Παρά το γεγονός ότι η χώρα μας κατέχει τον τρίτο χαμηλότερο πληθωρισμό μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης και συγκεκριμένα 2,4% τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Eurostat, στοιχείο ωστόσο που δεν σημαίνει δυστυχώς ότι το επίπεδο τιμών στην Ελλάδα είναι χαμηλό –σε σχέση ειδικά με την αγοραστική δύναμη–, ούτε ότι έχουν σταματήσει οι ανατιμήσεις.
Το κλίμα που υπάρχει ανάμεσα στους παράγοντες της αγοράς αλλά κυρίως σε αυτό που αποτυπώνεται στους καταναλωτές δημιουργεί ένα έντονο κλίμα ανασφάλειας για το μέλλον με συνέπειες που στο μέλλον φαίνονται απρόβλεπτες. Αυτό αποκαλύπτεται αι στην τελευταία μηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ όπου αποτυπώνεται η πιο σκληρή αλήθεια του τελευταίου διαστήματος. Ότι τα περισσότερα νοικοκυριά για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες «βάζουν χέρι» στις αποταμιεύσεις τους.
Η έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών και βιομηχανικών ερευνών περιγράφει τη ζοφερή πραγματικότητα με την οποία είναι αντιμέτωποι καταναλωτές και νοικοκυριά.
H λήξη της θερινής περιόδου που χαρακτηρίστηκε από ισχυρή πορεία του τουρισμού, με θετικές επιδράσεις σε πολλές περιοχές της οικονομίας, ενώ ταυτόχρονα οι πληθωριστικές πιέσεις μπορεί να μειώνονται αλλά συνεχίζονται ιδίως σε βασικές ανάγκες για τα νοικοκυριά, όπως τα τρόφιμα.
Στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση ενισχύθηκε, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα αποκλιμακώθηκαν και οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες υποχώρησαν αισθητά.
Στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή ενισχύθηκαν αισθητά, ενώ παράλληλα οι θετικές προβλέψεις για την απασχόληση εξασθενούν σημαντικά.
Στο Λιανικό Εμπόριο, οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις ενισχύονται σημαντικά, με το ύψος των αποθεμάτων να κλιμακώνεται οριακά, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη των πωλήσεων ενισχύονται.
Χωρίς έλεγχο οι τιμές των τροφίμων
Ο πληθωρισμός των τροφίμων στην Ευρωζώνη, πάντως, εκφράζεται σε μονοψήφιο ποσοστό, 8,8% τον Σεπτέμβριο, από 9,7% τον Αύγουστο, κάτι που δεν φαίνεται εύκολα εφικτό στην ελληνική πραγματικότητα. Τον Αύγουστο ο πληθωρισμός των τροφίμων στην Ελλάδα με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ήταν 10,7% και με δεδομένες τις αυξήσεις σε φρούτα και λαχανικά που καταγράφονται στην αγορά, ειδικά μετά την κακοκαιρία «Daniel», αποκλιμάκωση των τιμών στην κατηγορία των ειδών διατροφής και μάλιστα σημαντική δεν είναι ορατή στο κοντινό μέλλον.
Ο κλάδος των σούπερ μάρκετ από την πλευρά του εκτιμά ότι οι τιμές θα διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα σε σειρά προϊόντων. Στο ρύζι, για παράδειγμα, η παραγωγή είναι μειωμένη διεθνώς, η Ινδία έχει σταματήσει τις εξαγωγές, ενώ η συγκομιδή της εγχώριας σοδειάς θα καθυστερήσει κατά ένα μήνα λόγω των καλοκαιρινών βροχοπτώσεων τον Αύγουστο στη Θεσσαλονίκη (στη Χαλάστρα υπάρχουν οι πιο σημαντικές καλλιέργειες ρυζιού στην Ελλάδα).
Η τιμή παραγωγού στο ελαιόλαδο είναι ήδη 8,70 ευρώ/κιλό με ανοδική τάση, ενώ η παραγωγή εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 160.000 τόνους, από 350.000 τόνους την περίοδο 2022-2023. Μετά τη μειωμένη παγκοσμίως παραγωγή ζάχαρης κατά 12% την περίοδο 2022-2023, ανησυχίες υπάρχουν για τη νέα συγκομιδή, λόγω της καθυστέρησης φύτευσης κατά ένα μήνα ένεκα βροχών. Ακόμη και στις κονσέρβες των ψαρικών (τόνος) υπάρχει έλλειψη πρώτης ύλης, με την αγορά να αναμένεται να εξισορροπηθεί στις αρχές Δεκεμβρίου.
Την κατάσταση αναμένεται να χειροτερέψει το πανάκριβο πετρέλαιο θέρμανσης, με την τιμή του να κινείται στα 1,55 – 1,68 ευρώ το λίτρο με βάση τα σημερινά δεδομένα.
Αυτό σημαίνει πρόσθετη επιβάρυνση των νοικοκυριών, καθώς λόγω του κόστους των καταστροφών από τις πυρκαγιές του καλοκαιριού και τις πλημμύρες του Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση δηλώνει πως δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για παροχές, πλην της χορήγησης του market pass.
Επίσης, για τα νοικοκυριά που εγκατέλειψαν την περίοδο 2022-2023 το φυσικό αέριο ως μέσο θέρμανσης και χρησιμοποίησαν το πετρέλαιο ή άλλα μέσα, πλην φυσικού αερίου, καθώς επίσης και για όσους υπέβαλαν την περίοδο 2022-2023 αιτήσεις για την είσπραξη επιδομάτων θέρμανσης, αλλά την περίοδο 2021-2022 δεν είχαν υποβάλει αιτήσεις και δεν έλαβαν επιδόματα, τα ποσά του επιδόματος δεν θα διπλασιάζονται όπως γινόταν πέρυσι. Για τους συγκεκριμένους δικαιούχους, όμως, θα ισχύσουν τα υψηλότερα εισοδηματικά όρια, που ισχύουν πλέον για όλα τα επιδοτούμενα νοικοκυριά.
Ενίσχυση του ποσοστού που «αντλεί από τις αποταμιεύσεις του»
Οι πολίτες απαντούν ότι βλέπουν με απαισιοδοξία την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, ενώ δηλώνουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους για να τα βγάλουν πέρα με την υψηλότατη ακρίβεια.
Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» διαμορφώθηκε στο 57%, ενώ στο 14% από 10% ενισχύθηκε το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν το 20% του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» διαμορφώθηκε στο 9%.
Οι αρνητικές εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προηγούμενους 12 μήνες κλιμακώνονται έντονα τον Σεπτέμβριο. Το 66% (από 55%) των νοικοκυριών εκτίμησε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ μόλις το 3% θεωρεί πως επήλθε μικρή βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε Ε.Ε. και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -18,5 και -18,8 μονάδες αντίστοιχα.
Το 64% (από 42%) των καταναλωτών προέβλεψε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 21% το οποίο αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε Ε.Ε. και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -30,1 και -25,7 μονάδες αντίστοιχα.
Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) υποχώρησε. Το 59% (από 53%) των καταναλωτών προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 5% (από 6%) αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -17,7 μονάδες στην Ε.Ε. και στις -19,0 μονάδες στην Ευρωζώνη.
Μικρή εξασθένιση της πρόθεσης για αποταμίευση
Το 84% των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 16% τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή. Οι σχετικοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις +3,3 μονάδες στην Ε.Ε. και στις +3,2 μονάδες στην Ευρωζώνη.
Το 60% (από 45%) των νοικοκυριών προέβλεψε άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 10% (από 21%) αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε Ε.Ε. και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +12,0 μονάδες.
Το ποσοστό των νοικοκυριών που προέβλεψε μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας ενισχύθηκε στο 40% (από 29%), με το 18% των ερωτηθέντων να αναμένει εκ νέου ελαφρά μείωσή της. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +21,8 και +19,6 μονάδες.