Ισραηλινοί αναλυτές εκτιμούν ότι, παρασκηνιακά, ήδη διαφαίνονται τουρκικές παρεμβολές προκειμένου να αναζωογονηθούν μέσω Αιγύπτου οι έμμεσες επαφές Ισραήλ-Χαμάς.
Ισραηλινοί κυβερνητικοί κύκλοι επιμένουν ότι το ζήτημα της Γάζας πρέπει να περιμένει την ανάληψη των καθηκόντων του Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου 2025.
Γράφει ο Γαβριήλ Χαρίτος, Deutsche Welle
Η πρόσφατη συμφωνία εκεχειρίας στον Νότιο Λίβανο χαρακτηρίζεται από τις πολλές πρωτοτυπίες της. Το διάγγελμα του Νετανιάχου που προεξοφλούσε τη συγκατάθεση του Ισραήλ, μεταδόθηκε προτού εγκριθεί η συμφωνία επίσημα από το υπουργικό συμβούλιο. Αντίστοιχη τακτική εφάρμοσε και ο λιβανέζος ομόλογός του Νατζίμπ Μικάτι. Πράγματι, οι διαπραγματεύσεις ήταν κοπιώδεις, γεγονός που αιτιολογεί τα αλλόκοτα πρωθύστερα και τα άστατα χρονοδιαγράμματα. Παρ’ όλα αυτά, η βασική πρωτοτυπία στην όλη διαδικασία συνίσταται στο ό,τι τόσο στο Ισραήλ και στον Λίβανο όσο και διεθνώς, ακόμα και μετά τα διαγγέλματα των Νετανιάχου και Μπάιντεν, διατηρείται μέχρι σήμερα μία αίσθηση σχετικής άγνοιας ως προς το τι ακριβώς συμφωνήθηκε.
Από τη μια, το διάγγελμα του ισραηλινού πρωθυπουργού αναλώθηκε στην απαρίθμηση των στρατιωτικών επιτευγμάτων από την έναρξη του πολέμου, τονίζοντας ότι «η παραμικρή παραβίαση της εκεχειρίας από την Χεζμπολάχ, θα απαντηθεί δυναμικά». Από την άλλη, το διάγγελμα Μπάιντεν, πέραν της αισιοδοξίας του, όχι μόνο δεν συμπλήρωνε τα κενά πληροφόρησης, αλλά δημιουργούσε πρόσθετα ερωτήματα, ενώ συγχρόνως, το Παρίσι επέλεξε την δημόσια σιωπή. Και ενώ παραμένει διάχυτη η απαισιοδοξία στην ισραηλινή κοινή γνώμη ως προς την αποτελεσματικότητα της εκεχειρίας ήδη διανύεται η πρώτη της εβδομάδα, με την κατάσταση στον Νότιο Λίβανο να παραμένει έκρυθμη.
Οι ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες της συμφωνίας
Λίγες ώρες μετά το διάγγελμα Μπάιντεν, το κλίμα της γενικότερης άγνοιας επιχείρησε να διασκεδάσει αξιωματούχος του Λευκού Οίκου, παραχωρώντας συνέντευξη Τύπου με τηλεδιάσκεψη, υπό τον όρο της ανωνυμίας. Παραδόξως, όσα ενδιαφέροντα αναδείχθηκαν στη συγκεκριμένη συνέντευξη Τύπου, δεν αναδείχθηκαν από τα ισραηλινά και λιβανικά ΜΜΕ, παρότι τα πρακτικά της αναρτήθηκαν στην επίσημη ιστοσελίδα του Γραφείου Τύπου του Λευκού Οίκου από το βράδυ της 26ης Νοεμβρίου. Μιλώντας στην DW, κύκλοι του Πρωθυπουργικού Γραφείου στην Ιερουσαλήμ δεν απέκλεισαν το ενδεχόμενο ότι η καθαυτή πραγματοποίηση της συγκεκριμένης «διευκρινιστικής» συνέντευξης προκλήθηκε κατόπιν έμμεσης ισραηλινής κινητοποίησης, με κύρια αφορμή την αναφορά Μπάιντεν περί ενδεχόμενης τουρκικής ανάμιξης στην επίτευξη εκεχειρίας στο ανοιχτό μέτωπο της Γάζας – γεγονός που φέρεται αρχικά να θορύβησε τους Ισραηλινούς.
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο του Λευκού Οίκου, τα ισραηλινά στρατεύματα θα αρχίσουν να αποχωρούν από τον Νότιο Λίβανο μόνο όταν θα αρχίσει ο τακτικός λιβανικός στρατός να ανακαταλαμβάνει τις θέσεις του. Δεν ορίζεται συγκεκριμένη ημερομηνία έναρξης αυτής της διαδικασίας επειδή «είναι εκ των πραγμάτων αδύνατον να γίνει αμέσως». Ωστόσο, διευκρινίζεται ότι από την 50η μέρα της εκεχειρίας και εντεύθεν, οι Ισραηλινοί αναμένεται να βρίσκονται στο τελικό στάδιο της απόσυρσης. Μέχρι στιγμής όμως δεν σημειώθηκε καμία σχετική κινητικότητα του λιβανικού στρατού.
Το σημαντικό νέο στοιχείο της παρούσας συμφωνίας, σε σύγκριση με όσα όριζε η απόφαση 1701/2006 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, έγκειται στο ό,τι η Χεζμπολάχ θα κληθεί να αποσυρθεί και σε περιοχές που βρίσκονται βορείως του ποταμού Λιτάνι. Προφανώς αυτή είναι και η αιτία που ο ισραηλινός στρατός αφέθηκε να ελέγχει περιοχές πέραν της βόρειας όχθης του ποταμού.
Ένα πρόσθετο λεπτό σημείο που επηρεάζει σημαντικά την εφαρμογή της συμφωνίας είναι η πρόβλεψη ότι ο λιβανικός στρατός θα πρέπει να λάβει την έγκριση της κυβέρνησης της Βηρυτού για τις κινήσεις του επί του πεδίου. Για αυτόν τον λόγο επισπεύσθηκε για τις 9/12 η συνεδρίαση του λιβανικού κοινοβουλίου προκειμένου να εκλεγεί νέος Πρόεδρος της χώρας, τερματίζοντας έτσι μία διετία υπηρεσιακών κυβερνήσεων με περιορισμένες συνταγματικές αρμοδιότητες.
Ο ρόλος της Τουρκίας
Σε αντίθεση με όσα είχαν διαρρεύσει περί σχηματισμού πολυεθνικής δύναμης που θα δρα παράλληλα με την UNIFIL, εν τέλει συμφωνήθηκε ότι Αμερικανοί και Γάλλοι στρατιωτικοί και διπλωμάτες θα κληθούν να κρίνουν τυχόν καταγγελίες παραβίασης της εκεχειρίας, συνδράμοντας παράλληλα τον τακτικό λιβανικό στρατό στην διαδικασία ανάκτησης του ελέγχου της περιοχής. Παρότι δεν πρόκειται να αναπτυχθούν αμερικανικά στρατεύματα στον Νότιο Λίβανο, δεν αποκλείσθηκε η «παροχή στρατιωτικής συνδρομής» των ΗΠΑ εάν παραστεί ανάγκη, «πάντα όμως σε συνεννόηση με την Γαλλία ». Από την άλλη, συμφωνήθηκε η σύσταση μίας «Στρατιωτικής Τεχνικής Επιτροπής» («Military Technical Committee – MTC») στην οποία θα συμμετέχουν «και άλλες χώρες» που δεν κατονομάζονται. Η MTC θα παράσχει «εκπαίδευση και άλλες τεχνικές διευκολύνσεις» στον λιβανικό στρατό όταν αυτός θα κληθεί να αφοπλίσει την Χεζμπολάχ, να καταστρέψει τις στρατιωτικές της εγκαταστάσεις και να κατασχέσει τον οπλισμό της. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι καμία «άλλη χώρα» (πέραν των ΗΠΑ και της Γαλλίας) δεν δηλώνει πρόθυμη να συμμετάσχει στη συγκεκριμένη επιτροπή.
Τέλος, είναι ξεκάθαρο ότι οι αρχικές ισραηλινές αντιρρήσεις για τον (σημαντικό όπως αποδεικνύεται) ρόλο της Γαλλίας στη συμφωνία έχουν καμφθεί. Οι Ισραηλινοί έλαβαν ως αντάλλαγμα την απόφαση της γαλλικής κυβέρνησης να μην εφαρμόσει το ένταλμα σύλληψης κατά του Νετανιάχου «επειδή χαίρει πρωθυπουργικής ασυλίας». Ωστόσο, καθίσταται σαφές ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η Χεζμπολάχ αποφασίσει να μην συμμορφωθεί στους όρους της εκεχειρίας – τη στιγμή μάλιστα που το στρατιωτικό της σκέλος δεν την συνυπέγραψε και, παράλληλα, το πολιτικό της σκέλος συμμετέχει στην λιβανική κυβέρνηση – ολόκληρο το πλαίσιο εκεχειρίας, μοιραία τίθεται εν αμφιβόλω.
Στην ίδια συνέντευξη Τύπου (26/11), ο ανώνυμος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου κλήθηκε να διευκρινίσει τι εννοούσε ο Πρόεδρος Μπάιντεν στο διάγγελμά του περί «τουρκικής ανάμιξης» σε επικείμενη εκεχειρία στη Γάζα. Προσπαθώντας να διασκεδάσει τις εντυπώσεις δήλωσε: «Θεωρώ ότι ο Πρόεδρος Μπάιντεν ότι στην Τουρκία βρίσκονται συγκεκριμένα άτομα και παράγοντες» που μπορούν να διαμεσολαβήσουν. Πρόσθεσε ότι η σχετική αναφορά «δεν προσδίδει στην Τουρκία ρόλο διαμεσολαβητή», διευκρινίζοντας ότι αποτέλεσε σχήμα λόγου για να τονιστεί «ότι θα καταβληθεί κάθε πιθανή προσπάθεια για εκεχειρία και στη Γάζα».
Παρ’ όλα αυτά, ισραηλινοί αναλυτές εκτιμούν ότι, παρασκηνιακά, ήδη διαφαίνονται τουρκικές παρεμβολές προκειμένου να αναζωογονηθούν μέσω Αιγύπτου οι έμμεσες επαφές Ισραήλ-Χαμάς. Από την άλλη, ισραηλινοί κυβερνητικοί κύκλοι επιμένουν ότι το ζήτημα της Γάζας πρέπει να περιμένει την ανάληψη των καθηκόντων του Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου 2025.