Tι αναφέρουν κινεζικά και τουρκικά ΜΜΕ:
”Στις 9 Ιουλίου, δύο πρώτα εμπορευματικά τρένα αναχώρησαν από τις κινεζικές πόλεις Τσονγκτσίνγκ και Τσενγκντού με προορισμό την Τουρκία, εγκαινιάζοντας μια νέα φάση στη μεταφορική κίνηση μεταξύ Κίνας και Ευρώπης μέσω του Μεσαίου Διαδρόμου. Όπως ανακοίνωσε ο Τούρκος υπουργός Μεταφορών και Υποδομών Αμπντουλκαντίρ Ουραλόγλου, τα δρομολόγια αυτά εντάσσονται στο πλαίσιο της συμφωνίας μεταξύ της τουρκικής εταιρείας Pacific Eurasia και των Κινεζικών Κρατικών Σιδηροδρόμων, που υπεγράφη στο Φόρουμ Παγκόσμιων Μεταφορικών Διαδρόμων στην Κωνσταντινούπολη.
Η νέα σιδηροδρομική σύνδεση δεν είναι απλώς ένα τεχνικό επίτευγμα. Αποτελεί συμβολή στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου Δρόμου του Μεταξιού, που αλλάζει τους κανόνες του παγκόσμιου εμπορίου. Τα τρένα διανύουν περίπου 3.500 χιλιόμετρα εντός Κίνας, περνούν από Κεντρική Ασία και μέσω του περάσματος της Κασπίας φτάνουν στην Τουρκία, προτού συνεχίσουν προς την Ευρώπη.
Το Μεσαίος Διάδρομος (Middle Corridor), σε αντίθεση με το Βόρειο Διάδρομο που περνά από τη Ρωσία, προσφέρει μια στρατηγική εναλλακτική που μειώνει τους γεωπολιτικούς κινδύνους και τους χρόνους μεταφοράς.
Μεταφέρει όχι μόνο προϊόντα, αλλά και ένα ισχυρό μήνυμα: η Τουρκία φιλοδοξεί να καταστεί κόμβος μεταξύ Ασίας και Ευρώπης.
Ποιες είναι οι ωφέλειες για την Τουρκία και την περιοχή;
Η Τουρκία έχει επενδύσει περίπου 300 δισεκατομμύρια δολάρια την τελευταία 20ετία σε μεταφορικές και τηλεπικοινωνιακές υποδομές, αυξάνοντας το μήκος του σιδηροδρομικού της δικτύου σε 13.919 χιλιόμετρα (εκ των οποίων 2.251 χιλιόμετρα είναι γραμμές υψηλής ταχύτητας).
Ο υπουργός Ουραλόγλου τόνισε ότι το τουρκικό δίκτυο αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι για την επιτυχία του Μεσαίου Διαδρόμου, επιτρέποντας τη συνεχή ροή εμπορευμάτων από Κίνα προς Ευρώπη.
Στόχος είναι να εκτελούνται περίπου 1.000 δρομολόγια ετησίως, φέρνοντας έσοδα, επενδύσεις και κύρος.
Επιπλέον, ενισχύεται η ανθεκτικότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας σε περιόδους κρίσης, καθώς δημιουργούνται εναλλακτικές διαδρομές για τη μεταφορά εμπορευμάτων πέρα από τις παραδοσιακές οδούς.
Ποιους εξυπηρετεί αυτή η νέα γραμμή;
- Την Κίνα, που αναζητά ταχύτερες και ασφαλέστερες διόδους προς την ευρωπαϊκή αγορά.
- Την Τουρκία, που ενισχύει την οικονομική και γεωπολιτική της θέση.
- Τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, που αποκτούν καλύτερη πρόσβαση στο διεθνές εμπόριο.
- Την Ευρώπη, που μπορεί να επωφεληθεί από διαφοροποιημένες διαδρομές εισαγωγής προϊόντων.
Ακόμη, το εγχείρημα έχει σημασία και σε επίπεδο κλιματικής πολιτικής, αφού η σιδηροδρομική μεταφορά έχει χαμηλότερο αποτύπωμα άνθρακα σε σχέση με τις αερομεταφορές ή τις θαλάσσιες μεταφορές μεγάλων αποστάσεων.”
