Μεγάλη απογοήτευση ένιωσαν οι ψηφοφόροι του Κιλιτσντάρογλου μετά το αποτέλεσμα στον α’ γύρο των εκλογών.
Διαψεύδοντας σχεδόν όλες τις δημοσκοπήσεις που τον ήθελαν να χάνει τις εκλογές της 14ης Μαϊου, ο Ταγίπ Ερντογάν κατάφερε να νικήσει με πέντε μονάδες διαφορά τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ενώ έχασε για μισή μονάδα την νίκη από τον πρώτο γύρο. Όπως είναι φυσικό, στο στρατόπεδο των έξι η κατάσταση μυρίζει μπαρούτι, ενώ έγινε και η πρώτη αλλαγή, με τον Εκρέμ Ιμάμογλου να αναλαμβάνει επικοινωνιακά και στρατηγικά την προεκλογική εκστρατεία για τον β΄ γύρο.
Ο Κιλιτσντάρογλου έχει να αντιμετωπίσει προβλήματα από δύο βασικά μέτωπα. Το πρώτο μέτωπο είναι η απογοήτευση μεταξύ των ψηφοφόρων του υποψηφίου προέδρου. Ακόμη, εντός της ημέρας πρόκειται να συνεδριάσει η συμμαχία των έξι προκειμένου να αναλυθούν τα αποτελέσματα των εκλογών και το τι μπορεί να αλλάξει ώστε να μπορέσουν να προσελκύσουν τους ψηφοφόρους του Ογάν ενόψει του δεύτερου γύρου των εκλογών που θα λάβει χώρα στα 28 Μαΐου.
Τους νέους προσπαθεί να κερδίσει ο Κιλιτσντάρογλου στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών
Πώς μπορεί να νικήσει ο Κιλιτσντάρογλου
Σύμφωνα με τους αναλυτές, υπάρχουν τρία σημεία κλειδιά που θα χάριζαν την νίκη στον Κιλιτσντάρογλου. Για αρχή, ο ηγέτης των Ρεπουμπλικάνων θα πρέπει να αναπτερώσει το ηθικό των οπαδών του. Δεύτερον, θα πρέπει να επαναφέρει τους αναποφάσιστους Κούρδους με το μέρος του, παρ’ όλο που για εκείνους το κόμμα του Κιλιτσντάρογλου τους ξυπνά τις χειρότερες αναμνήσεις.
Και τρίτον, θα πρέπει να κερδίσει τους δεξιούς εθνικιστές υποστηρικτές του Σινάν Ογάν, οι οποίοι αποτελούν το 5% των ψηφοφόρων. Όμως, κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά αμφίβολο, καθώς πολλοί εξ αυτών είτε θεωρούν τον Κιλιτσντάρογλου αριστερό, είτε πρόκειται να απέχουν κατά τον δεύτερο εκλογικό γύρο».
Άδικη η εκλογική αναμέτρηση
Σύμφωνα με αναλυτές, η εκλογική αναμέτρηση Ερντογάν και Κιλιτσντάρογλου δεν είναι δίκαιη. Ο λόγος είναι ότι οι επιχειρηματίες που βοηθούν τον Ερντογάν ελέγχουν το 90% του τουρκικού Τύπου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Η κρατική τηλεόραση TRT μετέδωσε 32 ώρες πολιτικών συγκεντρώσεων και συνεντεύξεων του Ερντογάν, μονάχα τον Απρίλιο. Αντιθέτως, το TRT αφιέρωσε μόλις 32 λεπτά τηλεοπτικού χρόνου στον Κιλιτσντάρογλου.
Από την άλλη, η SZ αναφέρει ότι : «ο πρόεδρος Ερντογάν προσπάθησε να βάλει όσο το δυνατόν περισσότερα εμπόδια στον Κιλιτσντάρογλου, με τη βοήθεια της δικαιοσύνης, των σε μεγάλο βαθμό ελεγχόμενων μέσων ενημέρωσης και μιας γραφειοκρατίας που είναι υποταγμένη σε αυτόν. Ως συνήθως πάνοπλος, δίχως να τηρήσει κανέναν κανόνα. Οι εκλογές στην Τουρκία ήταν ελεύθερες – δεν ήταν όμως δίκαιες».
Παρ’ όλα αυτά, η Τουρκία, παρά τις ιδιαιτερότητές της, είναι μια εκπληκτικά καλά λειτουργούσα δημοκρατία – τουλάχιστον όσον αφορά στο εκλογικό σώμα, το οποίο κατέγραψε μία συγκλονιστική προσέλευση που άγγιξε το 90%, δίχως να σημειωθούν σοβαρά ή βίαια επεισόδια.
Οι ψηφοφόροι έχουν εκφράσει την απογοήτευσή τους για τα προηγούμενα χρόνια διακυβέρνησης του Ερντογάν και, οδηγώντας τις εκλογές σε δεύτερο γύρο, αφαίρεσαν την αύρα του αήττητου που χαρακτήριζε τον πρόεδρο. Αυτό από μόνο του αποτελεί επιτυχία για την αντιπολίτευση – ακόμη και αν μία ακόμη πενταετία με τον Ερντογάν ως πρόεδρο είναι πιθανό να αποτελέσει μια δύσκολη δοκιμασία για την Τουρκία.
Εσωτερικά προβλήματα στη «Συμμαχία των Έξι»
Μετά την μεγάλη ήττα στον πρώτο γύρο των εκλογών, δημιουργήθηκαν οι πρώτες ρωγμές στην «Συμμαχία των Έξι». Μάλιστα, στην συνάντηση που θα γίνει σήμερα (17.05) θα συζητηθούν όλα τα εσωτερικά προβλήματα προκειμένου να επιλυθούν και να εμφανιστούν ξανά ως ενιαίο μέτωπο.
Βέβαια, οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης έχουν ήδη τονίσει τα λάθη που έχει κάνει ο Κιλιτσντάρογλου. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ότι τα τελευταία δέκα χρόνια δεν έχει αλλάξει τα στελέχη με τα οποία συνεργάζεται.
Στην ουσία δεν έχει δώσει καμία ευκαιρία στο νέο και πιο προοδευτικό κόσμο του κόμματος του, αλλά και των κομμάτων που συγκροτούν την συμμαχία να ακουστεί η φωνή τους, να αποκτήσουν καθήκοντα και να δείξουν την άλλη διάσταση της ηγεσίας που ο ίδιος προσφέρει ως εναλλακτική λύση του Ταγίπ Ερντογάν.