύ παράξενο και πολύ ελπιδοφόρο να βλέπεις από εικοσάχρονα, έργα μνήμης. Η πανδημία και το κλείσιμο μας μεγάλωσε τόσο. Μας ωρίμασε τόσο. Ήταν και η δική μου ανάγκη. Ήταν η ώρα που κάθεσαι και μετράς νίκες και ήττες».
«Το έργο έχει πολλά στοιχεία, όχι μόνον από μένα, αλλά από όλη μου την οικογένεια. Αν και είναι μυθοπλασία, δεν είναι μια ιστορία ξένη, είναι μια ιστορία πολύ οικεία», πιάνει το μίτο της. Γεννήθηκε μέσα στην κλεισούρα. Εκείνη που σε αναγκάζει να κάνεις μια ενδοσκόπηση. Μού ξύπνησε μνήμες.
Βασικός καμβάς, η ιστορία μιας οικογένειας, «που θα μπορούσε να είναι όλη η Ελλάδα. Από το Πολυτεχνείο έως την πανδημία. Ιστορία παράλληλη με την πορεία της ηρωίδας προς το φως. Όλα τα σκοτάδια, μαζί με το φως.
Η σχέση με τη μητέρα της είναι πολύ σκοτεινή. Όταν εκείνη ήταν εφτά χρονών, η μάνα αποφάσισε να βάλει τέλος στην ζωή της. Η προσπάθεια, βέβαια, ήταν ανεπιτυχής, όμως η ηρωίδα βιώνει την κατάθλιψη του περιβάλλοντός της και προσπαθεί να βρει τρόπο να την παλέψει. Προσπαθεί να βρει κουράγιο να ελπίζει. Μέσα στα σκοτάδια, με κέντρο πάντα το φως. Και, παράλληλα, τα σκοτάδια της Ελλάδας. Με την ηρωίδα να ξεκινάει στα 7 και να φτάνει ως τα 55 της. «Όσο είμαι εγώ».
Θεατρικά, μού λέει η Ελένη Ράντου, «έχει πάρα πολλές ατμόσφαιρες. Ας πούμε, το σεισμό της Ρικομέξ… Έτσι, βλέπουμε τι συμβαίνει όσες φορές η Ελλάδα σοκαρίστηκε. Ως φόντο, αυτό. Παρακολουθούμε την ιστορία μιας προσπάθειας να παραμείνεις ζωντανός, να παραμείνεις ενεργός, να παραμείνεις λειτουργικός, να παραμείνεις άνθρωπος. Και μέσα σε όλα αυτά, εκείνη να προσπαθεί να αγαπήσει. Σαν να προσπαθεί να εφεύρει την αγάπη. Έχει ενδιαφέρον η διαδρομή αυτού του ταξιδιού. Αν θες να μην χάσεις τον εαυτό σου και το στόχο σου μέσα στην ζωή».
Από τις πρόβες ακόμη νομίζει, μου εξομολογείται, ότι όλο αυτό την ενεργοποιεί. «Βοηθάει σε αυτό, λέει, και το σκηνικό της Μαγιούς Τρικεριώτη, με τα δοκάρια. Που είναι σαν σε έναν βυθό καραβιού που τον βλέπεις από κάτω. Έχει και πολύ χιούμορ. Είναι σαν μια φέτα, πολύ μεγάλη, ζωής. Θα φέρει σε όλους μας μνήμες και ταύτιση». Να ‘τη πάλι η Μνήμη. Είναι λυτρωτικό και ανακουφιστικό. Το είχα ανάγκη να λυτρωθώ και να ανακουφιστώ (κι) εγώ. Στη μέση, η πολύ δύσκολη σχέση με τη μητέρα. Που θα μπορούσε να είναι η Μάνα Ελλάδα. Και η δύσκολη σχέση μας μαζί της».
Μετά από δύο χρόνια, που σταμάτησε, μού συνεχίζει την εξομολόγηση η Ελένη Ράντου, είχε ανάγκη να κάνει restart. Επανεκκίνηση. Solo performance. Μονόλογος θεατρικός, ας τον πούμε. «Το άκουγα κι έβγαζα φλύκταινες, παλιά. Θέλει πολλά κουράγια. Όμως, ήθελα να βάλω ένα στοίχημα. Να κάνω κάτι που δεν είχα ξανακάνει. Μακριά από την ασφάλεια. Ακόμη και η αναζήτηση των συντελεστών. Ήταν κι εκείνοι ένα καινούργιο στοίχημα». Και η επωδός: «Ξαναβρίσκω έναν (καινούργιο) λόγο για να κάνω θέατρο!» Σταματάει και παίρνει ξανά φόρα. «Με έπιασε μια διάθεση πολύ δημιουργική και μια διάθεση να χτίσω, με όλο αυτό το γκρέμισμα γύρω.