Αναλυτικά τι σημαίνουν όλα αυτά
Η Τουρκία εξελίσσεται σε βασικό κόμβο μέσω του Middle Corridor, συνδυάζοντας σιδηροδρομικά και πολιτικά έργα για να ενισχύσει τη διασύνδεση Ευρώπης, Ασίας και Κεντρικής Ασίας
Η Τουρκία επενδύει δυναμικά στο στρατηγικό σχέδιο του Middle Corridor, επιδιώκοντας να εξελιχθεί σε βασικό διαμετακομιστικό κέντρο ανάμεσα σε Ευρώπη και Ασία.
Ο διάδρομος αυτός διασυνδέει σιδηροδρομικά την Κίνα και τα τουρκικά κράτη της Κεντρικής Ασίας με την Τουρκία και μέσω αυτής με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενισχύοντας τις εμπορικές και πολιτικές της επιρροές.
Τουρκία: Τα νέα σιδηροδρομικά deal Κεντρικής Ασίας
Τον Οκτώβριο του 2025, η Τουρκία συμφώνησε με το Ιράν και το Αφγανιστάν για την ενίσχυση ενός φιλόδοξου διακρατικού σιδηροδρομικού διαδρόμου, ο οποίος θα συνδέσει τις σιδηροδρομικές υποδομές της Μέσης Ανατολής, της Ευρώπης και της Ανατολικής Ασίας μέσω της επέκτασης της γραμμής Khaf–Herat έως τη Mazar-i-Sharif.
Η συνάντηση κορυφής που πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα στο πλαίσιο του 36ου Περιφερειακού Συνεδρίου της Διεθνούς Ένωσης Σιδηροδρόμων (UIC), είχε σαν αντικείμενο την ενδυνάμωση της τριμερούς συνεργασίας για την ανάπτυξη και επέκταση σιδηροδρομικών δικτύων. Οι τρεις χώρες έδωσαν έμφαση στη διασύνδεση σιδηροδρομικών δικτύων με την Κίνα, μέσω του Αφγανιστάν, ενώ τόνισαν τα εμπορικά οφέλη και την ευνοϊκή κομβική θέση του προτεινόμενου διαδρόμου.
Συμφωνήθηκε από κοινού η χρηματοδότηση, ο σχεδιασμός και η κατασκευή της επέκτασης Herat–Mazar-i-Sharif, με αξιοποίηση τεχνογνωσίας και ανθρώπινων πόρων και από τις τρεις χώρες. Έγινε ιδιαίτερη μνεία στις προσπάθειες αύξησης του όγκου των εμπορευματικών μεταφορών μέσω της υφιστάμενης γραμμής Khaf–Herat, ενώ οι κυβερνήσεις δεσμεύθηκαν να ενισχύσουν περιφερειακά σιδηροδρομικά δίκτυα, υπογράφοντας μνημόνιο συνεργασίας για κοινή δράση. Τελικός στόχος είναι η μετατροπή της γραμμής σε ανταγωνιστικότατη εμπορική διέξοδο, που θα επιταχύνει την περιφερειακή ανάπτυξη και θα ενισχύσει τη θέση της Τουρκίας, του Ιράν και του Αφγανιστάν στη διεθνή σκακιέρα των εμπορευματικών διαδρομών.
Επανεκκίνηση σιδηροδρόμου: Τουρκία και περιφερειακή διασύνδεση
Ο υπουργός σιδηροδρόμων του Πακιστάν επισήμανε πως “στόχος είναι η επανέναρξη της γραμμής Ισλαμαμπάντ-Τεχεράνη-Κωνσταντινούπολη έως το τέλος του έτους, μετά από τεχνικές διαπραγματεύσεις και επίλυση επιχειρησιακών θεμάτων”.
Η συνεργασία με Ουζμπεκιστάν και Καζακστάν θα επιτρέψει τη διεύρυνση του διαδρόμου προς την Κεντρική Ασία και τη Ρωσία. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην επιτάχυνση των διαδικασιών, την αύξηση του εμπορικού όγκου και την αναβάθμιση υποδομών, καθιστώντας την Τουρκία κομβικό σημείο σύνδεσης τριών ηπείρων.
