Μια υπόθεση η οποία δεν εξιχνιάστηκε ποτέ από τις αρχές, την ώρα μάλιστα που υπάρχουν μαρτυρίες ότι η 56χρονη ιδιοκτήτρια του διαμερίσματος εξωθούσε νεαρές κοπέλες στην πορνεία και την επαιτεία. Μάλιστα στο ίδιο διαμέρισμα φιλοξενούνταν και μία δεύτερη γυναίκα, πρώην υπάλληλος της ΔΕΗ, η οποία πέθανε κάτω από περίεργες συνθήκες. Η ίδια ετάφη σε άγνωστο μέρος και ο θάνατός της δεν δηλώθηκε ποτέ στις Αρχές.
Ο πατέρας της 23χρονης Φωτεινής, Νικόλαος Μπακογιώργος για μήνες ολόκληρους μεταμορφώθηκε ο ίδιος σε ντέντεκτιβ προκειμένου να εντοπίσει αυτόν που βασάνισε και σκότωσε το παιδί του. Με τη βοήθεια του ερευνητή Χάρη Βεραμόν ο πατέρας κατάφερε να συγκεντρώσει στοιχεία και κατέθεσε μήνυση στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών. Ο ίδιος μάλιστα προτείνει να εξεταστούν επτά μάρτυρες που είχαν δει και γνώριζαν τι συνέβαινε μέσα στο διαμέρισμα-κολαστήριο.
Στη μήνυση του ο πατέρας περιγράφει: «Είμαι πατέρας της Φωτεινής ή Φαίης Μπακογιώργου, η σορός της οποίας εντοπίστηκε στις 8 Οκτωβρίου 2021 επί της οδού Τύχης και σε απόσταση περίπου 500 μέτρων από την κατοικία όπου εφιλοξενείτο η θυγατέρα μου για μεγάλο χρονικό διάστημα μαζί με τα ανήλικα τέκνα της, την αδελφή της Αικατερίνη με το ανήλικο τέκνο της και κατά βάσιμες πληροφορίες μια έτερη κυρία μεγαλύτερή τους ονόματι Χριστίνα Π., η οποία απεβίωσε από άγνωστα αίτια. Με τη Φαίη, προ της εξαφάνισης και του θανάτου της διατηρούσα μόνο τηλεφωνική επικοινωνία διότι ποτέ δεν επικρότησα τις επιλογές της και την απόφασή της να εγκατασταθεί στην οικία της μηνυόμενης, την οποία δεν γνώριζα και διατηρούσα επιφυλάξεις για τα κίνητρα και τον σκοπό της παρεχόμενης φιλοξενίας της».
Επιπλέον ο πατέρας αναφέρει τις μαρτυρίες από γείτονες για άγρια κακοποίηση της κόρης του: «Μας πληροφόρησε ότι οι γείτονες άκουγαν συστηματικά από τον φωταγωγό της πολυκατοικίας να βρίζουν τη Φωτεινή και να τη χτυπούν. Να ασκούν ψυχολογική σε βάρος της βία, να επαιτεί καθημερινά και να εκδίδεται σε Πακιστανούς. Μάλιστα όταν η Φωτεινή έμεινε έγκυος, η μηνυόμενη τη χτυπούσε στην κοιλιά με λακτίσματα για να αποβάλει. Οι γείτονες έβλεπαν συνέχεια τη Φωτεινή με μάτια μαυρισμένα, σπασμένο χέρι, γρατζουνιές στον λαιμό της και μέσα στα αίματα. Τελευταία την είδαν και κοντοκουρεμένη».
Μιλώντας στο protothema, ο πατέρας σημείωσε ότι παρά τις προσπάθειες του να σώσει το παιδί του, δεν τα κατάφερε: «Έκανα κάποιες απεγνωσμένες κινήσεις, πήγα στην Αστυνομία και τους παρακάλεσα να με βοηθήσουν να σώσω το παιδί μου, όμως όταν άκουγαν την ηλικία, μου έλεγαν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα, γιατί ήταν ενήλικη. Και δεν μπόρεσα να σώσω το παιδί μου. Να είχε φύγει από εκεί μέσα και να είχε σωθεί. Παλιά το έβλεπα το κοριτσάκι μου. Ερχόταν και στο περίπτερο που δούλευα και έβλεπα και τα παιδάκια της. Ομως από το Πάσχα και μετά, τελείωσαν όλα».