Ξέρεις, οι περισσότεροι ηθοποιοί έχουν στραφεί στην τηλεόραση. Δεν βρίσκεις άνθρωπο για να συνεργαστείς. Είμαστε και όλοι με τα νεύρα στα κάγκελα. Άσε που πάμε σε μία θεατρική σεζόν, που είναι τρομαγμένη, στις προτάσεις. Όλοι έχουν στραφεί στην επιβίωση, της τηλεόρασης. Πήγα κόντρα σε όλα. Και, τελικά, ξέρεις, ανακάλυψα πως ότι και να λέω, το θέατρο έχει μέσα μου τόσο μεγάλη δύναμη. Αυτό το άλμα στο κενό, του θεάτρου, με τραβάει με έναν τρόπο που δεν μπορώ να τον εξηγήσω. Και το θέμα είναι, όταν πας να ισοπεδωθείς, τι δυνάμεις θα αντλήσεις από μέσα σου».
Είπαμε για συνεργάτες. Εδώ, πρώτα ο σκηνοθέτης Ανέστης Αζάς, που παρακολουθούσε, όπως μου εξομολογείται, τις δουλειές του στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. «Όταν είδα και τον ‘Μπακλαβά’ του, ενθουσιάστηκα. Ούρλιαζα! Από εκεί ξεκίνησε μια επαφή. Να μιλάμε για καιρό. Βρισκόμαστε πολύ οι δυο μας στο κομμάτι της αλήθειας. Είμαστε εμμονικοί στο να ψάχνουμε την αλήθεια κάτω από τη θεατρική σύμβαση. Το κείμενο το δουλεύουμε όλο το καλοκαίρι, μαζί. Υπάρχει και μια διαθεσιμότητα, που με συγκινεί βαθιά».
Όσο για τους String Demons, τη Λυδία και τον Κωνσταντίνο Μπουντούνη, που θα συμμετέχουν ενεργά και όχι μόνον μουσικά – με δικά τους και εμβληματικά τραγούδια – στην παράσταση («τούς βάλαμε πολύ δύσκολα», μού λέει η Ελένη Ράντου), μού λέει ότι μόλις τους πρότεινε η κινησιολόγος του «Πάρτυ», Αντιγόνη Γύρα, «κλείδωσαν μέσα μου με τρόπο τελειωτικό. Είπα: Αυτό είναι! Και κουμπώσαμε σε σημείο, που γινόμαστε ένας οργανισμός».
Η θεατρική ιστορία της έχει αποδείξει ότι όποτε κάνει κάτι χαλαρά και σαν στοίχημα, της βγαίνει σε καλό έως σε πολύ καλό. Προσθέστε εδώ και την ανάγκη. Ύστερα από το κλείσιμο δύο ετών. «Αυτή η παράσταση προέκυψε από την ανάγκη», μού το επιβεβαιώνει και η ίδια, «όχι από καμία σκοπιμότητα θεατρικής επιτυχίας. Αν δεν το ‘κανα, θα τρελαινόμουνα. Κάθισα Γενάρη στο κομπιούτερ και άρχισα να διαβάζω και να σχεδιάζω και σηκώθηκα τον Απρίλιο. Μού βγήκε σαν να έφτυνα κουκούτσι από κεράσι!». Όσο για τις πρόβες; «Είναι πολύ απαιτητικές», μού λέει. «Για δυο ώρες, δεν παίρνεις ανάσα. Μέχρι και κράμπες παθαίνω. Ε, ναι, δίνει πόνο η παράσταση».
Κλείνοντας, να μην ξεχάσω άλλη μία ατάκα της που κράτησα από αυτή τη γοητευτική κουβέντα: «Το έκανα για να μη γίνω φάντασμα – με την έννοια του φαντάζομαι». Εδώ κολλάει, λοιπόν, για φινάλε, μία φράση από το «Πάρτυ της ζωής μου» της Ελένης Ράντου: «Χωρίς τη φαντασία η ζωή είναι ανυπόφορη. Διότι για να ζούμε το παρόν, πρέπει να φανταζόμαστε ένα μέλλον που θα είναι καλύτερο από το παρελθόν».
«Το Πάρτυ της ζωής μου» – Οι Συντελεστές του έργου
Κείμενο: Ελένη Ράντου
Σκηνοθεσία: Ανέστης Αζάς
Συμμετέχουν: οι String Demons (Λυδία και Κωνσταντίνος Μπουντούνης – και μουσικά)
Σκηνογραφία: Μαγιού Τρικεριώτη
Ενδυματολόγος: Βασιλεία Ροζάνα
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Φωτογραφίες: Γιάννης Μαργετουσάκης
Βοηθός σκηνοθέτη: Μιχάλης Πητίδης
Ενδυματολόγος: Βασιλεία Ροζάνα
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Φωτογραφίες: Γιάννης Μαργετουσάκης
Βοηθός σκηνοθέτη: Μιχάλης Πητίδης