Αφορμή για την συγγραφή του συγκεκριμένου άρθρου αποτελεί η πρόσφατη αποστομοτική δήλωση του Ισραηλινού Πρέσβη κ.Γιόσι Αμράνι, προς την αμερικανίδα Υφυπουργό Εξωτερικών κα. Βικτόρια Νούλαντ, όπου εκεί ο κύριος πρέσβης δήλωσε ξεκάθαρα και χωρίς περικοπές, πως η κατασκευή του αγωγού EastMed αποτελεί ζήτημα για το οποίο θα αποφανθούν τα κράτη περιοχής. Μια αποφασιστική απάντηση προς την υπερδύναμη, που καταδεικνύει, πως τα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου αποτελούν πεδίο, στο οποίο οι ΗΠΑ θα πρέπει να επιδεικνύουν τον δέοντα σεβασμό προς τα αντίστοιχα κράτη, όταν κάνουν αναφορά σε αυτά.
Το ζήτημα λοιπόν που προκύπτει εδώ, είναι πως για την Ελλάδα ο στρατηγικός εταίρος που λέγεται Ισραήλ, αποτελεί έναν πρώτης τάξεως συνομιλητή και συνοδοιπόρο, και πως η συμφωνίες που έχουν υπογραφεί μεταξύ των δύο εξυπηρετούν απόλυτα τα ελληνικά συμφέροντα, όσο και αυτά των δυτικών συμμάχων.
Η αρχιτεκτονική ασφαλείας του ΝΑΤΟ όσον αφορά την Μεσόγειο, προσλαμβάνει το Αιγαιακό Σύστημα (Ελλάδα-Τουρκία), ως κάτι το οποίο είναι απολύτως συνεκτικό, και ως εκ τούτου τα δύο μέρη που το συναποτελούν να μην δύνανται να ενεργήσουν αυτόνομα, παρά μόνο ως εξαρτήματα της ευρύτερης θαλασσοχερσαίας διάστασης της συμμαχίας.
Στο τετράπλευρο που συνιστά το Μεσογειακό σύστημα, και ξεκινάει από την Ιβηρική Χερσόνησσο, διατρέχει την Ν.Γαλλία, την Ιταλία, την Χερσόνησσο του Αίμου (Ελλάδα, Βαλκανικές χώρες),φτάνει μέχρι τον Καύκασο και την Μαύρη Θάλασσα, και περιλαμβάνει στο κλείσμο του την Μέση Ανατολή και το Μάγκρεμπ μαζί με την Αίγυπτο, οι δυτικές θαλάσσιες δυνάμεις αγγλοσαξονικής πολιτισμικής προέλευσης διατρέχουν τον οριζόντιο άξονα με κύρια σημεία το Γιβραλτάρ, την Μάλτα, την Κρήτη και την Κύπρο.
Για το Ισραήλ, το ανεστραμμένο Γ που συνιστά το ελληνικό εθνοκρατικό σύστημα (Ελληνική ενδοχώρα, Κρήτη, Κύπρος), αποτελεί έναν χώρο στρατηγικού βάθους, και συνεργασίας στην ασφάλεια, την οικονομία, και την διπλωματία. Ειδικά δε, εφόσον το έτερον ήμισυ του Αιγαιακού χώρου, η Τουρκία, αποφάσισε να συμπλεύσει με την Μουσουλμανική Αδελφότητα κατά το ένα μέρος, και με τον Ευρασιατικό άξονα από την άλλη (Ρωσία, Κίνα), γίνεται απόλυτα κατανοητό πως το εβραϊκό κράτος αποτελεί τον μοναδικό «φύλακα» της περιοχής.
