Ανδρέας Πογιατζή*
Μια σύντομη ιστορική αναδρομή κρίθηκε απαραίτητη προτού ο αναγνώστης διαβάσει τις πληροφορίες για τις Τουρκικές Δυνάμεις Κατοχής με σκοπό να γίνει ευκολότερα αντιληπτή η διαχρονική επεκτατική πολιτική της Άγκυρας απέναντι στον ελληνισμό.
Σύντομη ιστορική αναδρομή
Η τουρκική πολιτική αμφισβήτησης και διεκδίκησης που εγκαινιάστηκε την δεκαετία του 1970 σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου, έχει ως στόχο μέχρι σήμερα, την μεταβολή του εδαφικού status quo με κεντρικό πυλώνα των τουρκικών διεκδικήσεων, την Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάνης, καθώς και αμφισβήτησης του νομικού καθεστώτος στον θαλάσσιο και εναέριο χώρο που πηγάζει από το Διεθνές Δίκαιο και δη το δίκαιο της θάλασσας (UNCLOS).
Αυτή η πολιτική εμφανίστηκε το 1973 με τις πρώτες διεκδικήσεις σε βάρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας ενώ μετά την εισβολή στην Κύπρο το 1974 είχαμε την πρώτη αμφισβήτηση του εύρους του ελληνικού εθνικού εναερίου χώρου.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις εντάθηκαν εξαιτίας των συνεχώς αυξανόμενων αμφισβητήσεων και διεκδικήσεων της Άγκυρας, με αποκορύφωμα την κρίση του Μαρτίου 1987 και την κρίση των Ιμίων τον Ιανουάριο του 1996.
Οι αυξανόμενες τουρκικές αμφισβητήσεις/ διεκδικήσεις, σταδιακά από το 1973, περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων και την απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση 16 νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, προωθώντας μάλιστα στην πράξη μεθόδους και πρακτικές που αντίκεινται στις θεμελιώδεις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών όπως απειλές πολέμου, συνεχείς παραβιάσεις εθνικού εναέριου χώρου με ή χωρίς οπλισμένα μαχητικά αεροσκάφη και πτήσεις άνωθεν κατοικημένων νησιών.
Η Συνθήκη της Λωζάνης
Η Συνθήκη Ειρήνης που υπεγράφη στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου του 1923 -και την οποία επικαλείται “à la carte” η Άγκυρα για την αποστρατικοποίηση των 16 ελληνικών νησιών- αναφέρει ότι η Τουρκία δεν έχει κανένα έννομο δικαίωμα επί του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τα σημαντικότερα άρθρα της συνθήκης που αφορούν την Κύπρο, είναι τα άρθρα 16, 20 και 21, τα οποία προνοούν μεταξύ άλλων, ότι η Τουρκία παραιτείται κάθε δικαιώματος και τίτλου επί εδαφών που βρίσκονται έξω από τα σύνορα που ορίζει η παρούσα συνθήκη, συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου (άρθρο 16).
Στις 20 Ιουλίου 1974 η Τουρκία με πρόφαση το πραξικόπημα κατά του Αρχιεπισκόπου (και Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας) Μακαρίου του Γ’, εισέβαλε στρατιωτικά στην Κύπρο παραβιάζοντας κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας, περιλαμβανομένου του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Την πρώτη αυτή φάση της τουρκικής εισβολής ακολούθησε και δεύτερη φάση κατά την οποία καταλήφθηκε η πόλη της Αμμοχώστου. Η Τουρκία έθεσε υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή πέραν του 36% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο και κατέχει μέχρι σήμερα.
Στόχος της Άγκυρας επίσης, ήταν και η αλλαγή του ισοζυγίου στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, ώστε να διασφαλιστεί η συμμόρφωση της τουρκοκυπριακής ηγεσίας με την πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης. Με τη μαζική δε μετανάστευση Τουρκοκυπρίων από τις κατεχόμενες περιοχές, ο ολικός αριθμός των Τούρκων στρατιωτών και εποίκων είναι τώρα σύμφωνα με πηγές, μεγαλύτερος από τους εναπομείναντες Τουρκοκύπριους.
Οι Τουρκικές Δυνάμεις Κατοχής αποτυπωμένες σε Διαδραστικό Χάρτη
Στο παρόν άρθρο όπως αναφέρει και ο τίτλος του θα παρουσιαστούν συνοπτικά οι Τουρκικές Δυνάμεις κατοχής με αποτύπωση σε διαδραστικό χάρτη των θέσεων των κυριότερων Κέντρων Διοίκησης αλλά και των κρίσιμων υποδομών τους. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο προέρχονται από ανοιχτές πηγές και ενδέχεται να διαφοροποιούνται με βάση τις ανάγκες και τα σχέδια της Άγκυρας.
Οι ελεύθερες περιοχές τελούν υπό την απειλή ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων που αφενός έχουν την δυνατότητα εξαπόλυσης αιφνιδιαστικής επιθετικής ενέργειας και απόκτησης πιθανών πλεονεκτημάτων εντός μικρού χρονικού διαστήματος αφετέρου ασκούν ψυχολογική βία κατά του Ελληνισμού της Κύπρου προς εξυπηρέτηση των πολιτικών στόχων της Τουρκίας. Στον αντίποδα όπως αρκετές από τις θέσεις των δυνάμεων κατοχής είναι εντός του βεληνεκούς του πυροβολικού της Εθνικής Φρουράς το οποίο με τα σύγχρονα μέσα που διαθέτει ξεπερνά τα 30 χιλιόμετρα.