∆ιευκολύνεται η στρατηγική αναχρηµατοδότησης και εξυπηρέτησης του χρέους µε πρόωρες εξοφλήσεις και άλλα εργαλείααρά την πρωτοφανή, δίδυµη κρίση της πανδηµίας Σχετικά άρθρα
Πέρα από τις µεταρρυθµίσεις που έτρεξαν, πέρα από την τιθάσευση του «δράκου» των «κόκκινων» δανείων, πέρα από την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων για αναπτυξιακούς σκοπούς, οι οίκοι αξιολόγησης και οι επενδυτές, που σχηµατίζουν ουρά σε κάθε έκδοση ελληνικού οµολόγου, διακρίνουν τέσσερα συστατικά, τα οποία επιβεβαιώνουν ότι το χρέος της Ελλάδας έχει κλειδωµένη βιωσιµότητα. Ενα από αυτά είναι το «µαξιλάρι» των ταµειακών διαθεσίµων, που µε έναν διόλου µαγικό τρόπο διατηρείται πάνω από τα 30 δισ. ευρώ στο τέλος κάθε χρονιάς. Φυσικά, θα ήταν αστείο να υποστηρίξει κανείς ότι αυτό το «µαξιλάρι» κρύφτηκε επιµελώς σε κάποιο… σεντούκι τα τελευταία τρία χρόνια, για να χρησιµοποιηθεί την κατάλληλη στιγµή.
∆εν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι κατά τη διάρκεια της πανδηµίας ενεργοποιήθηκαν µέτρα στήριξης νοικοκυριών – επιχειρήσεων άνω των 40 δισ. ευρώ, ενώ από την ώρα που ξέσπασε η ενεργειακή κρίση έγιναν παρεµβάσεις γύρω στα 11 δισ. ευρώ. Προφανές είναι, λοιπόν, ότι τα ταµειακά διαθέσιµα συνδυάστηκαν µε τη δηµοσιονοµική πολιτική, για να στηριχθεί η οικονοµία -όπως κι έγινε-, αλλά το περιβόητο «µαξιλάρι» δεν «ξεπουπουλιάστηκε», αλλά ανατροφοδοτήθηκε, όπως πιστοποιούν τα επίσηµα στοιχεία.
Τ ο µεγάλο «πακέτο» είναι τα 15,6 δισ. ευρώ, τα οποία αποτελούν µέρος της τελευταίας δόσης που είχε πάρει η Ελλάδα το 2018, όταν είχε ολοκληρωθεί το 3ο ΜνηµόνιοΚι αυτό ακριβώς µετράει στην επενδυτική κοινότητα. Η µέση ωρίµανση του ελληνικού χρέους, που ξεπερνά τα 20 έτη, τα φιξαρισµένα επιτόκια, που λειτουργούν σαν ασπίδα στους επιτοκιακούς κινδύνους, και η ετήσια δαπάνη χρεολυσίων – τόκων, που δεν ξεπερνά τα 13 δισ. ευρώ, είναι βασικοί πυλώνες της βιωσιµότητας του χρέους, ωστόσο το «µαξιλάρι» είναι αυτό που επιτρέπει την αποχή από οποιαδήποτε εκδοτική δραστηριότητα για τρία χρόνια! Ακόµα κι αν πρόκειται για ακραίο σενάριο, οι «παίκτες» της αγοράς -και οι πιο επιθετικοίτο λαµβάνουν υπόψη, πόσω µάλλον όταν το οικονοµικό επιτελείο επέλεξε να αξιοποιήσει το «µαξιλάρι» όχι για να σκορπίσει αλόγιστα χρήµα, αλλά για να βελτιώσει ακόµα περισσότερο το προφίλ του χρέους, προεξοφλώντας πανάκριβα δάνεια 4,6 δισ. ευρώ από το ∆ΝΤ και το 1ο Μνηµόνιο.
money
Πόσα είναι, όµως, τα ταµειακά διαθέσιµα αυτήν τη στιγµή; Μετά την έκδοση του 10ετούς οµολόγου, από όπου αντλήσαµε 3,5 δισ. ευρώ, το «µαξιλάρι» έφτασε στα 39,2 δισ. ευρώ, ενώ στα µέσα της εβδοµάδας που πέρασε προστέθηκαν άλλα 644 εκατ. ευρώ από την εκκρεµή δόση του ευρωσυστήµατος, ανεβάζοντας έτσι τον λογαριασµό στα περίπου 40 δισ. ευρώ! Από αυτά, πληρώθηκαν περί τα 4 δισ. ευρώ για λήξεις χρέους, αλλά προστέθηκε 1 δισ. ευρώ ενδοκυβερνητικού χρέους, για να φτάσουµε έτσι στα 37,2 δισ. ευρώ. Αν από αυτά αφαιρέσουµε 1 δισ. ευρώ για πληρωµές τόκων, φτάνουµε στο «µαξιλάρι» της σηµερινής ηµέρας, που διαµορφώνεται σε περίπου 36 δισ. ευρώ.
«Ξεκλείδωσαν 15,6 δισ.»
Ενδιαφέρον έχει, όµως, και η ανάλυση των ταµειακών διαθεσίµων, γιατί εδώ κρύβεται ακόµα ένα µυστικό, που µπορεί να το βρει όποιος «σκαλίσει» τους όρους της ενισχυµένης εποπτείας.
-Περί τα 5,9 δισ. ευρώ είναι διαθέσιµα φορέων της γενικής κυβέρνησης, που βρίσκονται σε τράπεζες.
- Αλλα 7,9 δισ. ευρώ είναι διαθέσιµα φορέων της γενικής κυβέρνησης στον ειδικό λογαριασµό της Τραπέζης της Ελλάδος. -1 δισ. ευρώ είναι τα ειδικά τραβηχτικά δικαιώµατα προς το ∆ΝΤ (SDR).
- Και το µεγάλο «πακέτο» είναι τα 15,6 δισ. ευρώ, τα οποία αποτελούν µέρος της τελευταίας δόσης που είχε πάρει η Ελλάδα το 2018, όταν είχε ολοκληρωθεί το 3ο Μνηµόνιο και άρχιζε η ενισχυµένη εποπτεία. Εδώ βρίσκεται το µεγάλο µυστικό. Οταν είχε «κλείσει» το 3ο Μνηµόνιο, αυτά τα 15,6 δισ. ευρώ είχαν «κλειδώσει» για την… κακιά την ώρα και οι ελληνικές Αρχές πολύ απλά δεν µπορούσαν να ακουµπήσουν αυτό το χρήµα παρά µόνο µετά το «πράσινο φως» των Ευρωπαίων και µόνο για την εξυπηρέτηση του χρέους. Ο λόγος, προφανής.
Οι Ευρωπαίοι δεν µας είχαν… ιδιαίτερη εµπιστοσύνη ότι δεν θα «βάλουµε χέρι» στον αποκαλούµενο σκληρό πυρήνα των ταµειακών διαθεσίµων, σε µια συγκυρία που η αξιοπιστία της χώρας ήταν στο ναδίρ. Το µυστικό είναι, λοιπόν, ότι µαζί µε το τέλος της ενισχυµένης εποπτείας πήρε τέλος και το «απαγορευτικό» στην πρόσβαση σε αυτά τα 15,6 δισ. ευρώ. Αν και δεν υπάρχει η παραµικρή διάθεση και πρόθεση να «µπει χέρι», είναι προφανές ότι, έχοντας µπει σε µια περίοδο αύξησης επιτοκίων, η δυνατότητα διαχείρισης των ταµειακών διαθεσίµων χωρίς περιορισµούς διευκολύνει τη στρατηγική αναχρηµατοδότηση.
Γιώργος Παππούς
Δημοσιεύθηκε στο Money Pro της εφημερίδας Παραπολιτικά το Σάββατο 4/2