Ο πατέρας περιγράφει ότι η κόρη του θάφτηκε ως «αγνώστων στοιχείων» και ότι ενημερώθηκε από την αστυνομία τρεις ημέρες μετά: «Το μάθαμε στις 11 Νοεμβρίου από έναν υπαστυνόμο στη Μιχαήλ Βόδα. Στις 10 Οκτωβρίου, είχε πάει η πρώην γυναίκα μου και είχε κάνει δήλωση εξαφάνισης στο Τμήμα της Κυψέλης. Και μας ενημέρωσαν. Έκανε τέστ DNA και έγινε η εξακρίβωση. Στις 11 Νοεμβρίου μας ενημέρωσαν ότι το παιδί ήταν νεκρό και μάλιστα ότι είχε θαφτεί ως «αγνώστων στοιχείων». Την είχαν θάψει σε ένα τμήμα που είχε παραχωρήσει ο Δήμος Ζωγράφου στο νεκροταφείο του Ζωγράφου. Εκεί τρελάθηκα. Εκεί σαλτάρισα… Δεν είχαν ψάξει καν. Έψαξαν μόνο στους σεσημασμένους και έκλεισαν την υπόθεση. Είχα τρελαθεί. Πέρασαν δέκα μήνες και ήμουν στην αγωνία. Ούτε αποτελέσματα βγήκαν ούτε τίποτα. Έμαθα για το έργο του κ. Χάρη Βεραμόν. Και αποφάσισα να πάω για να με βοηθήσει. Και το έκανε. Όπως και η δικηγόρος μου η κυρία Βούλα Δημητριάδου. Χωρίς αυτούς τους δύο ανθρώπους ήμουν χαμένος. Πήγα στο γραφείο της κυρίας Δημητριάδου, της εξιστόρησα τι είχε γίνει και έβαλα τα κλάματα».
Όταν πήγε στο Τμήμα, ο πατέρας τρόμαξε να αναγνωρίσει το παιδί του: «Πήγα στην Αστυνομία για την εξακρίβωση και είδα στις φωτογραφίες ένα αγόρι. Λέω ”αυτή δεν είναι δυνατόν να είναι η κόρη μου. Αυτό δεν μπορεί να είναι το παιδί μου, σε αυτή την κατάσταση”. Τους έδειξα φωτογραφίες που είχα μαζί μου. Το παιδί μου ήταν αγνώριστο. Την είχαν κουρέψει. Μέχρι το Πάσχα η Φαίη ήταν μια χαρά. Από το Πάσχα και μετά που δεν την ξαναείδα, την είδα πλέον στην φωτογραφία σε αυτή την κατάσταση. Αν γνώριζα, το παιδί μου θα το βοηθούσα. Η Φάιη θα ζούσε, αλλά δεν ήξερα. Εμένα με είχαν αποκλείσει. Και η πρώην σύζυγος μου και η αδερφή της και η ίδια μου η κόρη. Όμως, επειδή την ήξερα, συμπέραινα από τη διαθεση της, από τις εκφράσεις του προσώπου της ότι κάτι υπήρχε. Όμως δεν το επιβεβαίωνε. Μαζί με τον κ. Βεραμόν και την κυρία Δημητριάδου, συγκεντρώσαμε στοιχεία τα οποία ειναι καθοριστικά για την υπόθεση. Γιατί αυτό που ζητάω είναι να τιμωρηθεί ο ένοχος που σκότωσε το παιδί μου. Γιατί η κόρη μου, δεν πέθανε, την κόρη μου τη δολοφόνησαν. Και αυτές τις φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα ΘΕΜΑ, μου τις είχαν στείλει και μου είπαν ότι τη Φαίη τη χτύπησε αυτοκίνητο και ότι είχαν κάνει μήνυση και θα πήγαιναν δικαστικώς τον υπαίτιο και θα του έπαιρναν λεφτά. Και της είχα πει ότι δεν πίστευα τι είχε γίνει και μου ελεγε “κάνεις λάθος”. Δεν ξέρω τι του είχαν κάνει του παιδιού μου. Μου έλεγαν επίσης ότι η κόρη μου έπαιρνε ναρκωτικά. Όμως δεν το πιστεύω ούτε αυτό. Γιατί η κόρη μου είχε μεγάλη αγάπη στα παιδιά της. Φοβόταν να μην τα χάσει. Και από τότε που της τα πήραν, εκεί τελείωσαν όλα γι’ αυτή. Έγινε καταγγελία και με εντολή εισαγγελέα της τα πήραν. Και από την έρευνα που έκανε ο κ. Βεραμόν, μάθαμε στην πορεία τι γινόταν».
Στη μήνυσή του ο Μπακογιώργος περιγράφει ότι με τη βοήθεια του Χάρη Βεραμόν, έμαθε από μάρτυρες ότι το παιδί του ζούσε μια κόλαση: «Οι γείτονες υπήρξαν πρόθυμοι να βοηθήσουν και παρείχαν χρήσιμες και σημαντικές πληροφορίες για την μαρτυρική καθημερινότητα της Φαίης, τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής αυτής και των τέκνων της, τους κινδύνους που διέτρεχαν καθημερινά και την βάναυση κακομεταχείριση και κακοποίησή της απο την μηνυόμενη στην οποία θα αναφερθώ εκτενώς παρακάτω.