Τουρκία: Εργασία & άνοιγμα σε τουρκογενείς χώρες
Η Τουρκία απλοποιεί τις διαδικασίες πρόσληψης για πολίτες κρατών του τουρκογενούς κόσμου, ενισχύοντας τις περιφερειακές συνεργασίες και το δυναμικό της ανταγωνιστικότητας. Με νέα νομοθετικά μέτρα, μειώνεται σημαντικά η γραφειοκρατία για άδειες εργασίας και παραμονής ενώ παραμένουν τα ποιοτικά και ασφαλιστικά κριτήρια.
Στόχος είναι η αύξηση της κινητικότητας ειδικευμένου εργατικού δυναμικού και η ενίσχυση του Οργανισμού Τουρκικών Κρατών, παράλληλα με το όραμα της Τουρκίας για στενότερη οικονομική διασύνδεση εντός της ζώνης του Middle Corridor.
Όλα για τον Middle Corridor και την Τουρκία
Ο “Middle Corridor” εξελίσσεται σε κρίσιμο άξονα διασύνδεσης Ευρώπης-Ασίας, με την Τουρκία να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο ως γεωοικονομικός και γεωπολιτικός κόμβος. Η πρωτοβουλία αυτή προωθείται εντός ενός περιβάλλοντος αυξημένης μεταβλητότητας στις διεθνείς σχέσεις, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, και την ανάγκη αποφυγής παραδοσιακών διαδρομών εμπορίου μέσω Ιράν και Ρωσίας.
Η Τουρκία, αξιοποιώντας τη στρατηγική γεωγραφία, υλοποιεί έργα σιδηροδρομικά, λιμενικά και οδικά που ενισχύουν τη δυνατότητα εναλλακτικών διόδων προς τη Δύση, ενώ ταυτόχρονα προωθεί πολιτικές ενίσχυσης περιφερειακής συνεργασίας και αγοράς εργασίας. Η σιδηροδρομική διασύνδεση με το Ιράν, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και τους τουρκικούς λαούς της Κεντρικής Ασίας διαμορφώνει νέα δεδομένα για τις ροές εμπορευμάτων, καθιστώντας τον Middle Corridor ελκυστικότερο για την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλα διεθνή κέντρα.
Οι επενδύσεις σε υποδομές και η ένταξη νέων χωρών στον διάδρομο αυξάνουν τις δυνατότητες διαφόρων μορφών μεταφορών, ενώ η εκκίνηση ευνοϊκών νομοθετικών πλαισίων για εργαζόμενους ενισχύει την περιφερειακή ενσωμάτωση.
Ο Middle Corridor αναδεικνύεται ως σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στον παγκόσμιο χάρτη, μειώνοντας τους κινδύνους εξάρτησης και αυξάνοντας τις ευκαιρίες ανάπτυξης για την Κεντρική Ασία, την Τουρκία και τους εταίρους της. Παράλληλα, συμβάλλει στη διαφοροποίηση των εμπορικών οδών, ενισχύει την οικονομική ανθεκτικότητα της περιοχής και προάγει την ειρηνική συνύπαρξη μέσω διαρκούς περιφερειακής συνεργασίας.
Ο μετασχηματισμός της Τουρκίας σε εγγυητή διασύνδεσης και ανάπτυξης αναδεικνύει τη στρατηγική σημασία της χώρας, όχι μόνο ως γέφυρα αλλά και ως βασικό διαμορφωτή των δυναμικών της Ευρασίας. Οι προοπτικές του διαδρόμου δρομολογούνται ως επιλογή βιώσιμης ανάπτυξης, εδραιώνοντας τη θέση της Τουρκίας στην παγκόσμια πολιτικοοικονομική πραγματικότητα και ανοίγοντας νέους ορίζοντες για τις χώρες της ζώνης Middle Corridor.