Διαφαίνεται λοιπόν πως η Ελλάδα, στο νέο γεωπολιτικό πλαίσιο ασφαλείας που διαμορφώνεται στην περιοχή της Μεσογείου, δύναται να αποτελέσει τον δεύτερο πυλώνα στρατηγικής και ενεργειακής ασφάλειας, για τις δυτικές δυνάμεις. Ένας ρόλος που για να επιδιωχθεί θα πρέπει η ίδια η Ελλάδα να επικοινωνήσει και να αποδείξει στους συμμάχους της πως είναι διατεθειμένη να τον αναλάβει, ώστε από κοινού με το Ισραήλ, να αποτελέσουν τους στυλοβάτες μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Οι λόγοι που οδηγούν νομοτελειακά σε αυτή την επιλογή είναι τόσο στρατηγικοί όσο και πολιτισμικοί. Ελλάδα και Ισραήλ ήδη συμμετέχουν σε κοινές αεροναυτικές ασκήσεις, με τις αεροπορίες των δύο χωρών να προχωρούν σε γυμνάσια αεροπορικής τακτικής, πράγμα που συνιστά κορυφαίο γεγονός εφόσον εμπλέκονται οι δύο πιο ικανές αεροπορίες της περιοχής. Το Ισραήλ διαθέτοντας 241 αερομαχητικά και 127 ελικόπτερα, εκ των οποίων 48 είναι επιθετικά(Global Firepower, 2022), έχει ζωτικό συμφέρον να αξιοποιεί το ελληνικό στρατηγικό βάθος, για κινήσεις ελιγμού, που το βοηθούν να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά όλες τις επιθετικές κινήσεις που προέρχονται από το Ιράν και τους συμμάχους του. Η Ελλάδα από την άλλη διαθέτοντας ένα στόλο αποτελούμενο για την ώρα από 188 αερομαχητικά, και 270 ελικόπτερα, αναμένει την περαιτέρω ενίσχυση από την άφιξη των Rafale, και την ολική αναβάθμιση των F16, που θα της προσδώσει πλέον ένα χαρακτήρα αδιαμφησβήτητης αεροναυτικής δύναμης στην περιοχή.
Το Ισραήλ έχει ανάγκη την ναυτική ισχύ της Ελλάδας, από κοινού με την αεροπορική της ικανότητα, εφόσον η Ελλάδα δύναται να συγκρατήσει την τουρκική επιθετικότητα, η οποία εκδηλώνεται και κατά του Ισραηλινού κράτους. Ήδη η Τουρκία έχει προβεί σε στρατηγική σύμπλευση με το Πακιστάν, κράτος το οποίο επιδοτεί την ισλαμική τρομοκρατία και έχει ιμπεριαλιστικές βλέψεις εις βάρος της Ινδίας, ενώ παράλληλα μέσω της Μουσουλμανικής Αδελφότητας συντονίζει τρομοκρατικές ενέργειες κατά των Ισραηλινών πολιτών, με όχημα τους Παλαιστινίους. Να τονιστεί εδώ πως τόσο η Τουρκία όσο και το Πακιστάν εργαλειοποιούν τις μεταναστευτικές ροές με σκοπό να αποκτούν στρατηγικές μειονότητες στα κράτη υποδοχής, οι οποίες όποτε κριθεί απαραίτητο θα προκαλέσουν χάος στα μετώπισθεν και θα καταδείξουν στόχους.
Η Ελλάδα, για την ώρα δεν έχει αντιμετωπίσει σοβαρές προκλήσεις τρομοκρατίας στο έδαφος της, παρά την εισροή λαθρομεταναστών στην ελληνική επικράτεια, όμως η απειλή που συνιστά η Τουρκία για την εδαφική ακεραιότητα της, την οδηγεί νομοτελειακά να έρθει σε σύμπνοια με το Ισραήλ, ώστε να υπάρξει ανταλλαγή τεχνογνωσίας στα οπλικά συστήματα, στην παροχή πληροφοριών, καθώς και στην άσκηση διπλωματικής πίεσης στα κρατικά όργανα των ΗΠΑ, μέσω της συνεργασίας του ελληνικού με το εβραϊκό λόμπι.
Σε επίπεδο πληθυσμών, τόσο Ελλάδα όσο και Ισραήλ διαθέτουν ικανότατο ανθρώπινο δυναμικό, με ανώτατη μόρφωση, γνώση ξένων γλωσσών, και δημοκρατικά ιδεώδη, παρά τα όποια δομικά προβλήματα αντιμετωπίζουν σε επίπεδο κοινωνιών. Αυτό σημαίνει πως και οι δύο χώρες, σε ένα βαθύτατο πνευματικό επίπεδο, επιδιώκουν την ειρήνη και την σταθερότητα, και άρα η συνεργασία τους εν μέσω πολλαπλών προκλήσεων ασφαλείας στην ευρύτερη περιοχή, αποτελεί μονόδρομο. Υπάρχει εδώ λοιπόν ένας
ορθάνοιχτος δρόμος για συνεργασία, ειδικά στον τομέα της Έρευνας και Ανάπτυξης, εφόσον το Ισραήλ αποτελεί ηγέτιδα δύναμη στον τομέας των startup επιχειρήσεων, ενώ από την άλλη η Ελλάδα διαθέτει μια μεγάλη δεξαμενή ικανών και με πολλά προσόντα νέων ανθρώπων.
