Ευφορία στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, και αγωνία σε όσους κληθούν να τις αντιμετωπίσουν θα προκαλέσει η αγορά του ισραηλινού οπλικού συστήματος Spike Nlos από την Ελλάδα, μετά την απόφαση του ΚΥΣΕΑ στην πρωινή συνεδρίαση. Σημειώνεται ότι πριν λίγες μέρες, ο επικεφαλής της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας ανακοίνωσε πως ο τουρκικός στρατός αρχίζει να παραλαμβάνει τα δικά του αμφίβια τεθωρακισμένα οχήματα, αντίστοιχα με αυτά που πρόκειται να προμηθευτεί ο ελληνικός στρατός. Ωστόσο, οι Τούρκοι θα έχουν μπροστά τους έναν θανάσιμο αντίπαλο σύμφωνα με εμπειρογνώμονες στα εξοπλιστικά.
ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΠΗΓΗ IN.GR
Ειδικότερα, μιλώντας στο in ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (IAAA-ISDA) Περικλής Ζορζοβίλης αναφέρει πως εάν τοποθετηθεί σε ένα νησί μπορεί να χτυπήσει στόχους σε ξηρά και θάλασσα με την ίδια ευκολία. Ένα δεύτερο πολύ σοβαρό πλεονέκτημα είναι ότι μπορεί να πλήξει στόχους μέχρι και 50 χλμ. σύμφωνα με τον κ. Ζοργοβίλη. «Μπορεί να προσβάλει στόχους, είτε άρματα μάχης, είτε οχήματα ή πλοία σε μεγάλες αποστάσεις, μέχρι 50 χιλιόμετρα.
“Αυτά τα νούμερα είναι πρωτόγνωρα για την ελληνική πραγματικότητα καθώς μέχρι τώρα ο ελληνικός στρατός διέθετε πυραύλους με βεληνεκές τα 4,5 έως 5 χλμ.» λέει. Οι πύραυλοι αυτοί θα τοποθετηθούν σε κανονιοφόρους και σκάφη ανορθόδοξου πολέμου. Ένας άλλος αριθμός θα εξοπλίσει τα ελληνικά ελικόπτερα Απάτσι καθώς και επίγεια συστήματα (οχήματα)
Ακόμα και από εφαρμογή σε κινητά
Δεδομένης και της λειψανδρίας που μαστίζει τη χώρα, είναι ένα σύστημα που δεν έχει την ανάγκη μεγάλου προσωπικού, αλλά ούτε από άλλα συστήματα, καθώς μπορεί να εντοπίζει στόχους μόνο του. «Είναι ένα εντελώς αυτόνομο οπλικό σύστημα που χρησιμοποιεί και μη επανδρωμένα σκάφη», λέει στο ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας.
Όπως έχει σημειώσει και ο καθηγητής Γεωπολιτικής και Σύγχρονων Στρατιωτικών Τεχνολογιών, διευθυντής του Τομέα Θεωρίας και Ανάλυσης Πολέμου στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων Κώστας Γρίβας η ικανότητά τους να προσβάλουν πολλά είδη στόχων συνδυάζεται με το ότι μπορεί να μεταφερθούν από πολλά είδη φθηνών πλατφορμών, ακόμα και αγροτικά.
«Σκεφτείτε για παράδειγμα εθνοφύλακες που εντοπίζουν κάποιον εχθρικό στόχο πλησίον (στην θάλασσα ή τον αέρα) ή και πάνω σε ένα νησί του Αιγαίου. Χρησιμοποιώντας ακόμη και μια ειδικευμένη εφαρμογή πάνω στα κινητά τους τηλέφωνα μπορούν να περάσουν την πληροφορία αυτή ή σε ταχύπλοο σκάφος ή σε μια χερσαία ομάδα οπλισμένη με Spike NLOS κι αυτή ή αυτή να εξαπολύσει πυραύλους προς την περιοχή του στόχου και μετά τη δουλειά την κάνει ο ίδιος ο πύραυλος και ο απόσταση χειριστής του».
Πώς θα απαντήσουν οι Τούρκοι
Αναμφίλεκτα πρόκειται για ένα όπλο στο οποίο ο τουρκικός στρατός δεν μπορεί να αντιπαραβάλει κάτι συγκεκριμένο. «Η απάντηση σε αυτό το όπλο δεν είναι μονοσήμαντη, δηλαδή δεν μπορείς να πεις ότι παίρνεις έναν πύραυλο για να το χτυπήσεις» λέει ο κ. Ζοργοβίλης.
Το μεγάλο πρόβλημα για τους Τούρκους είναι ότι θα έχουν να αντιμετωπίσουν έναν αόρατο εχθρό που θα μπορεί να τους πλήξει με εξαιρετικά μεγάλη ακρίβεια. «Τα τουρκικά αποβατικά θα μπορούν να χτυπηθούν εύκολα με υψηλή ακρίβεια. Φανταστείτε ένα σύμπλεγμα ελληνικών νησιών εξοπλισμένο με τέτοια όπλα, θα δημιουργηθεί μεγάλο θέμα στους Τούρκους» υποστηρίζει ο κ. Ζοργοβίλης «καθώς θα προσβάλλονται από μη αναμενόμενες κατευθύνσεις».
Όπως εκτιμούν τα Στελέχη του Στρατού Ξηράς οι Spike Nlos αποτελούν ιδανικό οπλικό σύστημα για το περιβάλλον του Αιγαίο αφού δημιουργεί μια «ασπίδα» μεγάλου βάθους γύρω από τα ελληνικά νησιά. Ουσιαστικά οι Ισραηλινοί πύραυλοι μετατρέπουν κάθε θαλάσσια περιοχή γύρω από τα ακριτικά μας νησιά σε «No Access Zone» είτε στον αέρα για εχθρικά ελικόπτερα είτε στη θάλασσα για αποβατικά σκάφη αλλά και μεγαλύτερες Μονάδες του εχθρικού στόλου.
Πράγματι, όπως τονίζει ο κ. Ζοργοβίλης όλο το ανατολικό Αιγαίο θα μετατραπεί σε μια τεράστια περιοχή άρνησης πρόσβασης. Οι Τούρκοι καλούνται να προσαρμοστούν και να αλλάξουν πλέον τακτικές, να βρουν αντίμετρα και να εντοπίσουν που βρίσκονται αυτά τα συστήματα. Γι’ αυτό και θα υποχρεωθούν σύμφωνα με τον πρόεδρο του IAAA να δαπανήσουν, πόρους, χρόνο και προσωπικό, για να τα αντιμετωπίσουν, να αλλάξουν τακτικές και σχεδιασμούς».