Σε πλήρη επανασχεδιασµό της αµυντικής πολιτικής προχωρά το υπουργείο Εθνικής Αµυνας, βλέποντας και παρακολουθώντας τις εξελίξεις και τις τεχνολογικές απαιτήσεις του σύγχρονου πεδίου µάχης. Οπως έχει δηλώσει κατά κόρον ο υπουργός, τα «σφιχτά» οικονοµικά δεδοµένα, που δεν επιτρέπουν εκτροχιασµό από τη δηµοσιονοµική πολιτική που έχει χαραχθεί µε τον τρέχοντα προϋπολογισµό, προϋποθέτουν σοβαρές και ουσιαστικές επιλογές.
Ως γνωστόν, κατά την κρίση του 2020 στο Αιγαίο, Ελλάδα και Τουρκία έφτασαν στα πρόθυρα πολεµικής σύρραξης και αναδείχθηκε περισσότερο από ποτέ η ανάγκη εκσυγχρονισµού του υπέργηρου στόλου του Πολεµικού Ναυτικού. Επιπλέον, η αεροπορική ενίσχυση κρίθηκε αναγκαία, προκειµένου να διατηρηθεί η αεροπορική ισορροπία πάνω από το αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Σαν αποτέλεσµα, η χώρα µας προχώρησε στις συµφωνίες µε τη Γαλλία για την αγορά δεκαοκτώ συν έξι µαχητικών αεροσκαφών τύπου Rafale, αλλά και τριών φρεγατών Belharra.
Παράλληλα, το Πολεµικό Ναυτικό εισηγήθηκε την προµήθεια τριών κορβετών, αναγκαίων για να συµπληρώσουν τις απαιτήσεις ενός ικανοποιητικού αριθµού πλοίων στη θάλασσα, πρόγραµµα όµως που για οικονοµικούς λόγους ακυρώθηκε. Εγινε θυσία στην ιεράρχηση των εξοπλιστικών, ώστε να εξοικονοµηθούν χρήµατα για τη διατήρηση των υπαρχόντων συστηµάτων και την εξυπηρέτηση των προγραµµάτων που τρέχουν. Ο πόλεµος στην Ουκρανία έφερε στο προσκήνιο και ορισµένα αποτελεσµατικά και φθηνότερα οπλικά συστήµατα. ∆ιαπιστώθηκε η κυριαρχία του σηµαντικότερου ίσως όπλου, του µη επανδρωµένου αεροσκάφους (drone). Σε αυτό το σύστηµα αλλά και τα συστήµατα αντι-drone πρόκειται να δώσει προτεραιότητα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Αµυνας. Στο πλαίσιο, δε, ανάπτυξης µιας ισχυρής και εγχώριας αµυντικής βιοµηχανίας, ο κ. ∆ένδιας δήλωσε αποφασισµένος για την «ανάπτυξη συστηµάτων που θα έχουν υψηλή απόδοση µε µικρό κόστος και θα είναι κατασκευασµένα από ελληνικά χέρια».
Εκσυγχρονισµός φρεγατών
Με την απόφαση ∆ένδια να παγώσουν µέχρι νεωτέρας ορισµένα προγράµµατα που είχαν ήδη εξαγγελθεί, όπως οι κορβέτες, αλλά και η τέταρτη Belharra, αναµένεται ο ριζικός ανασχεδιασµός των εξοπλιστικών. Παράλληλα, αναστέλλονται ο σχεδιασµός για ναύσταθµο των αρµαταγωγών του στόλου στον Παγασητικό, αλλά και η αναµόρφωση της βάσης της Σούδας. Στα εν εξελίξει προγράµµατα συµπεριλαµβάνονται, λοιπόν, οι τρεις φρεγάτες από τη Γαλλία, τα αεροσκάφη Rafale και τα 83 F-16 Viper, καθώς και η παραλαβή των ελικοπτέρων ΜΗ-60R του Πολεµικού Ναυτικού.