Όλα αυτά σε συνδυασμό με την ενεργειακή ασφάλεια και την ασφάλεια διακίνησης των εμπορευματικών ροών, μέσω των θαλασσίων διαδρομών, θα αναδείξουν ακόμα περισσότερο την σημασία του Ισραήλ, και εδώ ακριβώς μπορεί να «κουμπώσει» και η Ελλάδα. Συγκεκριμένα με την ανάδειξη του ρόλου της Γαλλίας ως ηγετικής δύναμης στον χώρο της ασφάλειας της Μεσογείου, η Ελλάδα, αποτελώντας ήδη σύμμαχο των γαλλικών ενόπλων δυνάμεων, μπορεί να διεκδικήσει έναν αναβαθμισμένο ρόλο, ο οποίος θα αποτελεί την συμπληρωματική θαλάσσια διάσταση, από κοινού με το Ισραήλ το οποίο εδώ και χρόνια έχει τον χερσαίο ρόλο του προκεχωρημένου φυλακίου των δυτικών δυνάμεων.
Με την Γαλλία λοιπόν, που θα λειτουργεί ως ο υπερσυστημικός δρών της Μεσογείου, η Ελλάδα και το Ισραήλ θα αποτελούν τους αντίστοιχους υποσυστημικούς άξονες, τις δύο αιχμές του ίδιου δόρατος, οι οποίες θα εξασφαλίζουν την ασφάλεια της περιοχής, περιορίζοντας την δράση του τουρκικού κράτους, διασφαλίζοντας παράλληλα και την σταθερότητα σε κράτη όπως η Λιβύη, και Αίγυπτο, τα οποία ανέκαθεν βρίσκονταν στο στόχαστρο της αναθεωρητικής ισλαμικής πολιτικής στην περιοχή, που εκφράζεται σε κρατικό επίπεδο από την Τουρκία και το Κατάρ.
Το ζήτημα λοιπόν είναι κατά πόσο η Ελλάδα θα επιδιώξει να λειτουργήσει ως αυτόνομο μέλος των δύο συμμαχιών στις οποίες ανήκει (ΝΑΤΟ και Ε.Ε), προβάλλοντας την θαλάσσια διάσταση της τόσο σε στρατιωτικό οσο και σε οικονομικό επίπεδο (ελληνόκτητος στόλος), ώστε στην συνέχεια να υποβαθμίσει την αξία της Τουρκίας. Η Τουρκία τον τελευταίο καιρό διαβλέπει μια τέλεια ευκαιρία να πλασάρει τον εαυτό της ως κράτος σταθερότητας και διαμεσολάβησης, και για αυτό η ελληνική πλευρά δεν πρέπει να εφησυχάζεται.
Θα πρέπει να έχουμε στο νου μας πως όσο η Ελλάδα προβάλλει ισχύ μέσω της γεωγραφικής της θέση στο σύστημα Βαλκάνια – Αιγαίο – Στενά – Ανατολική Μεσόγειο, τόσο αναβαθμίζεται γεωπολιτικά. Αντίθετα όποτε επιδίωξε να αποτελεί εξάρτημα ευρύτερων χερσαίων σχηματισμών, τότε ήταν που τα κέρδη ήταν πολύ λιγότερα από αυτά που αναμένονταν.
Επομένως συμπερασματικά μπορεί να ειπωθεί πως ο άξονας Ελλάδας (Κύπρος) – Ισραήλ πρέπει να χτιστεί σε πιο ισχυρά θεμέλια, τα οποία να περιλαμβάνουν μέχρι και την παροχή οικονομικής βοήθειας των συμμάχων, και επιπροσθέτως στρατηγικών οπλικών συστημάτων. Για να συμβεί αυτό όμως οφείλει η Ελλάδα να δείξει πως θέλει να πάρει περισσότερες πρωτοβουλίες αφενός, και αφετέρου να κινηθεί πιο εντατικά στην υλοποίηση οικονομικών έργων που θα την καθιστούν εμπορευματικό και ενεργειακό κόμβο. Αυτό θα γίνει μέσω της κατασκευής του αγωγού, την κινητοποίηση των Ελλήνων πλοιοκτητών, και της ενεργειακής ερευνητικής διαδικασίας.