Η πρώτη μάχη για ένα πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο αναμένεται να δοθεί σήμερα στο άτυπο συμβούλιο των υπουργών Ενέργειας της Ε.Ε. που συνέρχεται στην Πράγα και θα είναι ουσιαστικά το πρελούδιο της επικείμενης, τακτικής Συνόδου Κορυφής στο τέλος της άλλης εβδομάδας, η οποία είτε θα πάρει αποφάσεις είτε θα κλωτσήσει το τενεκεδάκι παρακάτω.
Και επειδή η πολιτική αναγκαιότητα από τον δύσκολο χειμώνα που έχει ξεκινήσει ήδη σε αρκετά κράτη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης είναι ισχυρή, φαίνεται ότι η Ευρώπη κινείται με αργά βήματα προς την ιδέα ενός πλαφόν, έστω και αν κανείς δεν μπορεί να πει με ασφάλεια τι είδους πλαφόν αυτό θα είναι. Οι υπουργοί Ενέργειας σήμερα, λοιπόν, θα κληθούν να κάνουν μια πιο συγκεκριμένη αξιολόγηση των διαθέσιμων εναλλακτικών, αλλά οι αποφάσεις θα πρέπει ούτως ή άλλως να περιμένουν.
Οι επιλογές
Με δεδομένο ότι η γραμμή της μη λύσης, την οποία υποστήριζαν, μεταξύ άλλων, Γερμανία, Δανία και Ολλανδία δεν δείχνει να περνά, στο τραπέζι είναι δύο εναλλακτικά σχέδια. Από τη μια, είναι η πρόταση που βασικώς προωθούν η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πολωνία και το Βέλγιο, δηλαδή χώρες που επηρεάζονται ιδιαίτερα από τις ανατιμήσεις και δεν έχουν ανεξάντλητους εθνικούς πόρους, προκειμένου να παρέμβουν στην αγορά και να “σβήσουν” όλες τις ανατιμήσεις για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Η πρόταση που συνυπέγραψε η Ελλάδα και διαρθρώνεται σε ένα τεχνικό paper τεσσάρων σελίδων που κατατέθηκε προς επεξεργασία στην Κομισιόν, προβλέπει την επιβολή ενός “κυμαινόμενου πλαφόν” σε όλες τις συναλλαγές χονδρικής φυσικού αερίου σε μια τιμή που θα αναθεωρείται τακτικά. Για να γίνει αυτό θα λαμβάνουν υπόψιν εξωγενή κριτήρια αναφορές, όπως π.χ. οι τιμές του πετρελαίου ή του άνθρακα ή και φυσικού αερίου που προέρχονται από πηγές στην Ασία ή τη Βόρεια Αμερική. Για να υπάρξει διακύμανση, θα προσφέρεται ένα εύρος +- 5%, ενώ η μέση τιμή θα συνιστά ένα ανώτατο όριο στο χρηματιστήριο ενέργειας TTF ή γενικά σε πολλαπλούς, εξωτερικούς κόμβους αερίου.
Η άλλη πρόταση, με την οποία η Ελλάδα δεν συμφωνεί, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ένα βήμα προς τα εμπρός, είναι ένα μοντέλο που προωθούν κατά βάση η Γαλλία και οι Ιβηρικές χώρες, οι οποίες όμως έχουν εφεδρείες, η μεν από την πυρηνική ενέργεια, οι δε από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, συνδυαστικά με πολύ μικρότερη εξάρτηση από το ρωσικό αέριο σε σχέση με την Ελλάδα και τις χώρες που υπεραμύνονται του κυμαινόμενου πλαφόν και της πιο γενναίας παρέμβασης στον δείκτη ΤΤF. Η εν λόγω πρόταση αφορά πλαφόν στο φυσικό αέριο μόνο για ηλεκτροπαραγωγή, κάτι, όμως, που αφήνει έξω σχεδόν τα 2/3 της αγοράς που πηγαίνουν στη βιομηχανία και στο κόστος θέρμανσης των νοικοκυριών. Με άλλα λόγια, θα λειτουργεί ως ημίμετρο, κατά την ελληνική οπτική, καθώς θα μειώνει το κόστος ρεύματος, αλλά δεν θα αντιμετωπίζει το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές σε πολλές χώρες τόσο ως προς τη θέρμανση, όσο και ως προς τη λειτουργία κρίσιμων επιχειρησιακών υποδομών.
Χρηματοδότηση
Σύμφωνα με την ελληνική ανάγνωση, ένα σχέδιο σαν το γάλλο-ιβηρικό, θα έπρεπε να συμπληρώνεται και από ένα σχέδιο πρόσθετης χρηματοδότησης στα κράτη-μέλη μέσω κοινού δανεισμού, ώστε να στηρίζουν πολίτες και επιχειρήσεις για τις πτυχές της χρήσης φυσικού αερίου που μένουν εκτός παρέμβασης. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg χθες, η Γερμανία εμφανιζόταν ανοιχτή να συζητήσει κάτι τέτοιο, αρκεί τα χρήματα να ήταν δάνεια και όχι χορηγίες, όπως στο μοντέλο του Ταμείου Ανάκαμψης. Γερμανικές κυβερνητικές πηγές, πάντως, μετά το σχετικό δημοσίευμα, διέψευδαν μέσω Reuters ότι η Γερμανία είναι διατεθειμένη να συζητήσει επιπρόσθετη χρημαοτοδότηση και ευρωπαϊκό δανεισμό, ενώ το Βερολίνο έχει αντισταθεί εδώ και μήνες στην ιδέα της αναπροσαμοργής πόρων που προορίζονταν για διάθεση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και έχουν μείνει αδιάθετοι λόγω μη ενδιαφέροντος από τα κράτη-μέλη.
Και η συζήτηση στη Σύνοδο Κορυφής την άλλη εβδομάδα, πάντως, αναμένεται να είναι δύσκολη και τεχνική. Και πάλι, καθοριστική θα είναι η στάση της Γερμανίας, η οποία έχει θεμελιώδεις ανησυχίες, καθώς ούσα εξαρτημένη από το αέριο, τόσο για τα νοικοκυριά όσο κυρίως για τη λειτουργία της βιομηχανίας, ανησυχεί ότι ένα γενικό πλαφόν, έστω και κυμαινόμενο, θα “διώξει” φορτία LNG, την ώρα που το Βερολίνο “σαρώνει”, κυριολεκτικά, την αγορά του υγροποιημένου αερίου. Βεβαίως, ελληνική πηγή αντεπιχειρηματολογεί, λέγοντας ότι αυτή την εποχή που η Ευρώπη συνιστά τη μεγαλύτερη αγορά LNG, θα ήταν αφελές κάποιος παραγωγός να σκεφτεί να απευθυνθεί αλλού, ακόμα και με μικρότερο περιθώριο κέρδους.