Οι άνθρωποι παντρεύονται για να αναπαραχθούν. Πρέπει να κάνετε πολλά παιδιά. Ως εκ τούτου, οι γυναίκες πρέπει να ανταποκρίνονται στην πρόσκληση του συζύγου τους να εκπληρώσουν τα συζυγικά τους καθήκοντα. Η γυναίκα πρέπει να είναι αγνή και να υπακούει τον σύζυγο της.»
Αυτές είναι λίγες εκ των παραινέσεων του Αχμέτ Ουνσάλ, του «επικεφαλής της διεύθυνσης θρησκευτικών υποθέσεων» στα κατεχόμενα, που έγιναν σε ομιλία στην κατεχόμενη Αμμόχωστο. Δηλώσεις που προκάλεσαν πλήθος αντιδράσεων και επανέφεραν στην επικαιρότητα το θέμα της προσπάθειας ισλαμοποίησης της τουρκοκυπριακής κοινότητας και της κατεχόμενης περιοχής της Κύπρου από την Τουρκία. Πρόκειται για μια συντονισμένη προσπάθεια που ενισχύεται από την παρουσία θρησκευτικών ταγμάτων, τα οποία, σύμφωνα με τον Τύπο, δραστηριοποιούνται έντονα στα κατεχόμενα.
Η ομιλία του Ουνσάλ έγινε σε σεμινάριο που διοργάνωσε στο τζαμί Πολάτ Πασά στην Αμμόχωστο το «Κέντρο Οικογένειας και Νεολαίας Χαλά Σουλτάν» (HAGEM) του «Γραφείου Θρησκευτικών Υπηρεσιών» της τουρκικής «πρεσβείας» στην κατεχόμενη Λευκωσία, με θέμα: «Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του γάμου στο Ισλάμ».
Στην ομιλία του, ανάμεσα σε άλλα, ο Ουνσάλ αναφέρθηκε στις υποχρεώσεις της γυναίκας στον γάμο και είπε πως σκοπός του γάμου είναι μόνο η τεκνοποίηση, πως η γυναίκα πρέπει να κάνει πολλά παιδιά, να μην παίρνει διαζύγιο, να υπακούει στον άντρα και να είναι αγνή. Το σεμινάριο παρακολούθησαν και νεαρά κορίτσια. Οι δηλώσεις του Ουνσάλ προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων στα κατεχόμενα, από γυναίκες «βουλευτές», πολιτικούς και γυναικείες οργανώσεις.
Αξίζει να σημειωθεί πως κανένα μέλος του «κυβερνώντος» Κόμματος Εθνικής Ενότητας (UBP) και της λεγόμενης κυβέρνησης δεν προέβη σε οποιαδήποτε δήλωση για το θέμα, εκτός από τον ούτω καλούμενο υπουργό συγκοινωνιών και έργων, έποικο Ερχάν Αρικλί, ο οποίος υποστήριξε ότι οι δηλώσεις Ουνσάλ πρέπει να αντιμετωπιστούν με ωριμότητα στο πλαίσιο του δικαιώματος άποψης και έκφρασης και ότι δεν είναι σωστό να τιμωρηθεί για τις απόψεις του.
Ουνσάλ: Απόψεις του ισλάμ
Εξάλλου, σε συνέντευξη του στην εφημερίδα Yeni Düzen μετά τον σάλο που δημιουργήθηκε, ο Ουνσάλ ανέφερε πως οι απόψεις που διατύπωσε στο σεμινάριο δεν ήταν δικές του, αλλά του Ισλάμ.
«Μελετώ το ισλαμικό δίκαιο εδώ και 29 χρόνια. Ο αποδέκτης αυτής της ερώτησης είναι ο Αλλάχ, όχι ο μουφτής», είπε. Υποστήριξε επίσης πως οι απόψεις του διαστρεβλώθηκαν και ότι δεν ασκεί καμία εκπαιδευτική δραστηριότητα η «προεδρία θρησκευτικών υποθέσεων».
Διορισμένος από την Τουρκία
Ο Ουνσάλ διορίστηκε ως επικεφαλής της «προεδρίας θρησκευτικών υποθέσεων» στα κατεχόμενα τον Ιούλιο του 2021, θέση πολιτική που απορρέει από τις μεταρρυθμίσεις του Μουσταφά Κεμάλ στην Τουρκία. Είναι Τούρκος, καθηγητής με ειδίκευση στο Ισλαμικό Δίκαιο.
Η θητεία του ήδη σημαδεύτηκε από αντιδράσεις. Μία από τις πρώτες ενέργειές του ήταν η παύση του Σιακίρ Αλεμντάρ, ιμάμη του Τεκκέ Χαλά Σουλτάν στη Λάρνακα, και αντιπροσώπου στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές της Κύπρου.
Ο Αλεμντάρ είχε αντιδράσει στην παύση του υποστηρίζοντας ότι απώτερος στόχος της απόφασης ήταν να καταστεί ανενεργός ο Τεκκές και στη συνέχεια να φέρουν μέλη της κοινότητας Ισμαήλ Αγά.
Αύξηση στον προϋπολογισμό
Αξίζει να σημειωθεί πως συμπληρωματικό κονδύλι ύψους 23 εκατομμυρίων τουρκικών λιρών (ΤΛ) εγκρίθηκε τους τελευταίους τέσσερεις μήνες του 2022 για τη «διεύθυνση θρησκευτικών υποθέσεων» στα κατεχόμενα, ο προϋπολογισμός της οποίας ανήλθε στα 102.220.320 τουρκικές λίρες (ΤΛ) από τα 79.000.000 ΤΛ μετά από απόφαση του «υπουργικού συμβουλίου».
Το επιπρόσθετο κονδύλι των 23.220.320 ΤΛ αφορά ζητήματα όπως η πληρωμή του ηλεκτρικού ρεύματος τζαμιών, η συντήρηση και επισκευή τζαμιών, αγαθοεργίες και παροχή κοινωνικής και πολιτιστικής βοήθειας, ανέγερση νέου τζαμιού, έξοδα φιλοξενίας, τελετών, εκθέσεων και διοργανώσεων.
Από το οθωμανικό παρελθόν
Υπενθυμίζεται επίσης και η οικοδόμηση του κτηριακού συγκροτήματος (Külliye) στον κατεχόμενο Άγιο Δομέτιο, που πραγματοποιείται μετά από σχετική εξαγγελία του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν και χρηματοδοτείται από την Τουρκία. Το συγκρότημα θα περιλαμβάνει τζαμί, νέο «προεδρικό μέγαρο» και κτήριο «βουλής».
Το «Kulliye» είναι ένα συγκρότημα που αποτελείται από διάφορα κτήρια κοινωφελούς, αλλά και πολιτικής δράσης και προέκυψε με την ανάπτυξη του συστήματος ιδρυτικού δικαίου της ισλαμικής κοινωνίας και της έννοιας της φιλανθρωπίας. Η οικοδόμηση του συγκροτήματος, προκάλεσε τεράστια αντίδραση από οργανωμένα σύνολα της τουρκοκυπριακής κοινότητας που κατήγγειλαν ότι αποτελεί ξένο σώμα τόσο για τη νοοτροπία των Τουρκοκυπρίων όσο και για τον κοσμικό τους χαρακτήρα.
Eποικισμός το «όπλο»
Εξάλλου, ο αρθρογράφος Αζίζ Σαχ έγραψε στην Avrupa πως στόχος των προσπαθειών του Ουνσάλ, δεν είναι οι Τουρκοκύπριοι αλλά οι έποικοι. Σημείωσε χαρακτηριστικά τα εξής ο Σαχ: «[…] Ο έποικος ιμάμης δεν απευθύνθηκε στις Κύπριες γυναίκες. Ο ιμάμης απευθύνθηκε στον πληθυσμό για τον οποίο ο Κουτλού Ανταλί είχε πει ότι ‘ο πληθυσμός έχει μετατραπεί σε Ανατολία με απίστευτη ταχύτητα’. Δεν έχει αντίκρισμα κανένας λόγος που λέτε στο σημείο που φτάσαμε αρνούμενοι την πραγματικότητα του πληθυσμού των εποίκων με τις συντεχνίες του, τα πολιτικά του κόμματα και τις οργανώσεις των πολιτών του. Δεν μπορείτε να μιλάτε για τον πληθυσμό που δεν ξέρουμε τη δημογραφική δομή του. Η εποικιστική αποικιοκρατία χρησιμοποιεί τον πληθυσμό ως όπλο. Για τον λόγο αυτό, ακόμα και τα ποσοστά γεννήσεων-θανάτων είναι μυστικά στην κατεχόμενη περιοχή της Κύπρου. […]».
Παράδεισος για ιμάμηδες
Εξάλλου, δημοσιεύματα αναφέρουν ότι τα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου έχουν μετατραπεί σε παράδεισο για την απασχόληση ιμάμηδων από την Τουρκία και ότι τα τζαμιά στα κατεχόμενα έχουν γεμίσει με πλεονάζον προσωπικό, με τους ιμάμηδες να έρχονται από την Τουρκία μέσω της «προεδρίας θρησκευτικών υποθέσεων». Σημειώνεται μάλιστα ότι σε μερικά τζαμιά υπάρχουν τρεις ή τέσσερις ιμάμηδες. Ο Τύπος ανεβάζει στα 213 τον αριθμό των τζαμιών στα κατεχόμενα και στα 240 άτομα τον συνολικό αριθμό του προσωπικού της «διεύθυνσης θρησκευτικών υποθέσεων», σημειώνοντας ότι οι 120 από αυτούς είναι ιμάμηδες.
Ο τουρκοκυπριακός Τύπος αναφέρεται σε ισλαμικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στα κατεχόμενα και επιχειρούν την ισλαμοποίηση της τουρκοκυπριακής κοινότητας.
Άρθρο της διαδικτυακής εφημερίδας Οzgur Gazete, το οποίο προκάλεσε μεγάλη αντίδραση σημειώνει την παρουσία του «Συλλόγου Αγάπης και Αδελφοσύνης» (SEVKAD), ο οποίος προβαίνει σε ενέργειες, όπως η προσέγγιση παιδιών κάτω των 18 ετών, η πραγματοποίηση συγκεντρώσεων σε διάφορα γραφεία και διαμερίσματα και η παροχή «εκπαίδευσης» σε αυτά, η διανομή φυλλαδίων και διαφημιστικών, η ανάρτηση πανό με τη λέξη «τζιχάντ» σε τζαμιά και η υπόσχεση παροχής καταλύματος σε φοιτητές που έρχονται στα κατεχόμενα.
Εξάλλου, ο αρθρογράφος της Avrupa Αζίζ Σαχ, γράφει ότι SEVKAD είναι η «αλλαγμένη μορφή του ESKAD» που έχει σχέση με την τουρκική «πρεσβεία» στην κατεχόμενη Λευκωσία και υπάρχει στα κατεχόμενα από το 1996. Προσθέτει ότι προηγουμένως είχε έρθει στα κατεχόμενα η οργάνωση RABITA, στην οποία είχε «ανοίξει την πόρτα» ο Ραούφ Ντενκτάς.
Αναφορά στην πολιτική της Τουρκίας για ισλαμοποίηση της κατεχόμενης Κύπρου γίνεται και στην τουρκική εφημερίδα Birgun σε άρθρο της αρθρογράφου Γκιοζντέ Μπεντέλογλου, η οποία σχολιάζοντας τις δηλώσεις Ουνσάλ επισημαίνει ότι η πολιτική της Τουρκίας στην Κύπρο, ιδίως από το 1974 και μετά, στόχο έχει να κάνει την τουρκοκυπριακή κοινότητα πιο «τουρκική» και πιο «μουσουλμανική». «Οι εθνικιστικές-δεξιές κυβερνήσεις της Τουρκίας, συνεχίζει η αρθρογράφος, «λειτουργούσαν πάντα σαν γονέας που επιμένει να προσαρμόζει το δικό του πρότυπο στα ‘βλαστάρια’ του, μη διστάζοντας να υποτιμήσει τη γλώσσα και τις πεποιθήσεις της τουρκοκυπριακής κοινότητας».
Είναι φανερό πως ειδικά από την άνοδο του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στην εξουσία στην Τουρκία επιχειρείται μια προσπάθεια επιβολής ισλαμικών ηθών στα κατεχόμενα. Η προσπάθεια αυτή έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια τόσο από την «προεδρία θρησκευτικών υποθέσεων», όσο και από την δράση των διαφόρων ισλαμικών ταγμάτων που δραστηριοποιούνται στα κατεχόμενα, αλλά και από την «τουρκική πρεσβεία».
Οι ενέργειες αυτές λαμβάνουν χώρα με την ανοχή της λεγόμενης κυβέρνησης και του «υπουργείου παιδείας», που πάντα αλλά ειδικά αυτή την περίοδο, ελέγχονται και εξαρτώνται περισσότερο από ποτέ από την κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) και την Τουρκία.
Οι εν λόγω ενέργειες προκαλούν την έντονη αντίδραση του πιο φιλελεύθερου μέρους της τουρκοκυπριακής κοινότητας που έχει χαρακτήρα μη θρησκευτικό και κοσμικό. Η αντίδραση των πλείστων, όμως, περιορίζεται κυρίως κατά της «κυβέρνησης» και των εκπροσώπων της και όχι κατά της ίδιας της Τουρκίας, που εφαρμόζει την πολιτική της ισλαμοποίησης της κατεχόμενης Κύπρου, όπως και κάθε άλλη πολιτική που σχετίζεται με την τουρκοκυπριακή κοινότητα και την κατεχόμενη περιοχή του νησιού.
Παρά το γεγονός ότι κάποιοι πιστεύουν ότι η ισλαμική διείσδυση απευθύνεται κυρίως στον πληθυσμό των εποίκων, ο οποίος έχει ξεπεράσει τον πληθυσμό των Τουρκοκυπρίων και είναι πιο επιρρεπής στην θρησκεία, η εξέλιξη αυτή είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, διότι η ισλαμική επιρροή ασκείται υπόγεια και χωρίς έλεγχο, ενώ τα αποτελέσματά της θα αρχίσουν σιγά – σιγά να καθίστανται πιο εμφανή σε ολόκληρο τον πληθυσμό που ζει στα κατεχόμενα.
Η αλλοίωση του κοσμικού χαρακτήρα της τουρκοκυπριακής κοινότητας ή τουλάχιστον όσων Τουρκοκυπρίων έχουν απομείνει ή θα απομείνουν στα κατεχόμενα κυπριακά εδάφη μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα, μόνο δυσμενείς συνέπειες μπορεί να έχει στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, στο πλαίσιο ενός ομοσπονδιακού κράτους στο οποίο θα συμβιώνουν αρμονικά οι δύο κύριες εθνικές κοινότητες του νησιού.
*Από τον Κλάδο Τουρκικών Μελετών του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών.
Φιλελεύθερος