Η χώρα µας εξακολουθεί να περιµένει την απάντηση από τις ΗΠΑ για τα F-35, ένα πρόγραµµα που η Ελλάδα είναι αποφασισµένη να προχωρήσει (χωρίς όµως να γνωρίζουµε τον αριθµό αεροσκαφών) και η έγκρισή του θεωρείται από την Ουάσινγκτον ειληµµένη. Αναµένεται επίσης να αποδεσµευθούν κεφάλαια και για µικρότερης κλίµακας προγράµµατα, όπως είναι ο εκσυγχρονισµός και η συντήρηση-υποστήριξη των υφιστάµενων µέσων: µεταγωγικά αεροσκάφη, πολεµικά πλοία και διάφορα οχήµατα. Στο Πολεµικό Ναυτικό έως το καλοκαίρι αναµένεται να έχει υπογραφεί η σύµβαση µε τη γερµανοολλανδική κοινοπραξία και να έχουν καταλήξει στο ελληνικό ναυπηγείο που πιθανόν θα αναλάβει τον εκσυγχρονισµό των φρεγατών τύπου ΜΕΚΟ.
Με τις κορβέτες να µπαίνουν «στον πάγο», στο προσκήνιο επανέρχονται ως λύση και τα αµερικανικά πλοία τύπου LCS (Littoral Combat Ship) πολλαπλών ρόλων. Η Αθήνα εξετάζει το ενδεχόµενο, σύµφωνα µε πληροφορίες, να αποκτηθούν τέσσερα σκάφη από τις ΗΠΑ µε το µικρότερο δυνατό κόστος και αυτά που θα πάρει η Ελλάδα να είναι πλοία σε χρήση και όχι από αυτά που έχουν αποσυρθεί. Βέβαια πολλοί ειδικοί ερίζουν για την αγορά αυτών των σκαφών, καθώς θεωρούν, όχι άδικα, ότι τα πλοία έχουν λειτουργικά προβλήµατα και δεν είναι σίγουρο αν θα µπορέσουν να αποδώσουν στις ελληνικές θάλασσες.
Αεροσκάφη, ελικόπτερα
Ιδιαίτερα σηµαντικό θεωρείται και το ζήτηµα των µεταγωγικών µεταφορικών µέσων (αεροσκάφη, ελικόπτερα), µε τους αρµόδιους να σηµειώνουν ότι το ζήτηµα αφορά κυρίως την ικανότητα της ΕΑΒ να τα συντηρήσει. Οσον αφορά νέες αγορές, υπογραµµίζεται ότι έχουν ήδη ζητηθεί δύο µεταχειρισµένα C-130 από τις ΗΠΑ, µέσω προγράµµατος αποδέσµευσης πλεονάζοντος υλικού. Επιπλέον ένα θέµα που χρονίζει και αποτελεί πονοκέφαλο για τους επιτελείς είναι η αναβάθµιση και ο εκσυγχρονισµός των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας Orion P-3Β.
Το κονδύλι έχει εκταµιευθεί, η υπόθεση εκκρεµεί εδώ και χρόνια, τα αεροσκάφη ακόµη δεν έχουν παραδοθεί και αναµένεται το πρώτο από τα πέντε να είναι έτοιµο µέσα στο 2024. Η ανάγκη για νέα ελικόπτερα είναι επίσης διαπιστωµένη. Από την αρµόδια υπηρεσία της κυβέρνησης των ΗΠΑ αποδεσµεύθηκε η έγκριση πώλησης 35 ελικόπτερων UH-60M Blackhawk έναντι δυνητικού κόστους 1,79 δισ. ευρώ. Τέλος, πρέπει να υποστηριχθούν τα ελικόπτερα NH-90 που παροπλίστηκαν χωρίς να χρησιµοποιηθούν. Είκοσι χρόνια µετά την υπογραφή της σύµβασης απόκτησής τους έχουν έως σήµερα καταγράψει ελάχιστες ώρες πτήσης. Η αρχική σύµβαση προέβλεπε ότι και 20 ελικόπτερα ΝΗ-90 θα είχαν παραδοθεί έως το 2009 και παραδόθηκαν µόνο 16. Στα τέλη του 2021 εγκρίθηκε και υπογράφηκε σύµβαση τεχνικής υποστήριξης, η οποία όµως αφορά περιορισµένη ροή ανταλλακτικών και όχι σε µεγάλα συστήµατα του ελικοπτέρου, µε αποτέλεσµα οι διαθεσιµότητες να παραµένουν εξαιρετικά χαµηλές.
* Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής
ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΟΥΚΑΣ