Δύο οι νεκροί στην Αγία Πελαγία από την κακοκαιρία. Τραγική φιγούρα ο σύζυγος της 50χρονης μητέρας που βρισκόταν στο σημείο από χθες. Ο καιρός έφερε θύματα και ανυπολόγιστες καταστροφές στην Κρήτη…
Οι ελπίδες για την άτυχη γυναίκα είχαν αρχίσει να αργοσβήνουν από χθες το απόγευμα. Οι ώρες περνούσαν στην Αγία Πελαγία, χωρίς να υπάρχει το παραμικρό σημάδι ζωής από την 50χρονη. Το πρωί, οι διασώστες που επιχειρούσαν στην περιοχή, εντόπισαν τη σορό της, μετά από υπόδειξη του χειριστή του drone. Ήταν εκείνος που είδε κάτι που έμοιαζε με ανθρώπινο σώμα, ανάμεσα σε πολλά φερτά υλικά, κυρίως καλάμια, αλλά και κάθε είδους υλικό που είχε παρασυρθεί από τα καταστήματα εξαιτίας του χείμαρρου.
Aμέσως οι έμπειροι χειριστές του drone διαπίστωσαν ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αυτό που έβλεπαν να είναι ανθρώπινο σώμα. Έσπευσαν εκεί τα πλωτά του λιμενικού, τα φουσκωτά μαζί με το πλωτό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και τους αυτοδύτες και κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, γιατί ήταν πολύ κοντά στη βραχώδη ακτή και ο κυματισμός ήταν πολύ έντονος, κατάφεραν να προσεγγίσουν και να διαπιστώσουν ότι επρόκειτο για σορό γυναίκας, την οποία επιβίβασαν σε ένα από τα πλωτά, το οποίο έσπευσε στο λιμανάκι της Παντάνασσας.
Μεταφέρθηκε η σορός στην ακτή, παραλήφθηκε από ασθενοφόρο και έχει μεταφερθεί στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου, όπου θα κληθεί ο σύζυγος και οι συγγενείς της γυναίκας, να διαπιστώσουν επισήμως εάν πρόκειται για εκείνη, να γίνει δηλαδή η ταυτοποίηση της σορού.
Λίγο πριν εντοπιστεί η σορός της συζύγου του, ο Μιχάλης Σηφάκης είχε μιλήσει στην εκπομπή Σαββατοκύριακο στις 6, στην ΕΡΤ. Αποκάλυψε την τελευταία φορά που μίλησε με τη σύζυγό του. «Με πήρε η γυναίκα μου πρώτα και έκλαιγε. Μετά από ένα λεπτό με παίρνει και ο Κωστής τηλέφωνο και μου λέει “Μιχάλη κάλεσε γρήγορα βοήθεια το 112 γιατί μου έχει πάρει το νερό το αμάξι”.
Παίρνουμε αμέσως τηλέφωνο το 112, είπαμε τι γίνεται, πέρασε 1,5 λεπτό, ξαναπαίρναμε τα παιδιά τηλέφωνο πίσω, τίποτα, νεκρά τα τηλέφωνα και των δύο. Ξανακαλούσαμε, τίποτα. Πήρα το γιό μου γρήγορα, ήρθαμε εδώ πέρα με ένα σχοινί, με δυσκολία, ο δρόμος ήταν κλειστός, βρήκαμε το μέρος που ήταν αυτό το παλιό κτίσμα, ακόμα έτρεχε το νερό, ήταν δύσκολο, κατεβήκαμε σιγά-σιγά, με ένα σχοινί δεμένοι και οι δύο, από άκρη σε άκρη.
Κάποια στιγμή αντικρίσαμε το αμάξι του Κώστα, κάποια στιγμή με έβαλε και εμένα το νερό από κάτω, ευτυχώς το παιδί και άλλος ένας κύριος με τραβήξαν έξω, ευτυχώς είχα δεθεί και μετά πήγαμε από άλλη μεριά, από πιο σταθερό σημείο, πάλι οι δυό μας, ξαναδεθήκαμε, πλησιάσαμε και βγάλαμε πολλά αντικείμενα από το πορτ μπαγκάζ που ήταν ανοιχτό. Κάποια στιγμή συναντήσαμε τον Κώστα στη θέση του οδηγού, δεν βλέπαμε τίποτα από τη λάσπη».
Λίγη ώρα αργότερα επιβεβαιωνόταν αυτό που φοβόταν από την πρώτη στιγμή. Με τον ίδιο να μην μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυά του…