Ο ρόλος του IMEC
Σε αυτό το πλαίσιο και μετά από πολύχρονη απουσία αντιδράσεων, η ελληνική πλευρά αναγνώρισε πρόσφατα τη σημασία της Ινδίας, της μεγαλύτερης σήμερα δημοκρατίας στην υφήλιο, όχι μόνο στον παγκόσμιο γεωπολιτικό και οικονομικό χάρτη, αλλά ιδιαίτερα, όσον αφορά στην επέκταση και εμπλουτισμό των διμερών μας σχέσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά και ο υπουργός Εξωτερικών κ. Γιώργος Γεραπετρίτης, έχουν επισκεφθεί επίσημα την Ινδία, μέσα στην τελευταία διετία, όπως άλλωστε και ο ινδός Πρωθυπουργός κ. Ναρέντρα Μόντι, έχει έρθει στη χώρα μας.
Για τον λόγο αυτό λοιπόν και δεδομένου ότι αναγνωρίζεται πλέον η σημασία της Ινδίας στη διμερή μας διάσταση, προχωρήσαμε στη σύναψη και στρατηγικής σχέσης με τη σημαντική αυτή χώρα της Ασίας, με πληθυσμό 1,5 δισ., που σήμερα κατέχει την τέταρτη θέση στο παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα, ενώ αναμένεται ότι θα ανέλθει στην τρίτη περί το έτος 2030.
Ομως και από πλευράς μας θα πρέπει να παρουσιασθεί ένα δημιουργικό ενδιαφέρον στον τομέα των λιμένων, όπου η ελληνική πλευρά θα είχε κάθε συμφέρον να αξιολογήσει τη συμμετοχή της στον σχεδιασμό αυτό του IMEC, με την συμπερίληψη ενός λιμένα, που θα προσελκύσει το ενδιαφέρον σοβαρών ινδών παικτών στον τομέα αυτό, όπως το συγκρότημα Adani.
Ο λιμένας αυτός, κατάλληλα προσαρμοζόμενος, θα μπορούσε να γίνει ελληνική πύλη των ινδικών προϊόντων προς την Ανατολική Ευρώπη.
Η εξέλιξη αυτή, θα αναδείξει και την ανάγκη ευρύτερου συντονισμού υπουργείων και φορέων. Δεν θα είναι άλλωστε η πρώτη φορά που καθίσταται αναγκαία η συνεργασία περισσότερων του ενός φορέων, για την αντιμετώπιση περίπλοκων προβλημάτων ή για την επίτευξη φιλόδοξων στόχων.
Οσον αφορά στην οικονομική συνεργασία Ελλάδος και Ινδίας, ήδη, έχουν κάνει την εμφάνισή τους στη χώρα μας, αρκετές ινδικές επιχειρήσεις που ερευνούν την ελληνική αγορά, με σημαντικότερη, μέχρι στιγμής, την παρουσία της GMR, που μαζί με την ΤΕΡΝΑ, έχουν αναλάβει την κατασκευή και λειτουργία του νέου αεροδρομίου στο Καστέλι της Κρήτης.
Ενας άλλος τομέας που θα πρέπει να αξιολογηθεί κατάλληλα είναι αυτός του τουρισμού. Με την προοπτική της απευθείας σύνδεσης της Ελλάδος με την Ινδία από τις αρχές του 2026, πρώτα με την ινδική αεροπορική εταιρία Indigo και στη συνέχεια, λίγους μήνες αργότερα, με δρομολόγια της Aegean, η εξέλιξη αυτή αναμένεται να επηρεάσει σοβαρά τον αριθμό των ινδών επισκεπτών στη χώρα μας.
Αυτό θα σημάνει, πρώτα απ’ όλα, την ανάγκη ουσιαστικής ενίσχυσης των πρεσβευτικών και προξενικών μας αρχών στην Ινδία και την έγκαιρη θέση σε λειτουργία του νέου Γενικού Προξενείου της Ελλάδος στη Βομβάη, προκειμένου να αντιμετωπίσουν ενεργά και φιλικά τις νέες αυτές τουριστικές ροές, ενός χώρου όπου 150 με 200 εκατομμύρια Ινδοί ταξιδεύουν σήμερα κατ’ έτος, εκτός της χώρας των, για αναψυχή και επίσκεψη συγγενών.
Ο IMEC δεν είναι ένα ακόμα σχέδιο υποδομών. Είναι η προσπάθεια της Δύσης και των στρατηγικών εταίρων της να διαμορφώσουν έναν διάδρομο σταθερότητας, ενέργειας και εμπορίου, που θα λειτουργεί ως αντίβαρο στις σινικές και ρωσικές επιρροές της πρωτοβουλίας «Belt and Road» («Μία ζώνη ένας δρόμος», η παγκόσμια στρατηγική ανάπτυξης, που υιοθέτησε η Κίνα το 2013 επενδύοντας σε σχεδόν 70 χώρες). Και τώρα, η σταθεροποίηση της Γάζας αποτελεί το κομβικό κλειδί, που θα επιτρέψει την υλοποίησή του.
Απέναντι σε αυτή την προοπτική η Τουρκία αντιδρά λυσσαλέα. Ο Ερντογάν βλέπει ότι ο IMEC παρακάμπτει τη χώρα του στερώντας της τον ρόλο του διαμετακομιστικού «μονοπωλίου» που επί δεκαετίες αξιοποιούσε. Προσπαθεί να επιβάλει εναλλακτικό διάδρομο, που θα περνά μέσα από τουρκικό έδαφος. Όμως η Άγκυρα έχει χάσει την αξιοπιστία της: Η ρήξη της με το Ισραήλ, οι σχέσεις της με το Ιράν και η ψυχρότητα με την Ινδία, λόγω της υποστήριξης του Ερντογάν στο Πακιστάν, την έχουν απομονώσει από τους βασικούς εταίρους του σχεδίου.
Ο νέος οικονομικός χάρτης της περιοχής χαράσσεται χωρίς την Τουρκία και αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο γεωπολιτικό πλήγμα για τον νεοοθωμανισμό του Ερντογάν. Αντιθέτως, η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν τη μοναδική ευκαιρία να μετατραπούν σε πυλώνες της ευρωπαϊκής σύνδεσης με την Ινδία και τον Αραβικό Κόλπο, αξιοποιώντας στο έπακρο την ειρήνη που γεννά η εκεχειρία στη Γάζα.
Η Ανατολική Μεσόγειος, τα ενεργειακά της κοιτάσματα και τα νέα έργα διασύνδεσης καθίστανται κρίσιμοι παράγοντες.
Η είσοδος των Αμερικανικών κολοσών εξόρυξης στην Ελληνική επικράτεια, η πρόσφατη συνάντηση στην Αθήνα για την ενέργεια και τον κάθετο διάδρομο με τη συμμετοχή πλείθους αμερικανών αξιωματούχων, η πιθανή εξόρυξη υδρογονανθράκων στην Κύπρο και στην Ελλάδα, η αναθέρμανση του έργου Great Sea Interconnector (ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ) και η ενίσχυση της περιφερειακής συνεργασίας συνδέονται άμεσα με την ανάγκη της Ευρώπης για ενεργειακή διαφοροποίηση και σταθερότητα και το ενδιαφέρον των αμερικανών για την περιοχή και προμήθεια της Ευρώπης με LNG.
Στο γεωπολιτικό πλαίσιο, η θεωρία Rimland, που θέλει τις περιμετρικές περιοχές της Ευρασίας ως το κλειδί της παγκόσμιας ισχύος, αναβιώνει.
Ο IMEC λειτουργεί ως δυτικός διάδρομος επιρροής που ανταγωνίζεται το κινεζικό BRI και ενισχύει τη σημασία της Μεσογείου – και ιδιαίτερα της Ελλάδας – ως πύλης προς την Ευρώπη.
Η Ελλάδα με το λιμάνι του Πειραιά, την ενεργειακή της θέση, τις μελλοντικές εξορύξεις και τις ψηφιακές/ηλεκτρικές διασυνδέσεις βρίσκεται εκ νέου στο επίκεντρο ενός παγκόσμιου ανταγωνισμού υποδομών, ενέργειας και ασφάλειας
