Εθνικές διαστάσεις έχει λάβει το σκάνδαλο με τους περιορισμούς στις αναλήψεις που έχουν επιβάλει ορισμένες τράπεζες και την κατάχρηση μιας εφαρμογής για την Covid-19 που «εμποδίζει» πολίτες να ταξιδέψουν και να ζητήσουν το δίκιο τους
Ένα μεγάλο πλήθος οργισμένων καταθετών συγκρούστηκε εχθές κυριακή με την αστυνομία κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης διαμαρτυρίας έξω από υποκατάστημα της κεντρικής τράπεζας της Κίνας στην πόλη Τσεντσόου της επαρχίας Χενάν.
Αυτόπτες μάρτυρες κατέγραψαν με τα κινητά τους σκηνές βίας που φέρονται να δείχνουν αστυνομικούς ντυμένους με πολιτικά να ορμούν στο πλήθος των διαδηλωτών, οι οποίοι αμύνονται πετώντας τους πλαστικά μπουκάλια νερού και άλλα αντικείμενα. Αρκετά άτομα συνελήφθησαν στην προσπάθειά τους να εκφράσουν την αγανάκτησή τους για μια υπόθεση που έχει λάβει πλέον μεγάλες διαστάσεις στην Κίνα.
Οι διαδηλωτές ήταν μερικοί μόνο από τους χιλιάδες πολίτες της Κίνας που άνοιξαν λογαριασμούς σε έξι επαρχιακές τράπεζες στη Χενάν και τη γειτονική Ανχουέι, επειδή πρόσφεραν υψηλότερα επιτόκια. Αργότερα ανακάλυψαν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν ανάληψη των χρημάτων τους, ενώ υπήρξαν δημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο που ανέφεραν ότι ο επικεφαλής της μητρικής εταιρείας των τραπεζών έχει εξαφανιστεί να αναζητείται από τις Αρχές για οικονομικά εγκλήματα.
«Ήρθαμε εδώ σήμερα ζητώντας να πάρουμε πίσω τις οικονομίες μας. Εγώ έχω στο σπίτι ηλικιωμένους και παιδιά και το γεγονός ότι δεν μπορώ να σηκώσω χρήματα έχει σοβαρές συνέπειες στη ζωή μου», δήλωσε στο Associated Press η Ζανγκ από την Σαντόνγκ, η οποία δεν αποκάλυψε το πλήρες όνομά της φοβούμενη αντίποινα.
Παρόλο που αρχικά το σκάνδαλο ήταν τοπικό, σύντομα πήρε εθνικές διαστάσεις εξαιτείας της κατάχρησης μιας εφαρμογής παρακολούθησης για την Covid-19. Αρκετοί πολίτες που ξεκίνησαν να πάνε στην Τσεντσόου για να απαιτήσουν να λυθεί το πρόβλημα με τις καταθέσεις τους διαπίστωσαν ότι η «κατάσταση υγείας» στην εφαρμογή τους είχε γίνει κόκκινη, εμποδίζοντάς τους να ταξιδέψουν. Ορισμένοι είπαν ότι τους επισκέφθηκαν αστυνομικοί στο ξενοδοχείο που έκαναν check-in και τους «ανέκριναν» για τους λόγους που βρίσκονται στην πόλη. Πέντε αξιωματούχοι της Τσεντσόου τιμωρήθηκαν μετά από αυτές τις καταγγελίες.
Εχθές, Κυριακή, οι διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν πριν την αυγή μπροστά από το κτίριο της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας στην Τσεντσόου κρατώντας μεγάλα πανό. Η αστυνομία έκλεισε τον δρόμο στις 8 το πρωί και σταδιακά άρχισε να ενισχύει τις δυνάμεις της, καθώς περνούσαν οι ώρες. Εκτός από τους ένστολους αστυνομικούς, υπήρχαν και αρκετοί που ήταν ντυμένοι με απλά T-shirt.
Όταν έφτασε ένα στέλεχος της τράπεζας και ένας τοπικός αξιωματούχος της κυβέρνησης στο σημείο, επιχείρησαν να κατευνάσουν τους διαδηλωτές και να τους πείσουν να φύγουν, ωστόσο εκείνοι αρνήθηκαν να τους ακούσουν αφού – όπως είπαν κάποιοι στο AP – έχουν ακούσει και στο παρελθόν ανάλογες διαβεβαιώσεις που έπεσαν στο κενό.
Η αστυνομία ανακοίνωσε από τα μεγάφωνα ότι η συγκέντρωση ήταν παράνομη και ότι, αν δεν αποχωρούσαν άμεσα, θα συλλαμβάνοντας και θα αναγκάζονταν να πληρώσουν πρόστιμο. Γύρω στις 10, οι αστυνομικοί με τα Τ-shirt όρμηξαν στο πλήθος των διαδηλωτών για να το διαλύσουν. Σύμφωνα με αυτόπτη μάρτυρα που μίλησε στο αμερικανικό πρακτορείο, ορισμένοι γράπωσαν γυναίκες και τις έσερναν στα σκαλιά για να τις απομακρύνουν από την είσοδο της τράπεζας.
Η ίδια η Ζανγκ δέχτηκε χτυπήματα και, όταν ρώτησε τον αστυνομικό γιατί το έκανε, εκείνος της απάντησε «τι κακό βρίσκεις στο να σε χτυπάω;».
Σύμφωνα με μαρτυρίες, αφού τέθηκαν υπό κράτηση οι διαδηλωτές υποχρεώθηκαν να υπογράψουν μια δήλωση που τους δέσμευε ότι δεν θα συμμετείχαν πλέον σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας…