«Η Μήδεια της Ηλείας». Αυτός ο χαρακτηρισμός έχει στιγματίσει μέχρι και σήμερα την Παναγιώτα Τσιφρικά, την 47χρονη τότε μητέρα που τον Ιανουάριο του 1997 δηλητηρίασε με γεωργικό φάρμακο την 21χρονη κόρη της για να ξεπλύνει την ντροπή της οικογένειας από το γεγονός της εξώγαμης εγκυμοσύνης της.
Η Παναγιώτα Τσιφρικά από το Κακοτάρι της Ηλείας μητέρα άλλων 4 παιδιών, δεν «λύγισε» εύκολα από το αποτρόπαιο έγκλημά της και επέμενε ότι η κόρη της αυτοκτόνησε. Το δικαστήριο την έκρινε ένοχη για ανθρωποκτονία και βίαιη διακοπή κύησης, της επέβαλε κάθειρξη 10 ετών και 6 μηνών, ενώ της αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου.
Είκοσι έξι χρόνια μετά το έγκλημά της, η Παναγιώτα Τσιφρικά σύμφωνα με πληροφορίες του protothema.gr έχει αποφυλακιστεί και έχει επιστρέψει στο χωριό της, το Κακοτάρι της Ηλείας. Ζει κοντά στα υπόλοιπα παιδιά της, στο σπίτι όπου είχε δηλητηριάσει το παιδί της. Οι κάτοικοι του χωριού, όπως λένε στο protothema.gr, έχουν αποδεχτεί στη μικρή κοινωνία τους την παιδοκτόνο χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχουν ξεχάσει το μαρτυρικό θάνατο της νεαρής Κωστούλας. Η Παναγιώτα Τσιφρικά είναι πια πολύ μεγάλη σε ηλικία κι όπως λένε οι κάτοικοι αποφεύγουν όταν τη συναντούν να τη ρωτούν για το έγκλημα του παιδιού της.
Η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη της Κωστούλας
Από τότε που πέθανε ο άντρας της, η 48χρονη Παναγιώτα Τσιφρικά έπρεπε να είναι μάνα και πατέρας ταυτόχρονα για τα πέντε παιδιά της. Δούλευε από το πρωί ως το βράδυ στα χωράφια για να τα βγάλει πέρα. Με τα πρόβατα την βοηθούσε η μεγαλύτερη από τις τρεις κόρες της, η 22χρονη Κωστούλα. Ένα ευγενικό αλλά κλειστό κορίτσι, χωρίς πολλές επαφές και φιλίες, που τον τελευταίο καιρό έδειχνε ότι κάτι την απασχολούσε. Και αυτό το «κάτι» ήταν η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη της!
Οι γείτονες στο Κακοτάρι, ένα ορεινό χωριό της Ηλείας με 200 κατοίκους, την έβλεπαν συχνά να παιδεύεται κουβαλώντας βαριά τσουβάλια και να τα ακουμπάει στην κοιλιά της, αλλά δεν μπορούσαν να φανταστούν το λόγο. Η κοπέλα είχε καταλάβει ότι είναι έγκυος και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να «ξεφορτωθεί» το μωρό. Ένιωθε και εκείνη την ντροπή και τον διασυρμό που πλησίαζε, εξαιτίας του άγραφου νόμου της ελληνικής επαρχίας.
«Πέθανε στην αγκαλιά της αδερφής της»
Κάποια στιγμή δεν μπορούσε πλέον να κρύψει την εγκυμοσύνη της. Η μητέρα της αντελήφθη την κοιλιά της, που όσο φούσκωνε, τόσο μεγάλωνε την ντροπή της. Το βράδυ της 19ης Ιανουαρίου 1997 το πήρε απόφαση. Πήρε στα χέρια της το δηλητήριο που ο δήμος διέθετε δωρεάν στους χωριανούς για να εξολοθρεύσουν τις αλεπούδες που ρήμαζαν τα κοτέτσια, γέμισε ένα μπουκαλάκι και το φύλαξε στο φούρνο. Μαγείρεψε φακές για τα παιδιά της και τα φώναξε να φάνε.
Γέμισε τα πιάτα τους, έριξε δηλητήριο στης Κωστούλας και σέρβιρε. Μέσα σε λίγα λεπτά το 22χρονο κορίτσι είχε «διπλωθεί» από τους πόνους. Βγήκε στην αυλή, έκανε εμετό και επέστρεψε για να ξαπλώσει. Η μικρότερη αδελφή της πήγε δίπλα της και της κρατούσε το χέρι για να της δώσει κουράγιο χωρίς να καταλαβαίνει ότι η αδερφή της ψυχορραγούσε. Κάποια στιγμή αποκοιμήθηκε.
Τα ξημερώματα ο αδελφός τους επέστρεψε από ένα γάμο συγχωριανού τους που ήταν καλεσμένος και κατάλαβε ότι κάτι είχε συμβεί στην Κωστούλα. Προσπάθησε να την ξυπνήσει, αλλά εκείνη ήταν ήδη νεκρή. Από τις φωνές των παιδιών ξύπνησε και η μάνα και ακολούθησαν σκηνές βγαλμένες από αρχαία τραγωδία.
Ο θάνατος της Κωστούλας αποδόθηκε σε αυτοκτονία, καθώς τα τοξικολογικά εργαστήρια της Πάτρας επιβεβαίωσαν τη λήψη δηλητηριώδους ουσίας. Οι αστυνομικοί ήταν, ωστόσο, υποχρεωμένοι να κάνουν τη δική τους έρευνα. Οι καταθέσεις στο Αστυνομικό Τμήμα Αρχαίας Ολυμπίας άρχισαν να ξεδιαλύνουν την εικόνα για τις συνθήκες θανάτου της άτυχης κοπέλας.
Οι χωριανοί μίλησαν για τον κλειστό χαρακτήρα και την ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη της Κωστούλας, για τα μισόλογα και την συμπεριφορά της μητέρας της, αλλά και για το γάμο που δεν ενέκρινε με ένα παλικάρι που την είχε ζητήσει πριν από χρόνια. Ήταν ο ίδιος άνθρωπος που παντρευόταν το μοιραίο βράδυ, με καλεσμένο τον μεγάλο αδελφό της Κωστούλας.
«Με ξεφτίλισε»
Οι αστυνομικοί κάλεσαν για κατάθεση την Παναγιώτα Τσιφρικά. Η 48χρονη γυναίκα έπεσε σε αντιφάσεις και τελικώς ομολόγησε ότι αυτή έριξε το δηλητήριο στις φακές της μικρής. «Έχω άλλα δύο κορίτσια, πώς θα τα πάντρευα μετά από τέτοια ντροπή;», είπε και ξετύλιξε όλα όσα την οδήγησαν στη δολοφονία του παιδιού της: «Τον τελευταίο καιρό τσακωνόμασταν συχνά. Όταν κατάλαβα ότι ήταν έγκυος ήταν αργά για να το ρίξει. Δεν μου έλεγε και τον πατέρα του παιδιού. Εγώ έμεινα χήρα στα 37 και μεγάλωσα πέντε παιδιά δουλεύοντας μέρα – νύχτα, δεν ήθελα τα υπόλοιπα να πάρουν τον κακό δρόμο της Κωστούλας και να ξεφτιλιστούν. Ζητώ συγνώμη από το Θεό και τα παιδιά μου…».
Η 48χρονη γυναίκα οδηγήθηκε στον εισαγγελέα με βαριές κατηγορίες και με συνοπτικές διαδικασίες κρίθηκε προσωρινά κρατούμενη, παίρνοντας το δρόμο για τις φυλακές Κορυδαλλού. Η δίκη της έγινε το Νοέμβριο του 1997, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ζακύνθου. Στην απολογία της άλλαξε γραμμή υπεράσπισης και υποστήριξε ότι δεν δηλητηρίασε την κόρη της. Όταν ο πρόεδρος της υπενθύμισε ότι είχε ομολογήσει με κάθε λεπτομέρεια στο στάδιο της προανάκρισης, ισχυρίστηκε ότι η ομολογία της ήταν αποτέλεσμα των πιέσεων από τους αστυνομικούς, οι οποίοι «τα έγραψαν όλα αυτά χωρίς την θέλησή της».
Παρά την πρόταση του εισαγγελέα να της επιβληθεί 20ετής κάθειρξη για την ανθρωποκτονία και επιπλέον κάθειρξη 10 ετών για την βίαιη διακοπή της κύησης, το δικαστήριο είχε διαφορετική άποψη. Με οριακή πλειοψηφία 4-3, την καταδίκασε σε κάθειρξη 10 ετών και έξι μηνών, αναγνωρίζοντας το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου. Μάλιστα, έδωσε και ανασταλτικό χαρακτήρα στην έφεση που έκανε και την άφησε ελεύθερη έως την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό.